Τα ευρήματα έρχονται σε αντίθεση με εκείνα για τον ΔΜΣ στις ενήλικες, διότι είναι γνωστό πως οι γυναίκες που αυξάνουν το βάρος μετά την εμμηνόπαυση έχουν και αυξημένο κίνδυνο καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση.
Αν και οι συγγραφείς της έρευνας δεν είναι σίγουροι ως προς τον λόγο που τα κορίτσια με υψηλότερο ΔΜΣ φαίνεται να προστατεύονται από τον καρκίνο του μαστού, προειδοποιούν ότι το υπερβολικό βάρος ή η παχυσαρκία μπορεί να έχει πολλές δυσμενείς επιπτώσεις στη γενική υγεία.
Η δρ. Dorthe Pedersen, επικεφαλής συγγραφέας της μελέτης, δήλωσε: «Τα αποτελέσματά μας υποδηλώνουν ότι η αύξηση του ΔΜΣ κατά την παιδική ηλικία μπορεί να μειώσει τον κίνδυνο καρκίνου του μαστού τόσο πριν, όσο και μετά την εμμηνόπαυση. Αλλά πρέπει να υπογραμμίσουμε ότι η αύξηση του βάρους πρέπει να μην θεωρείται τρόπος πρόληψης του καρκίνου του μαστού. Υπάρχουν πάρα πολλοί κίνδυνοι για την υγεία που συνδέονται με το υπερβολικό βάρος ή την παχυσαρκία. Είναι ζωτικής σημασίας για τις γυναίκες να διατηρούν ένα υγιές βάρος καθ’ όλη τη διάρκεια της ζωής τους«.
Ο καρκίνος του μαστού είναι ο πιο συνηθισμένος καρκίνος στις γυναίκες, με περίπου 1 στις 5 περιπτώσεις να αφορά σε γυναίκα κάτω των 50 ετών. Προηγούμενη έρευνα έχει αποδείξει τη σχέση μεταξύ του αυξημένου ΔΜΣ σε ενήλικες γυναίκες και του χαμηλότερο κίνδυνο καρκίνου του μαστού πριν από την εμμηνόπαυση, αλλά αυξημένο κίνδυνο μετά την εμμηνόπαυση.
Καρκίνος του μαστού: Πώς έγινε η έρευνα συσχέτισης με τον ΔΜΣ
Αν και ο υψηλός ΔΜΣ στην παιδική ηλικία μπορεί να είναι προστατευτικός έναντι του συνολικού κινδύνου για καρκίνο του μαστού, προηγούμενες μελέτες δεν ήταν αρκετά μεγάλες για να διερευνήσουν τη συσχέτιση αυτή ως προς την εμμηνόπαυση.
Για να παράσχουν περισσότερα στοιχεία, οι Δανοί ερευνητές ανέλυσαν στοιχεία για 173.373 γυναίκες, που γεννήθηκαν μεταξύ 1930 και 1996 (ηλικίας 25 έως 91 ετών). Συγκέντρωσαν πληροφορίες σχετικά με το ύψος και το βάρος από την ηλικία 7 έως 13 ετών των γυναικών αυτών. Τα περιστατικά καρκίνου του μαστού εντοπίστηκαν κατ’ αντιπαράθεση με το Δανικό Μητρώο Καρκίνου.
Κατά τη διάρκεια των -κατά μέσο όρο- 33 ετών παρακολούθησης, 4.051 γυναίκες διαγνώστηκαν με καρκίνο του μαστού πριν από την εμμηνόπαυση (σε ηλικία 55 ετών και κάτω) και 5.942 γυναίκες μετά την εμμηνόπαυση (μετά την ηλικία των 55 ετών).
Οι αναλύσεις υποδηλώνουν “αντίστροφους συσχετισμούς” μεταξύ του ΔΜΣ παιδικής ηλικίας και του κινδύνου καρκίνου του μαστού πριν και μετά την εμμηνόπαυση, πράγμα που σημαίνει ότι ο κίνδυνος για καρκίνο του μαστού μειώνεται καθώς ο ΔΜΣ αυξάνεται στην παιδική ηλικία.
Για παράδειγμα, κατά τη σύγκριση δύο κοριτσιών 7 ετών, εκείνο με τον υψηλότερο ΔΜΣ είχε 7% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού πριν την εμμηνόπαυση και 10% χαμηλότερο κίνδυνο εμφάνισης καρκίνου του μαστού μετά την εμμηνόπαυση σε σύγκριση με το κορίτσι με τον χαμηλότερο ΔΜΣ.
Οι συγγραφείς επισημαίνουν ότι απαιτούνται περαιτέρω μελέτες για να αποκαλυφθούν οι μηχανισμοί στους οποίους βασίζονται αυτές οι παρατηρήσεις. Αναγνωρίζουν ότι τα ευρήματα είναι μόνο συσχετισμοί, οπότε δεν μπορούν να εξαχθούν συμπεράσματα σχετικά με την αιτία και το αποτέλεσμα. Υπογραμμίζουν, δε, και διάφορους περιορισμούς στην έρευνα, όπως το ότι χρησιμοποιήθηκε ο ΔΜΣ ως δείκτης για το σύνολο λίπους στο σώμα, αλλά παιδιά με τον ίδιο ΔΜΣ μπορούν να έχουν διαφορετική κατανομή σωματικού λίπους και διαφορετικά συνολικά επίπεδα σωματικού λίπους.