Το βαλσαμόχορτο ή αλλιώς γνωστό ως St. John’s wort (το βότανο του Αγίου Ιωάννου) είναι ένα φυτό με κίτρινα άνθη, το οποίο χρησιμοποιείται εδώ και εκατοντάδες χρόνια για τις θεραπευτικές του ιδιότητες. Συγκεκριμένα, τα άνθη του φυτού από την αρχαιότητα χρησιμοποιούνται παραδοσιακά για τη θεραπεία πονοκεφάλων, νευρικών διαταραχών, προβλημάτων στους νεφρούς, αϋπνίας αλλά και για την επούλωση πληγών, σύμφωνα με το Wikihealth.
Οι κύριες δραστικές ουσίες που περιέχουν τα άνθη του, η υπερικίνη και η υπερφορίνη, έχουν την ικανότητα να επηρεάζουν διάφορους νευροδιαβιβαστές, όπως η σεροτονίνη, η ντοπαμίνη και η νορεπινεφρίνη και γι’ αυτό έχουν μελετηθεί σε μεγάλο βαθμό. Στις μέρες μας, το βαλσαμόχορτο χρησιμοποιείται ευρέως ως αντικαταθλιπτικό και τοπικά για την επούλωση πληγών και αντιμετώπιση μυϊκών πόνων.
Ποια είναι η σχέση του βαλσαμόχορτου με την κατάθλιψη;
Η κατάθλιψη αποτελεί μια από τις βασικότερες ψυχικές ασθένειες της εποχής μας, που επηρεάζει σε μεγάλο βαθμό και δυσκολεύει την καθημερινή ζωή όσων πάσχουν από αυτή. Τα τελευταία 10-15 χρόνια το βαλσαμόχορτο έχει αποκτήσει ιδιαίτερο ενδιαφέρον στον τομέα της ψυχικής υγείας, λόγω των ευεργετικών ιδιοτήτων που παρουσιάζει. Εκχυλίσματα από τα άνθη του φυτού χρησιμοποιούνται πλέον σε αρκετές χώρες της Ευρώπης και της Αμερικής, ως ένας φυσικός τρόπος αντιμετώπισης της ήπιας ή μέτριας κατάθλιψης.
Σε αρκετές κλινικές μελέτες, όπως αυτή των Linde et al., παρατηρήθηκε σημαντική βελτίωση των συμπτωμάτων κατάθλιψης σε άτομα μετά τη λήψη βαλσαμόχορτου, σε αντίθεση με άτομα που έλαβαν απλώς ένα εικονικό φάρμακο. Παρόλα αυτά δεν έχει πραγματοποιηθεί σύγκριση της θεραπευτικής δράσης του βαλσαμόχορτου με άλλα αντικαταθλιπτικά φάρμακα που χρησιμοποιούνται στην περίπτωση ήπιας ή μέτριας κατάθλιψης. Άτομα με σοβαρή κατάθλιψη δεν φαίνεται να ευνοούνται από τη χρήση βαλσαμόχορτου και γι’ αυτό δεν συνιστάται σε αυτές τις περιπτώσεις.
Η αντικαταθλιπτική δράση του βαλσαμόχορτου έχει αποδοθεί σε ορισμένα ενεργά συστατικά του, όπως η υπερφορίνη, η υπερικίνη, η ψευδοϋπερικίνη και διάφορα φλαβονοειδή. Ο μηχανισμός δράσης φαίνεται πως είναι περίπλοκος, με τα συστατικά αυτά να δρουν προσθετικά ή συνεργιστικά σε πολλαπλούς στόχους.
Εκτός από την κατάθλιψη, αναφορές έχουν γίνει επίσης για αποτελεσματική χρήση του βαλσαμόχορτου στην αντιμετώπιση του άγχους, της ιδεοψυχαναγκαστικής διαταραχής και της διαταραχής ελλειμματικής προσοχής/υπερκινητικότητας (ADHD).
Ποιες είναι οι ευεργετικές ιδιότητες του βαλσαμόχορτου;
Έκτος από τις αντικαταθλιπτικές ιδιότητες που παρουσιάζει το βαλσαμόχορτο, έχουν αναφερθεί και άλλες ευεργετικές του ιδιότητες, οι οποίες όμως δεν έχουν αποδειχθεί επιστημονικά. Συγκεκριμένα το βαλσαμόχορτο μπορεί να:
- Δρα ως μυοχαλαρωτικό (πχ. ανακούφιση από τις κράμπες περιόδου)
- Δρα ως ήπιο ηρεμιστικό
- Έχει θετική επίδραση στο νευρικό σύστημα
- Δρα ως αντιφλεγμονώδες, μειώνοντας το πρήξιμο
- Βοηθά στην επούλωση πληγών και εγκαυμάτων
- Παρουσιάζει αντιϊκή δράση (πχ. καταπολεμά ιογενείς λοιμώξεις, όπως ο ιός του έρπητα ή ο ιός της ανθρώπινης ανοσοανεπάρκειας HIV)
- Βοηθά στην αντιμετώπιση της αϋπνίας
Υπάρχουν πιθανές παρενέργειες από τη χρήση βαλσαμόχορτου;
Έρευνες έδειξαν πως η κατανάλωση βαλσαμόχορτου για χρονικό διάστημα έως 12 εβδομάδων είναι ασφαλής. Ωστόσο, το βαλσαμόχορτο παρουσιάζει αλληλεπιδράσεις με αρκετά φάρμακα και μπορεί να γίνει επικίνδυνο σε ορισμένες περιπτώσεις ανθρώπων.
Η τοπική χρήση βαλσαμόχορτου μπορεί να προκαλέσει σοβαρές αντιδράσεις στο δέρμα κατά την έκθεση στον ήλιο, γι’ αυτό συνιστάται η αποφυγή έκθεσης στο ήλιο ή η χρήση αντηλιακού σε άτομα που το χρησιμοποιούν.
Έγκυες ή θηλάζουσες γυναίκες πρέπει να συμβουλεύονται τον γιατρό τους για τη λήψη φυτικών φαρμακευτικών σκευασμάτων, καθώς μπορεί να προκαλέσουν προβλήματα στο βρέφος.
Με ποια φάρμακα μπορεί να αλληλοεπιδράσει το βαλσαμόχορτο;
Το βαλσαμόχορτο έχει αποδειχθεί πως μπορεί να αλληλοεπιδράσει με ορισμένα φάρμακα και να επηρεάσει τη δράση τους ή να προκαλέσει σοβαρές ανεπιθύμητες παρενέργειες. Τα φάρμακα αυτά περιλαμβάνουν τα εξής:
- Αντισυλληπτικά χάπια
- Αντικαταθλιπτικά
- Φάρμακα για τη θεραπεία του AIDS (πχ. ινδιναβίρη και νεβιραπίνη)
- Αντιπηκτικά φάρμακα (πχ. βαρφαρίνη)
- Αντικαρκινικά φάρμακα (πχ. ιρινοτεκάνη και ιματινίμπη)
- Κυκλοσπορίνη, η οποία παρεμποδίζει την απόρριψη μεταμοσχευμένων οργάνων
- Φάρμακα για την καρδιά, όπως η διγοξίνη και η ιβαμπραδίνη
- Μερικές στατίνες (πχ. σιμβαστατίνη)