Με ένα νέο κύμα της πανδημίας που προκαλεί ο κορονοϊός να είναι προ των πυλών και τον χειμώνα να αναμένεται πολύ δύσκολος, ο Στέλιος Λουκίδης κάνει έκκληση να αυξηθούν οι εμβολιασμοί και να θωρακιστεί η χώρα.
Εκτός όλων αυτών, μιλώντας στο iatropedia.gr, ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας, καθηγητής ΕΚΠΑ, θέτει και θέμα ανασύνταξης των θεραπευτικών πρωτοκόλλων, ώστε να υπάρξει πιο αποτελεσματική θωράκιση των ασθενών με Covid-19.
Οι επιστήμονες αναζητούν τρόπους να αυξήσουν την προληπτική θωράκιση της χώρας απέναντι στον κορονοϊό, αλλά και να χρησιμοποιήσουν πιο αποτελεσματικά τα πλούσια πλέον θεραπευτικά “εργαλεία” που έχουν στα χέρια τους, δηλαδή τα φάρμακα κατά της Covid-19.
Όλα αυτά, παράλληλα με τα νέα μέτρα που εξετάζει η κυβέρνηση να θεσπίσει (επέκταση της υποχρεωτικότητας σε επαγγελματικές ομάδες, επιπλέον περιορισμοί στους ανεμβολίαστους) για την προστασία της υγείας των πολιτών και την προάσπιση της συνέχισης της κοινωνικής και οικονομικής ζωής του τόπου.
Ο Στέλιος Λουκίδης, o επιστήμονας που βρέθηκε το Σαββατοκύριακο στο στόχαστρο επίθεσης μαζί με συναδέλφους του από καταστηματάρχες της εστίασης που δεν τηρούσαν τα μέτρα, συνεχίζει, όπως λέει, να κάνει αυτό που επιτάσσει ο ρόλος του: Να αναζητά τρόπους καλύτερης οχύρωσης της χώρας απέναντι στην πανδημία, η οποία έχει αρχίσει πλέον να μας απειλεί ξανά, διασπείροντας χιλιάδες κρούσματα, αλλά και αυξημένες νοσηλείες και θανάτους.
«Πρέπει να επικεντρωθούμε στην τήρηση των μέτρων ατομικής προστασίας όλοι μαζί. Γιατί είμαστε όλοι μαζί σ’ αυτή τη μάχη, μια ομάδα, δεν πρέπει να είμαστε ξεχωριστοί άνθρωποι. Όλοι μαζί πρέπει να δουλεύουμε για το καλό μας», σημειώνει χαρακτηριστικά ο ίδιος.
«Χωρίς τρίτη δόση θα χάσουμε ό,τι κερδίσαμε»
Οι εμβολιασμοί τίθενται στο επίκεντρο αυτής της κοινής προσπάθειας. Τόσο με την εκστρατεία που ξεκινά η πολιτεία από σήμερα 1η Νοεμβρίου, με την αποστολή sms στους πολίτες που θα πρέπει να πειστούν να προχωρήσουν στον βασικό εμβολιασμό τους, όσο και με αυτούς που θα πρέπει να επισπεύσουν και να μην παραλείψουν την τρίτη ενισχυτική δόση, που παρατείνει την προστασία από τον κορονοϊό.
Κινδυνεύει να “εξανεμιστεί” το τείχος προστασίας του 60% εάν δεν γίνει η τρίτη δόση, προειδοποιεί ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας.
«Οι εμβολιασμένοι αρχίζουν και χάνουν την ανοσιακή απόκριση σιγά – σιγά, γιατί ο χρόνος είναι βασικό στοιχείο εναντίον. Έτσι με αυτή την προστασία στο άνω του 60% που λέμε αυτή τη στιγμή ότι μας προσφέρει το εμβόλιο, καταλαβαίνετε ότι σιγά – σιγά θα φθίνει και θα χαθεί, κοντά στον Δεκέμβριο – Ιανουάριο. Και θα χάσουμε αυτό που έχουμε κερδίσει. Εκτός από τον βασικό εμβολιασμό, το πρώτο πράγμα που πρέπει να γίνει, είναι μια πολύ μεγάλη εκστρατεία για να γίνει η τρίτη δόση, που είναι πολύ σημαντική για την προστασία κάποιων ομάδων ασθενών που δεν ανταποκρίνονται στον εμβολιασμό. Είναι ασθενείς με αιματολογικές κακοήθειες, ογκολογικοί άρρωστοι, μεταμοσχευσμένοι, κι εκεί πρέπει να βρούμε λύσεις πρόληψης γι’ αυτούς τους ανθρώπους», σημειώνει ο Στέλιος Λουκίδης.
Προτεραιότητα τα θεραπευτικά πρωτόκολλα των μονοκλωνικών αντισωμάτων
Παράλληλα με τους εμβολιασμούς, ειδική επιστημονική ομάδα εργάζεται εντατικά το τελευταίο διάστημα στην κατεύθυνση της προετοιμασίας του υγειονομικού συστήματος να αντέξει το επερχόμενο crash test μέσα στο χειμώνα. Εκτός από τα εμβόλια, οι γιατροί έχουν πλέον στα χέρια τους πολλαπλές θεραπευτικές επιλογές κατά της Covid-19. “Εργαλεία” τις οδηγίες των οποίων θα προσπαθήσουν να επικαιροποιήσουν, ώστε να τα καταστήσουν πιο αποτελεσματικά προς όφελος των ασθενών και του συστήματος Υγείας.
«Πρέπει να προετοιμαστούμε για τα θεραπευτικά πρωτόκολλα για το επόμενο διάστημα. Για την αντιμετώπιση που θα πρέπει να έχουμε, με βάση τα καινούργια δεδομένα με τη νόσο. Γιατί κατά τα ψέματα, υπάρχουν και κάποιες θεραπευτικές ελπίδες, όπως είναι τα μονοκλωνικά αντισώματα», λέει ο πρόεδρος της Ελληνικής Πνευμονολογικής Εταιρείας.
Η προτεραιοποίηση των μονοκλωνικών αντισωμάτων και ο καθορισμός της ομάδας των ασθενών που θα τα λάβουν όταν αυτά θα φτάσουν στη χώρα μας – κάτι που αναμένεται να συμβεί εντός του Νοεμβρίου – βρίσκεται ψηλά στην ατζέντα του Υπουργείου Υγείας.
«Θα πρέπει να στοχεύσουμε σε ανθρώπους που έχουν μολυνθεί δύο ή τρεις το πολύ ημέρες, αλλά είναι σε υψηλό κίνδυνο να κάνουν σοβαρή νόσο. Αυτούς θα πρέπει να τους χαρακτηρίσουμε πάρα πάρα πολύ καλά, και να βρούμε ποιοι θα πάρουν τα μονοκλωνικά με προτεραιοποίηση. Επειδή δεν είναι φάρμακο που μπορεί να το δίνουμε σε όλο τον κόσμο, καταλαβαίνετε λοιπόν πως μπορεί να υπάρξει και το αίσθημα της αδικίας. Ποιος θα πρωτοπάρει; Για μένα, θα πρέπει να είναι αυτή η ομάδα του πολύ υψηλού ρίσκου: δηλαδή είτε ο άνθρωπος ο οποίος ζει σε οίκο ευγηρίας, είτε έχει πολύ σοβαρή αιματολογική κακοήθεια, είτε είναι ο άρρωστος ο οποίος είναι μεταμοσχευμένος. Για μένα είναι αυτές οι τρεις ομάδες», τονίζει ο κ. Λουκίδης.
Ανάγκη ανασύνταξης των θεραπειών της Covid-19
Στο τραπέζι των αποφάσεων των ειδικών θα τεθούν άμεσα και οι θεραπευτικές παρεμβάσεις που δεν άπτονται του εμβολιασμού. Θα πρέπει δηλαδή, δοκιμασμένες μέσα στα δύο χρόνια της πανδημίας θεραπείες που έχουν αποδείξει την αποτελεσματικότητά τους, να προσαρμοστούν σε νεότερα επιστημονικά δεδομένα.
Ιδιαίτερη έμφαση θα πρέπει να δοθεί, σύμφωνα με τον ΣτέλιοΛουκίδη, και σε παλιές θεραπείες με νεότερη έγκριση, όπως είναι το φάρμακο Anakinra, της Ελληνικής Ομάδας Μελέτης Σήψης του Καθηγητή Γιαμαρέλλου-Μπουρμπούλη, το οποίο αναμένεται -ίσως και αυτήν την εβδομάδα- να λάβει έγκριση από τον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Φαρμάκων (ΕΜΑ).
Αναθεώρηση, όμως, χρειάζονται και τα πρωτόκολλα των θεραπειών κατά της Covid-19 που χορηγούνται σε ασθενείς στο σπίτι. Κάτι που ίσως βοηθήσει στη μείωση των νοσηλειών και της θνητότητας, σημειώνει ο Στέλιος Λουκίδης.
«Πρέπει να προσπαθήσουμε να κάνουμε σωστά τη δουλειά μας και στην κοινότητα. Γι’ αυτούς που νοσούν και είναι στο σπίτι. Πρέπει να προσπαθούμε να τους αξιολογήσουμε πολύ σωστά, χωρίς περιττές φαρμακευτικές θεραπείες, κι όταν βλέπουμε ότι κάποιος δεν πάει καλά, θα πρέπει να μπαίνει έγκαιρα στο νοσοκομείο. Για να μειώσουμε και τη θνητότητα. Γιατί μένουν πολλοί άνθρωποι, για πάρα πολύ καιρό στο σπίτι και επιδεινώνονται. Για μένα παίζει πολύ σημαντικό ρόλο αυτό. Γιατί υπάρχουν αποτελεσματικές θεραπείες που ισχύουν για το σπίτι και επιδεινώνονται χωρίς λόγο οι ασθενείς», καταλήγει ο καθηγητής.