Η μελέτη πραγματοποιήθηκε από τον Δρα Viet-Thi Tran, Γάλλο επιδημιολόγο, σε 2.197 ασθενείς της ομάδας ComPare που πάσχουν από long Covid.
Η long Covid εκδηλώνεται με ένα ή περισσότερα συμπτώματα, συνήθως κατά το τρίμηνο που ακολουθεί την αρχική λοίμωξη, τα οποία επιμένουν για τουλάχιστον δύο μήνες και περιλαμβάνουν εξάντληση, βήχα, δυσκολία στην αναπνοή, πυρετό, απώλεια γεύσης και/ή όσφρησης, δυσκολία στην συγκέντρωση, κατάθλιψη.
Δεν πρόκειται για αυτοτελή νόσο, αλλά για ένα πολύπλοκο σύνδρομο που προκαλείται από πολλαπλούς, συχνά αλληλεπιδρώντες μηχανισμούς, γεγονός που εξηγεί την σύνθετη και συχνά ετερογενή κλινική εικόνα των ασθενών.
Σύμφωνα με τη μελέτη, περίπου το 90% των ατόμων που έχουν προσβληθεί από long Covid αναφέρουν συμπτώματα ακόμη και ένα χρόνο μετά την αρχική λοίμωξη.
Οι ερευνητές κατέγραψαν τρεις κατηγορίες ασθενών. Η συντριπτική πλειονότητα (91%) διαπιστώνουν αργή βελτίωση των συμπτωμάτων τους με την πάροδο του χρόνου (με κατά 25% μέση μείωση του αριθμού των συμπτωμάτων κατά τη διετία που ακολουθεί την εμφάνισή τους).
Το 4% εμφανίζει ταχεία βελτίωση των συμπτωμάτων (με την πλήρη υποχώρησή τους κατά την διετία που ακολουθεί την εμφάνισή τους).
Σε σύγκριση με τους άλλους ασθενείς, τα άτομα αυτά ήταν νεότερης ηλικίας και δεν είχαν ιστορικό λειτουργικής νόσου (χρόνια εξάντληση, ινομυαλγία, κλπ.). Οι ασθενείς αυτοί παρουσιάζουν συχνότερα πόνους στον αυχένα, την πλάτη και την οσφυϊκή χώρα και πεπτικά συμπτώματα κατά τη διάρκεια της έξαρσης της νόσου τους.
Περίπου το 5% των ασθενών παρουσίασαν σοβαρά εμμένοντα συμπτώματα. Οι ασθενείς αυτοί είναι συνήθως μεγαλύτερης ηλικίας, καπνιστές και με ιστορικό αυτοάνοσης νόσου. Παρουσίαζαν συχνότερα ταχυκαρδία, βραδυκαρδία, έκτακτες συστολές, αρρυθμία, εξάψεις, εφίδρωση και δυσανεξία στην ζέστη και στο κρύο κατά την έξαρση της νόσου.
Τα αποτελέσματα της μελέτης θα επιτρέψουν την καλύτερη ενημέρωση των ασθενών για την εξέλιξη της long Covid και την ακριβέστερη αποτίμηση των αναγκών του συστήματος υγείας για την αντιμετώπιση της νόσου.
Τα ευρήματα της μελέτης δημοσιεύτηκαν στην επιθεώρηση International Journal of Infectious Diseases.