Τα ευρήματά τους επικεντρώνονται στο σύστημα του εγκεφάλου που είναι υπεύθυνο για τον εθισμό και τη ρύθμιση της όρεξης, ως πιθανή αιτία για την προτίμηση των καπνιστών σε τρόφιμα υψηλής πυκνότητας και θερμίδων, όταν κόβουν το τσιγάρο και ο οργανισμός τους αποσύρεται από τη νικοτίνη.
Αυτό μπορεί να οδηγήσει σε αύξηση βάρους, για όσους κόβουν το κάπνισμα, το οποίο, με την σειρά του, μπορεί να αυξήσει τον κίνδυνο υποτροπής. Διότι πολλοί καπνιστές εγκαταλείπουν την προσπάθεια να κόψουν το τσιγάρο, απλά και μόνο επειδή παίρνουν κιλά.
Ο δρ. Mustafa al’Absi, αδειούχος ψυχολόγος και καθηγητής στο τμήμα Οικογενειακής Ιατρικής και Βιοσυμπεριφορικής Υγείας στο στην ιατρική σχολή του πανεπιστημίου της Μινεσότα. Είναι ο κύριος ερευνητής και ο ανώτερος συγγραφέας της μελέτης που δημοσιεύθηκε πρόσφατα στο περιοδικό Drug and Alcohol Dependence.
Πώς έγινε η έρευνα για την σύνδεση που έχει η απόσυρση από τη νικοτίνη με την κακή διατροφή
“Εξετάσαμε το αν η οξεία απόσυρση νικοτίνης αυξάνει ή όχι την κατανάλωση πρόχειρου φαγητού (fast food), δηλαδή τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε αλάτι, λίπος και ζάχαρη, καθώς και το πώς εμπλέκονται σε αυτό οι υποδοχείς του εγκεφάλου, που ανακουφίζουν από το άγχος”, δήλωσε ο δρ. al’Absi. «Ο μετριασμός αυτών των προκλήσεων κατά τη διάρκεια της θεραπευτικής διαδικασίας θα βοηθήσει τους ασθενείς να κόψουν το κάπνισμα. Το να κατανοήσουν οι ίδιοι τις διατροφικές τους συνήθειες, θα τους ενθαρρύνει να παίρνουν πιο υγιείς αποφάσεις».
Οι ερευνητές μελέτησαν μια ομάδα συμμετεχόντων καπνιστών και μη καπνιστών ηλικίας 18 έως 75 ετών κατά τη διάρκεια δύο εργαστηριακών συνεδριών. Σε όλους ανατέθηκε τυχαία να προβούν σε 24ωρη απόσυρση από τα προϊόντα νικοτίνης και τους χορηγήθηκε είτε εικονικό φάρμακο, είτε 50 mg ναλτρεξόνης (naltrexone). Στο τέλος κάθε συνεδρίας, δόθηκε στους συμμετέχοντες ένας δίσκος με διάφορα σνακ, που διέφεραν σε υψηλή έως χαμηλή πυκνότητα ενέργειας και σε περιεκτικότητα σε αλάτι, ζάχαρη και λιπαρά.
Διαπιστώθηκε ότι:
- Οι καπνιστές που υποβάλλονταν σε διακοπή νικοτίνης κατανάλωναν περισσότερες θερμίδες από τους μη καπνιστές. Οι συμμετέχοντες ήταν επίσης λιγότερο πιθανό να επιλέξουν τρόφιμα υψηλής περιεκτικότητας σε λιπαρά μετά τη χορήγηση ναλτρεξόνης. «Τα ευρήματα της μελέτης μπορεί να σχετίζονται με την κατανάλωση τροφίμων, ειδικά εκείνων με υψηλή περιεκτικότητα σε θερμίδες, για την αντιμετώπιση του αρνητικού συναισθήματος και του στρες που χαρακτηρίζει τα συναισθήματα που βιώνουν οι καπνιστές κατά τη διακοπή του καπνίσματος», δήλωσε ο δρ. al’Absi. «Τα αποτελέσματα προκλινικών και κλινικών ερευνών το υποστηρίζουν και καταδεικνύουν ότι το άγχος αυξάνει την τάση για κατανάλωση τροφών με υψηλή περιεκτικότητα σε λιπαρά και υψηλή περιεκτικότητα σε ζάχαρη«.
- Η ναλτρεξόνη ομαλοποίησε την πρόσληψη θερμίδων σε επίπεδα που παρατηρήθηκαν σε μη καπνιστές, υποδηλώνοντας ότι το σύστημα ανταμοιβής στον εγκέφαλο μπορεί να είναι ένας μηχανισμός πρόσληψης θερμίδων λόγω απόσυρσης από τη νικοτίνη. «Αυτό είναι μάλλον ένα νέο εύρημα στο πλαίσιο του εθισμού στη νικοτίνη και έχει πολλές επιπτώσεις στην ανάπτυξη μελλοντικής θεραπείας», δήλωσε ο δρ. al’Absi. Η επιλογή και η κατανάλωση τροφίμων επηρεάστηκαν από το κάπνισμα των συμμετεχόντων.
Ο δρ. al’Absi και η ομάδα του εστιάζουν τώρα στον αντίκτυπο των αλλαγών της όρεξης στην αύξηση του βάρους μετά τη διακοπή του καπνίσματος και στον βαθμό που αυτές οι αλλαγές εμποδίζουν την προσπάθεια αυτή και αυξάνουν τον κίνδυνο υποτροπής.
«Αυτά τα ευρήματα επεκτείνουν παλαιότερες μελέτες που υποδεικνύουν τον αντίκτυπο του καπνίσματος στην όρεξη και βοηθούν στον εντοπισμό της επίδρασης ενός σημαντικού βιολογικού συνδέσμου, του συστήματος ανταμοιβής του εγκεφάλου, κατά την απόσυρση από τη νικοτίνη«, δήλωσε ο δρ. al’Absi. «Ο φόβος της αύξησης του βάρους είναι μια σημαντική ανησυχία μεταξύ των καπνιστών που σκέφτονται να κόψουν το κάπνισμα. Το κλειδί για την άρση αυτών των εμποδίων είναι να κατανοήσουμε καλύτερα τους παράγοντες που αυξάνουν την επιθυμία για τρόφιμα υψηλής θερμιδικής αξίας», πρόσθεσε.