Απόψεις

Το ΜΗΡ στην αναπαραγωγή της εξουσίας του Ερντογάν

«Η Τουρκία δεν αντέχει μέχρι και τον Νοέμβριο του 2019 για να εφαρμόσει οριστικά το προεδρικό σύστημα... Για την επιβίωση του κράτους είναι απαραίτητη η υπεράσπιση της Συμμαχίας του Λαού και κανένας δεν ξέρει πώς θα αντικατοπτριστούν τα αποτελέσματα των δημοτικών εκλογών που προηγούνται. Οι βουλευτικές και προεδρικές εκλογές πρέπει να γίνουν πρόωρα και με το αποτέλεσμά τους να δώσουν ένα αναγκαίο μάθημα στους εχθρούς της Τουρκίας».

Αυτό ήταν η έκκληση του ηγέτη του Κόμματος Εθνικιστικής Δράσης (ΜΗΡ), Ντεβλέτ Μπαχτσελί, στις 17 Απριλίου για πρόωρες βουλευτικές και προεδρικές εκλογές. Με τη δήλωσή του αυτή επιβεβαίωσε, μεταξύ πολλών άλλων στοιχείων, τη στρατηγική σημασία του κόμματός του στην υπόθεση της «αποκατάστασης και παλινόρθωσης» των πολιτικών ισορροπιών ιδιαίτερα σε περιόδους μιας συνολικής κρίσης.

Δεν είναι η πρώτη φορά που μια δήλωση από τον Ντεβλέτ Μπαχτσελί αρκεί για να επιταχύνει τις πολιτικές διαδικασίες στην Τουρκία και να οδηγήσει στην εμφάνιση νέων δυναμικών μετασχηματισμού της κοινωνίας και του κράτους.

Ο ίδιος ο Μπαχτσελί ως εταίρος στην κυβέρνηση συνεργασίας μεταξύ του κόμματός του, του Κόμματος Δημοκρατικής Αριστεράς του Ετζεβίτ και του Κόμματος Μητέρας Πατρίδας του Γιλμάζ, το καλοκαίρι του 2002 ζήτησε άμεσα τη διεξαγωγή πρόωρων εκλογών. Σε συνθήκες οικονομικής και πολιτικής κατάρρευσης της χώρας, οι πρόωρες εκλογές διεξήχθησαν τον Νοέμβριο του 2002 με αποτέλεσμα τον σχηματισμό μονοκομματικής κυβέρνησης του ΑΚΡ και την καταβαράθρωση σχεδόν όλων των παλιών κομμάτων της Τουρκίας. 

Μετά τη δικαστική κρίση που ξέσπασε το 2007 με στόχο τον αποκλεισμό της πιθανότητας εκλογής Προέδρου του κράτους από τις τάξεις του ΑΚΡ, ο Ντεβλέτ Μπαχτσελί αποφάσισε ότι το ΜΗΡ θα συμμετείχε στις εκλογικές συνόδους. Με αυτό τον τρόπο βοήθησε στο ξεπέρασμα του ζητούμενου της παρουσίας απόλυτης πλειοψηφίας βουλευτών στην Εθνοσυνέλευση για την εκλογή του Προέδρου και συνέβαλε στην άνοδο του Αμπντουλάχ Γκιούλ στο προεδρικό αξίωμα.

Λίγα χρόνια μετά, το 2012 και το 2013, το ΜΗΡ στήριξε εντός Εθνοσυνέλευσης νομοσχέδια στρατηγικής σημασίας για τη συντηρητικοποίηση της κοινωνίας. Αρχικά ήταν το νομοσχέδιο ενίσχυσης της θρησκευτικής εκπαίδευσης και μετά μια σειρά νομοσχεδίων σε σχέση με τον περιορισμό πώλησης αλκοόλ.

Η αντικουρδική πτυχή της συνεργασίας

Οι πιο σημαντικές κινήσεις του Μπαχτσελί σε σχέση με την αναπαραγωγή της εξουσίας του ΑΚΡ και τον βαθύτερο μετασχηματισμό του κράτους, έγιναν την τελευταία τριετία. Όπως είναι γνωστό στις γενικές εκλογές του Ιουνίου 2015, το ΑΚΡ έχασε για πρώτη φορά στην ιστορία του τη δυνατότητα σχηματισμού μονοκομματικής κυβέρνησης.

Ο Μπαχτσελί μερίμνησε από το βράδυ των εκλογών να κλείσει το δρόμο σε όλες τις πιθανότητες που υπήρχαν για σχηματισμό κυβέρνησης συνεργασίας. Έτσι διευκόλυνε τους σχεδιασμούς Έρντογαν για επαναληπτικές εκλογές, οι οποίες και έγιναν το Νοέμβριο του 2015 με αποτέλεσμα την επιστροφή του ΑΚΡ σε μονοκομματική κυβέρνηση.

Βεβαίως η συγκεκριμένη απόφαση του ΜΗΡ στις δοσμένες συγκυρίες της περιόδου, βασίστηκε σε αποφάσεις βαθύτερων προσανατολισμών για το ίδιο του τουρκικό κράτος.

Στις εκλογές της 7ης Ιουνίου 2015 το κουρδικό Δημοκρατικό Κόμμα των Λαών κατάφερε να ξεπεράσει το εκλογικό όριο του 10% και να εισέλθει ως αυτόνομος κομματικός σχηματισμός στην Εθνοσυνέλευση. Ήταν η κορυφαία στιγμή της συνεχιζόμενης ανόδου του κουρδικού κινήματος από τα τέλη της δεκαετίας του 1990, ως αποτέλεσμα σοβαρών ιδεολογικών και πολιτικών ανακατατάξεων.

Παράλληλα με την ενίσχυση του Δημοκρατικού Κόμματος των Λαών εντός Τουρκίας, το κουρδικό κίνημα την συγκεκριμένη περίοδο κατέγραφε συνεχόμενες επιτυχίες σε σχέση με την πορεία αυτόνομων δομών εξουσίας στα βόρεια της Συρίας. 

Έτσι, ο συνδυασμός της «κουρδικής άνοιξης» φαίνεται ότι λειτούργησε με καταλυτικό τρόπο στα αντανακλαστικά της κρατικής εξουσίας της Τουρκίας. Ήδη από τις αρχές του 2015, το ΑΚΡ και ο Έρντογαν σχεδίαζαν μια νέα στρατηγική εξουσίας με κυρίαρχο θέμα το κουρδικό πρόβλημα.

Πιο συγκεκριμένα, με επίκεντρο την ανάπτυξη πολιτικών σκληρής αντιμετώπισης της ενίσχυσης του ΡΚΚ. Η ενεργοποίηση της στρατιωτικής ισχύος ενάντια στο ένοπλο κουρδικό κίνημα συνοδεύτηκε από την διακοπή των διαπραγματεύσεων μεταξύ κυβέρνησης και Κούρδων, ενώ την ίδια στιγμή η πόλωση και ο διχασμός «επισημοποιήθηκαν» ως μια νέα κανονικότητα μεταξύ των νοτιοανατολικών κουρδικών περιοχών και της υπόλοιπης Τουρκίας.

Αυτές ήταν σημαντικές εξελίξεις που βοήθησαν στην προσέγγιση του ΑΚΡ με το ΜΗΡ. Την ίδια ακριβώς περίοδο, η ισχυροποίηση της εσωτερικής αντιπολίτευσης στο ΜΗΡ ενάντια στον Μπαχτσελί, συνέβαλε σε μια πιο ξεκάθαρη προσέγγιση του ηγέτη του ακροδεξιού κόμματος με το κυβερνών κόμμα.

Bάθρο του προεδρικού συστήματος

Η επιτάχυνση των διαδικασιών προσέγγισης και τελικής επισημοποίησης της συμμαχίας ΑΚΡ – ΜΗΡ, βασίστηκαν σε μια νέα «έκπληξη» του Μπαχτσελί τον Οκτώβριο του 2016. Τότε στις συνθήκες έκτακτης ανάγκης που προέκυψαν με αφορμή την πραξικοπηματική απόπειρα του Ιουλίου, το ΜΗΡ προέβαλε τη θέση ότι η συγκέντρωση των εξουσιών στον Πρόεδρο θα έπρεπε να αποκτήσει συνταγματική υπόσταση και να μην παραμείνει στο «έκτακτο πλαίσιο» των κυβερνητικών διαταγμάτων.

Αυτή η θέση τελικά άνοιξε την πόρτα στη συνολική συνταγματική αλλαγή και την υιοθέτηση του προεδρικού συστήματος στο δημοψήφισμα της 17ης Απριλίου 2017.

Η συνέχεια είναι λίγο-πολύ γνωστή: Το ΜΗΡ εντάχθηκε στην ανεπίσημη τότε συνεργασία του «Ναι» στο δημοψήφισμα και στη συνέχεια κατάφερε να έχει καθοριστικό ρόλο στο νομοσχέδιο που επιτρέπει πλέον τη συμμετοχή ενός κομματικού συνασπισμού/συμμαχίας στις βουλευτικές εκλογές.

Άλλωστε είναι στη βάση της συγκεκριμένης νομοθετικής αλλαγής, η οποία έγινε στις αρχές του 2018, που το κυβερνών ΑΚΡ και το ΜΗΡ συγκρότησαν τη «Συμμαχία του Λαού» με τα κομματικά τους ψηφοδέλτια σε κοινή λίστα.

Πέραν όμως των προαναφερθέντων, η σύγκλιση μεταξύ των δύο κομμάτων δεν ήταν σημαντική μόνο για τους χειρισμούς Ερντογάν. Την ίδια στιγμή δημιούργησαν και το υπόβαθρο πάνω στο οποίο το ΜΗΡ επανέρχεται στις δομές εξουσίας.

Θα πρέπει να σημειωθεί ότι το προεδρικό σύστημα και η ιδέα δραστικής συγκέντρωσης της εκτελεστικής εξουσίας σε ένα πρόσωπο δεν αποτελούν ξένες θέσεις προς το κίνημα της τουρκικής ακροδεξιάς.

Αντίθετα το ΜΗΡ εκφράζει ποικιλοτρόπως τις ιστορικές παραδόσεις ενός ιδεολογικού ρεύματος που διεκδικούσε την ιδέα ενός «ισχυρού κράτους – ισχυρού ηγέτη». Ο Μπαχτσελί υπολογίζει συνεπώς ότι σε μια κρατική δομή, που περιέχει ιδεολογική συγγένεια με τις παραδόσεις του κόμματός του, μπορεί να έχει «μερίσματα εξουσίας» και ένα πεδίο διαπραγμάτευσης μέσα από την παρουσία του στην Εθνοσυνέλευση.

Μεγάλο ζητούμενο μια νέα αρχιτεκτονική εξουσίας

Όπως και στο πρόσφατο παρελθόν, έτσι και στις 17 Απριλίου 2018, η δήλωση-πρόταση Μπαχτσελί αποδείχθηκε καταλυτική στις επόμενες εξελίξεις.

Πληροφορίες που διέρρευσαν από τον φιλοκυβερνητικό Τύπο στην Τουρκία υπογράμμιζαν ότι ο Ερντογάν έλαβε πολύ σοβαρά υπόψη τις ανησυχίες Μπαχτσελί στη βάση των οποίων ζήτησε πρόωρες εκλογές.

Όμως έστω και αν ο ρόλος του Μπαχτσελί αναδεικνύεται ως πολύ σημαντικός, θα ήταν αφέλεια να σκεφτεί κάποιος ότι μόνο μέσα σε τριάντα λεπτά συνάντησής του με τον Ερντογάν κατάφερε να πείσει τον Πρόεδρο για μια τέτοια αστραπιαία κίνηση.

Ο ίδιος ο Ερντογάν μάλλον είχε σχεδιάσει προς την ίδια κατεύθυνση και τις δικές του κινήσεις. Ο βαθύτερος λόγος είναι ξεκάθαρος. Η σημερινή συνεργασία ΑΚΡ-ΜΗΡ δεν μοιάζει με προηγούμενες κομματικές συνεργασίες στην Τουρκία. Στο παρόν στάδιο φέρει έντονα τα στοιχεία μιας στρατηγικής για τη δημιουργία των βάσεων της νέας εξουσίας στην Τουρκία.

Η στρατηγική εξουσίας που οικοδομείται και που συμπεριλαμβάνει το ΑΚΡ και το ΜΗΡ έχει ως επίκεντρο της τον Ερντογάν. Έχει ένα ξεκάθαρο πολιτικό πρόσωπο και ένα ιδεολογικό υπόβαθρο που ξεπερνά κατά πολύ τους εκλογικούς υπολογισμούς. Θα μπορούσε να λεχθεί ότι αυτή η συνεργασία είναι περισσότερο μια προσπάθεια οικοδόμησης μπλοκ εξουσίας, παρά ενός πλειοψηφικού εκλογικού συνασπισμού.

Ούτως ή άλλως το πέρασμα της Τουρκίας στο προεδρικό σύστημα θα φέρει σταδιακά δραστικές ανακατατάξεις στις κομματικές ισορροπίες. Η συνεχής αναζήτηση πλειοψηφίας 50%+1 δημιουργεί την αναγκαιότητα συνεργασιών που προοπτικά μπορούν να οδηγήσουν ακόμα και στην εξαφάνιση κομμάτων ή στην αφομοίωσή τους από άλλα πιο ισχυρά ιδεολογικά ρεύματα.

Συνεπώς ο Ερντογάν και το ΑΚΡ προχωρούν στη συγκρότηση ενός μετώπου εξουσίας που φαίνεται σε αυτή τη συγκυρία να προσαρμόζεται στις γενικές παγκόσμιες τάσεις αυταρχισμού. Επιδιώκουν να «κλειδώσουν» την παρουσία του ιδεολογικού υπόβαθρου του συγκεκριμένου μετώπου εξουσίας στο κράτος, ακριβώς σε αυτή την παγκόσμια μεταβατική περίοδο. 

Η συγκεκριμένη αρχιτεκτονική εξουσίας διακρίνεται από στοιχεία όπως η εμβάθυνση της πόλωσης και της σύγκρουσης, η συσπείρωση των ψηφοφόρων του συγκεκριμένου εκλογικού Σώματος (ΑΚΡ-ΜΗP), ο καθορισμός των ιδεολογικών ορίων για την αντιπολίτευση και τελικά η αλλαγή και η σταθεροποίηση ενός νέου πολιτειακού συστήματος, του προεδρικού.

Αυτή η στρατηγική δεν είναι στρατηγική κατάκτησης της εξουσίας με τη μετακίνηση των δυνάμεων που τη συναποτελούν προς το Κέντρο. Αντίθετα είναι στρατηγική αναπαραγωγής, σταθεροποίησης, ίσως και ενίσχυσης της ήδη κατεκτημένης εξουσίας. Είναι για αυτόν ίσως τον λόγο που η συμμαχία των δύο κομμάτων διακρίνεται περισσότερο από έναν πολωτικό και διχαστικό λόγο, παρά από την προώθηση συγκεκριμένων θέσεων για το μέλλον.

Η συνεργασία των δύο κομμάτων στο επίπεδο της νέας αρχιτεκτονικής εξουσίας συνιστά τελικά και ένα νέο στάδιο στην εξέλιξη του τρόπου με τον οποίο θέλει να συντηρήσει την επιρροή του ο Ερντογάν. Οι διαφορές με την εικόνα της πρώτης περιόδου διακυβέρνησής του είναι έντονες.

Το στοιχείο που άλλαξε σε καθοριστικό βαθμό τα τελευταία χρόνια στην Τουρκία και γίνεται πιο εύκολα κατανοητό είναι τα «εργαλεία» μέσα από τα οποία ο Ερντογάν νομιμοποιούσε τη στρατηγική για την εξουσία του. Το «μετριοπαθές Ισλάμ», η ενταξιακή διαδικασία προς την ΕΕ ο αντιμιλιταρισμός και η εκδημοκρατικοποίηση, η διεύρυνση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων ήταν τα βασικά εργαλεία του σταδίου εκείνου στο οποίο το ΑΚΡ ξεκινούσε για να κατακτήσει την εξουσία από το ιστορικό περιθώριο της χώρας.

Αυτή η διαδικασία όμως έχει ολοκληρωθεί. Στις σημερινές συνθήκες, εξαιτίας της αλλαγής του στρατηγικού στόχου, αυτά τα εργαλεία έχασαν μεγάλο μέρος από την αξία τους.

Πλέον το μεγάλο ερωτηματικό για τους κύκλους εξουσίας του Ερντογάν δεν είναι να αλλάξουν τις κοινωνικές, οικονομικές και πολιτικές ισορροπίες προς όφελός τους. Αντίθετα, το δίλημμα είναι η αναπαραγωγή της εξουσίας που κατακτήθηκε προηγουμένως στο νέο παγκόσμιο πλαίσιο που δημιουργείται τα τελευταία χρόνια.

 

Νίκος Μούδουρος

πηγή: philenews.com

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ