Η επίσημη λιβυκή διαμαρτυρία -- που αρχίζει με την κατηγορία ότι η χώρα μας ''ενεργεί με ζήλο'' και ''επιβάλλει τετελεσμένα'' οριοθέτησης των ελληνολιβυκών θαλασσίων συνόρων ''σε αμφισβητούμενη περιοχή νοτιοδυτικά της Κρήτης'' και καταλήγει στη διαβεβαίωση περί αποφασιστικότητας της Λιβύης ''να υπερασπιστεί τα κυριαρχικά της δικαιώματα'' απέναντί μας ''με όλα τα νομικά και διπλωματικά μέσα'' -- ήταν μια πρόκληση εξοργιστική, γιατί ήταν υποκινούμενη.
Υποκινούμενη από την Τουρκία που παίζει τον ρόλο του ''πατερούλη'' στην Λιβύη και δι' αυτής προσπαθεί να διεμβολίσει τα ελληνικά κυριαρχικά κεκτημένα στην Κρήτη και πέριξ αυτής με βάση την ανιστόρητη θεωρία της περί Τουρκοκρητικών προγόνων, η οποία της δίνει δικαιώματα διεκδίκησης.
Πρόκειται για ιλαροτραγωδία τουρκικής έμπνευσης που χτίστηκε πάνω σ' έναν παλιό μύθο ο οποίος αναθερμάνθηκε από δεκαετίας (Άνοιξη 2012), προς αναζήτηση ιστορικών δεδομένων ''συγγένειας'' με το νησί.
Η ''συγγένεια'' πιστοποιήθηκε με αφορμή την παρουσία Τούρκων οι οποίοι είχαν εγκατασταθεί στην τουρκοκρατούμενη Κρήτη το 1669 από τον Κιοπρουλού Φαζίλ Αχμέτ πασά (Μεγάλο Βεζύρη). Όμως η αλήθεια είναι ότι ήταν λίγοι οι γνήσιοι Τούρκοι στο νησί. Και αυτοί που τους θεωρούν προγόνους τους σήμερα είχαν στην πραγματικότητα ελληνική καταγωγή ('Αμπαδιώτες Κρητότουρκοι''), γιατί ήταν εξωμότες.
Πολλοί από αυτούς είχαν βολευτεί με την εξωμοσία για λόγους φορολογίας, βεντέτας ή κληρονομικούς, γιατί ήξεραν ότι --αλλάζοντας θρησκεία και εθνική συνείδηση -- μπορούσαν να αποκτήσουν δικαιώματα επί της τιμής και της ιδιοκτησίας των χριστιανών συμπατριωτών τους.
Κάποιοι άλλοι πάλι, φυλακισμένοι κακοποιοί ή πειρατές αντάλασσαν τη θρησκευτική και εθνική τους ταυτότητα με την ελευθερία, ενώ υπήρχαν και Κρητικιές που προσχωρούσαν οικειοθελώς στην άλλη πλευρά.
Γίνονταν μουσουλμάνες μετά από βιασμό ή για να τον αποφύγουν, έστω κι αν ήξεραν πως θα έφεραν εφ όρου ζωής πάνω τους το στίγμα της προδοσίας και θα ήταν αναγκασμένες να αλλάξουν οριστικά τόπο διαμονής.
Όλα αυτά ωστόσο, που έχουν να κάνουν με την ιστορική αλήθεια, λίγο ενδιαφέρουν τους σημερινούς Τούρκους οι οποίοι χτίζουν από εικοσαετίας ιστορικοφανή ερείσματα, για να ενισχύσουν τη φαρέτρα διεκδίκησης των ελληνικών κεκτημένων.
Είκοσι είναι και τα χρόνια της πολιτικής παρουσίας του Ταγίπ Ερντογάν στο τιμόνι της Τουρκίας, θα παρατηρούσε κανείς με το δίκιο του. Μόνο που ο Πρόεδρος της Τουρκίας δεν αποτελεί τον μοναδικό ''εχθρό'' στην ελληνοτουρκική ιστορία, γιατί η πλειοψηφία των πολιτικών αντιπάλων του εκδηλώνει στον ίδιο βαθμό ανθελληνισμό και εθνική ομοψυχία.
Τρανή απόδειξη γι' αυτό, έστω και ετεροχρονισμένη, είναι η άποψη που είχε εκφράσει προ διετίας ο αρχηγός της τουρκικής Αξιωματικής αντιπολίτευσης Κεμάλ Κιλιντσάρογλου (ηγέτης του Ρεπουμπλικανικού/Λαϊκού Κόμματος) ότι απ' όλη την Κρήτη μόνο τα Χανιά ανήκουν στην Ελλάδα.
Άποψη παντελώς ανεδαφική, που δίνει πολλές αφορμές όμως για επικαιροποίηση στον τουρκικό Τύπο, με αφορμή τις έρευνες της Exxon Mobil στα ελληνικά θαλάσσια οικόπεδα ΝΔ της Κρήτης. Έτσι αναπαράγεται, κατά το δοκούν, η γνωστή, ανιστόρητη επιχειρηματολογία των κεμαλιστών του CHP ότι τα 3/4 αυτής και οι 14 νησίδες που βρίσκονται γύρω της είναι... υπό ελληνική κατοχή.
Και ότι με τη Συνθήκη του Λονδίνου (1913), δεκατέσσερις από τις πέριξ της Κρήτης νησίδες παρέμειναν υπό την κυριαρχία της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας (άρθρο 12 της Συνθήκης της Λωζάνης). Ύστερα, κατά τους ίδιους πάντα, η Βουλγαρία, η Σερβία και το Μαυροβούνιο παραιτήθηκαν των δικαιωμάτων τους στο νησί, χωρίς ωστόσο να τα παραχωρήσουν επίσημα στην Ελλάδα!!!..
Πρωτοφανής διαστρέβλωση της αλήθειας που συναγωνίζεται εκείνην των Σκοπιανών για την Μακεδονία και την ελληνικότητά της!!!.. Ως εκ τούτου, με βάση την παραχάραξη των ιστορικών δεδομένων, οι Τούρκοι θέτουν ήδη υποψηφιότητα ως πρωτοπόροι πλαστογράφοι της παγκόσμιας ιστορίας.
Ευτυχώς όμως γι' αυτήν και για την Ελλάδα (που βαδίζει πάντα με γνώμονα την τεκμηριωμένη αλήθεια), η Ιστορία δεν ξαναγράφεται. Και για τον λόγο αυτό θα πρέπει να απαιτήσουμε απ' τους θρασύτατους γείτονες της απέναντι όχθης σεβασμό προς αυτήν και τα κυριαρχικά δικαιώματά μας.
Ήδη μια γεύση αποστομωτικής απάντησης έδωσε το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών στην κυβέρνηση της Λιβύης μετά το διάβημα διαμαρτυρίας της για τις έρευνες του αμερικανικού γεωτρύπανου νοτιοδυτικά της Κρήτης.
Διάβημα εξωφρενικό που σέρνει πίσω του μεγάλες τουρκικές ουρές, τις οποίες πρέπει να κόψουμε μια και καλή ταυτόχρονα με τον βήχα των Τούρκων, στους οποίους πρέπει να παραδώσουμε μαθήματα ιστορίας, αν θέλουμε να επιβιώσουμε.
Με άλλα λόγια, είναι καιρός να τους πούμε ανοιχτά και ξάστερα -- ενώπιον της διεθνούς κοινής γνώμης -- πως η αναθεωρητική στάση τους δεν οδηγεί πουθενά, γιατί αν θέλουν νέα σύνορα, θα πρέπει να σπάσουν τις Συνθήκες. Αλλά οι Συνθήκες δε σπάνε, παρά μόνο με πόλεμο.
Οπότε, με αφορμή την αναθεωρητική εμμονή του Τούρκου Προέδρου, εμείς -- ως Ελλάδα -- θα συνεχίσουμε να εξαντλούμε όλα τα φιλειρηνικά μέσα αντιμετώπισης των τουρκικών προκλήσεων εκθέτοντας την Τουρκία στο ΝΑΤΟ και την ΕΕ και καταγγέλοντάς την ότι δημιουργεί προϋποθέσεις Γ' Παγκοσμίου Πολέμου.
Κι αυτό δεν λέγεται καθ' υπερβολήν, γιατί όντως εκεί οδηγούν οι προκλήσεις της (σε επίπεδο ρητορικής και επί του πεδίου) με το να αμφισβητεί την ελληνικότητα νησιών και βραχονησίδων του Αιγαίου, των οποίων ζητά την αποστρατιωτικοποίηση για ευνόητους λόγους.
Είναι γνωστό τοις πάσι, ασφαλώς -- και αυτό το ξεκαθάρισε προ διετίας το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών (23/1/'20), ότι ''...Το καθεστώς των νήσων Λήμνου και Σαμοθράκης διέπεται από τη Σύμβαση της Λωζάνης για τα Στενά του 1923, η οποία αντικαταστάθηκε με τη Σύμβαση του Μοντρέ του 1936. Το καθεστώς των νήσων Μυτιλήνης, Χίου, Σάμου και Ικαρίας, πάλι, διέπεται από τη Συνθήκη Ειρήνης της Λωζάνης του 1923, ενώ το καθεστώς των Δωδεκανήσων διέπεται από τη Συνθήκη Ειρήνης των Παρισίων του 1947...''.
Όλες αυτές οι Συνθήκες έχουν την υπογραφή της Τουρκίας.Τίποτα δεν έγινε ερήμην της, αλλά με τις ευλογίες της. Με τις ευλογίες της Τουρκικής Εθνοσυνέλευσης, για να είμαστε ακριβείς. Κι αυτές οι συνθήκες είναι διεθνείς και δεν μπορούν να σπάσουν παρά μόνο με πόλεμο, όπως προείπα.
Γι' αυτό είναι ανόητο να μιλάμε για καταφυγή μας στη Χάγη παρασυρμένοι απ' την τουρκική προπαγάνδα για ''γκρίζες'' ζώνες στο Αιγαίο. Είναι ανόητο και επικίνδυνο, γιατί δίνουμε την εντύπωση ότι η συνεχής επανάληψη των αυθαίρετων και ανιστόρητων ισχυρισμών της Άγκυρας ή οι προσαρμοσμένες στα συμφέροντά της ερμηνείες του Διεθνούς Δικαίου της Θάλασσας έπιασαν τόπο...
Η άμεση αντίδραση στις προκλητικές δηλώσεις των Τούρκων Αξιωματούχων θα πρέπει να γίνει μονόδρομος στον τρόπο ''επικοινωνίας'' μας με το τουρκικό υπουργείο Εξωτερικών και τα φερέφωνα του ίδιου και της της τουρκικής Προεδρίας.
Οι εξωφρενικές προκλήσεις του Ερντογάν δεν πρέπει να μένουν αναπάντητες και να υποκαθιστώνται από δηλώσεις περί... νευρικότητας του ''σουλτάνου'', τις οποίες επικαλούμαστε ενίοτε στο ΥΠΕΞ, πράγμα υποτιμητικό όχι μόνο για τον επικεφαλής του, αλλά και για τον ελληνικό λαό που τις ακούει και τις εκλαμβάνει ως (απότοκο του κατευνασμού) δειλία.
Αν η Ελλάδα δώσει προς τα έξω την εικόνα ότι είναι σοβαρή, ενωμένη και αποφασισμένη να μην ριψοκινδυνέψει δεύτερες ''Πρέσπες'' με διακύβευμα το Αιγαίο στο δικαστήριο της Χάγης, είμαι σίγουρη ότι η Τουρκία θα απογυμνωθεί από τα έωλα επιχειρήματά της και θα πληρώσει ακριβά το τίμημα της επεκτατικής της διάθεσης σβήνοντας αναγκαστικά τη φωτιά που η ίδια άναψε στις ελληνοτουρκικές σχέσεις.
Φωτιά που πυροδότησε το δόγμα ''υπερεξάπλωσης'' της ''Γαλάζιας Πατρίδας'' της (βλ. ''Εθνικός Όρκος των Τούρκων, ''Misak-ı Millî'', 1920) σε βάρος των κυριαρχικών δικαιωμάτων της Ελλάδας.