Για να απαντηθεί αυτό το ερώτημα, σχεδιάστηκε και ολοκληρώθηκε στην Ελλάδα μία πολύ απαιτητική μελέτη, με την υποστήριξη της UEFA και με πολυεθνική συμμετοχή.
Η μελέτη οργανώθηκε από τους ερευνητές του SmArTLab του Τμήματος Επιστήμης Φυσικής Αγωγής και Αθλητισμού (ΤΕΦΑΑ) του Πανεπιστημίου Θεσσαλίας, στα Τρίκαλα και του ομώνυμου Τμήματος του Πανεπιστημίου Southern Denmark University (SDU), που εδρεύει στο Odense της Δανίας.
Πώς έγινε η μελέτη
Όπως τόνισε στο Αθηναϊκό- Μακεδονικό Πρακτορείο Ειδήσεων ο επικεφαλής της μελέτης, δρ. Ιωάννης Φατούρος, στόχος της ομάδας ήταν η μελέτη της επίδρασης της παράτασης τόσο σε επίπεδο απόδοσης όσο και σε φυσιολογικό, κυτταρικό και μοριακό επίπεδο. Η μελέτη περιλάμβανε συμμετοχή ποδοσφαιριστών σε δύο αγώνες με παράταση, οι οποίοι απείχαν τρεις ημέρες μεταξύ τους.
Οι ποδοσφαιριστές κάθε φορά έλαβαν είτε placebo ή συμπλήρωμα υδατάνθρακα (με τυχαία σειρά). Μετρήθηκε η απόδοση φυσικής κατάστασης και ελήφθησαν βιολογικά δείγματα πριν από κάθε αγώνα καθώς και στο τέλος του κανονικού αγώνα και της παράτασης. Η αγωνιστική απόδοση κατά τη διάρκεια των παιγνιδιών παρακολουθήθηκε με εξοπλισμό GPS και καρδιοσυχνόμετρα.
Τα συμπεράσματα
Οι ερευνητές διαπίστωσαν ότι η παράταση προκαλεί μία σημαντική μείωση, έως και 12%, της απόστασης που διανύουν οι αθλητές με τρέξιμο σε υψηλή ταχύτητα, της μέσης και μέγιστης ταχύτητας, αλλά και της μυϊκής ισχύος και της ικανότητας εκτέλεσης επαναλαμβανόμενων σπριντ. Αξιοσημείωτη ήταν η απώλεια υγρών στη διάρκεια της παράτασης (πάνω από 50% σε σχέση με τα πρώτα 90 λεπτά). Η παράταση προκάλεσε αύξηση της φλεγμονής και σοβαρή μείωση των αποθεμάτων υδατάνθρακα (γλυκογόνου) στον μυ, κάτω μάλιστα από το κρίσιμο όριο των 200 mmol/kg μυ (η μείωση αυτή παρατηρήθηκε σε όλα τα είδη μυϊκών ινών) η οποία συνοδεύτηκε από εκτεταμένη μείωση της γλυκόζης στο αίμα και αύξηση του μεταβολισμού των λιπιδίων και πρωτεΐνης.
Τόσο οι αποθήκες υδατάνθρακα, όσο και κάποιες μεταβλητές απόδοσης δεν αποκαταστάθηκαν πλήρως στον δεύτερο αγώνα τρεις ημέρες μετά, με συνέπεια τη μείωση της αγωνιστικής δραστηριότητας. Ωστόσο, η λήψη υδατάνθρακα απέτρεψε αυτές τις συνέπειες και αποκατέστησε την απόδοση των ποδοσφαιριστών. Όπως επίσης τόνισε στο ΑΠΕ- ΜΠΕ ο δρ. Τζιαμούρτας, καθηγητής στο ΤΕΦΑΑ και διευθυντής του SmArTLab, αξιοσημείωτη ήταν η πνευματική κόπωση και ψυχολογική φόρτιση που παρουσίασαν οι ποδοσφαιριστές στην παράταση.
Με βάση αυτήν τη μελέτη θα μπορούσαμε τώρα να καταλάβουμε την επιβάρυνση που παρουσιάζει η παράταση ενός αγώνα ποδοσφαίρου και να εκτιμήσουμε περισσότερο την προσπάθεια των ποδοσφαιριστών στα παιγνίδια του εφετινού Μουντιάλ και όχι μόνο, συμπλήρωσε ο κ. Φατούρος.
Το ποδόσφαιρο προσελκύει το ζωηρό ενδιαφέρον δισεκατομμυρίων φιλάθλων παγκοσμίως με τους ποδοσφαιριστές οι οποίοι αγωνίζονται στο κορυφαίο επίπεδο να αποτελούν εξαιρετικούς αθλητές με τέλεια φυσική κατάσταση. Πώς θα μπορούσε, άλλωστε, να μην είναι έτσι αφού πλέον καλούνται να συμμετάσχουν σε μεγάλο αριθμό αγώνων και προπονήσεων είτε με τον σύλλογό τους είτε με τις εθνικές τους ομάδες. Στην Ευρώπη οι κορυφαίες ομάδες δίνουν περισσότερους από 70 αγώνες ετησίως. Ενώ, ο χρόνος προπόνησης έχει αυξηθεί κατά περίπου 2,5 φορές.
Μαζί με την αύξηση του αριθμού των αγώνων έχουν πληθύνει και οι παρατάσεις τόσο σε εθνικό όσο και σε συλλογικό επίπεδο. Για παράδειγμα στα δύο τελευταία Ευρωπαϊκά Πρωταθλήματα Ποδοσφαίρου, η Πορτογαλία και η Ιταλία κατέκτησαν το τρόπαιο αφού έπαιξαν τρεις αγώνες με παράταση. Από το 1992, 85% των εθνικών ομάδων που έφθασαν στους ημιτελικούς έπαιξαν σε έναν τουλάχιστον αγώνα με παράταση. Στο Champions League, οκτώ από τους 15 αγώνες νοκ-άουτ κρίθηκαν στην παράταση. Μάλιστα, με την αύξηση του αριθμού των ομάδων σε αυτές τις διοργανώσεις αναμένεται να αυξηθεί και ο αριθμός των αγώνων με παράταση, η οποία αν και είναι τόσο συχνή, μέχρι πρότινος δεν ήταν γνωστό πώς επηρεάζει τους ποδοσφαιριστές σε βιολογικό επίπεδο.