Για περισσότερο από 3 μήνες η ανθρωπότητα ασχολείται με τον κορονοϊό και παρά την εκπληκτική ταχύτητα που, ειδικά τους τελευταίους μήνες, αποκαλύπτει κάποια από τα μυστικά του, αυτός εξακολουθεί να την εκπλήσσει. Οι κοινωνίες έχουν να κάνουν με έναν ύπουλο εχθρό και για την ώρα προσπαθούμε να του… κρυβόμαστε. Ακόμη και όσοι έχουν νοσήσει δεν έχει επιβεβαιωθεί η ανοσία τους σε αυτόν, ενώ ένα επόμενο κύμα έξαρσης της επιδημίας ελλοχεύει μετά το καλοκαίρι, μια περίοδο που αισιοδοξούμε ότι θα υποχωρήσει.
Όπως ανέφερε χθες ο κ. Σωτήρης Τσιόδρας, σύμφωνα με την μαθηματική εκτίμηση που παρουσίασαν επιστήμονες από το Χάρβαρντ, δεν φαίνεται να έχουμε έξαρση μέσα στους καλοκαιρινούς μήνες με δεδομένο το γεγονός βέβαια ότι θα έχουμε αναχαιτίσει ως χώρα την επιδημία με τα μέτρα που έχουμε λάβει. Αυτή η εκτίμηση όμως βασίζεται σε μελέτη αντίστοιχων κορονοϊών και τη συμπεριφοράς τους στο παρελθόν. Δεν αφορούν τον νέο ιό, αλλά λαμβάνονται υπόψη δεδομένα για την εποχικότητα και τις αλλαγές που μπορεί να επιφέρει η θερμοκρασία στην επιβίωση του στο περιβάλλον.
«Οι επιστήμονες έχουν λάβει υπόψη τους εκτιμήσεις και νούμερα από την ανοσία που προκαλούν στον πληθυσμό αντίστοιχοι κορονοϊοί και με βάση αυτά προβλέπουν ότι δεν θα είναι χειρότερα τα πράγματα το καλοκαίρι. Προβλέπουν ότι μπορεί να είναι χειρότερα τα πράγματα το φθινόπωρο-χειμώνα και σίγουρα χειρότερο, από κάτι αντίστοιχο που θα συμβαίνει το καλοκαίρι», αναφέρει ο καθηγητής.
«Δεν πρέπει να ξεχνάμε βέβαια και το ότι ο κόσμος το καλοκαίρι έχει και νότιο ημισφαίριο, κάτι που το βλέπουμε και με τη γρίπη. Οι επιδημίες της γρίπης στο νότιο ημισφαίριο είναι πολύ σημαντικότερες την περίοδο του καλοκαιριού για εμάς, αλλά χειμώνα για αυτούς. Και έχουμε στο παρελθόν ζήσει και εισαγόμενα περιστατικά γρίπης από συμπολίτες μας, ανθρώπους οι οποίοι ταξιδεύουν από την Αυστραλία και άλλες περιοχές του νοτίου ημισφαιρίου και έρχονται στην Ελλάδα, οι οποίοι πάντα θα αντιμετωπίζονται σαν άνθρωποι οι οποίοι είναι δυνητικά φορείς του ιού, ιδιαίτερα από χώρες που θα έχουν επιδημία το καλοκαίρι, αλλά θα είναι στο χειμώνα τους. Άρα μάλλον δεν θα δούμε κάποιο τέτοιο σενάριο με αυτό τον ιό» συμπληρώνει.
Αξίζει να αναφερθεί ότι σε πρόσφατη προβολή των εκτιμήσεων μετάδοσης του ιού την περίοδο μετά την πανδημία, επιστημονική ομάδα από το Πανεπιστήμιο του Χάρβαρντ χρησιμοποίησε γνωστά δεδομένα για τις επιδράσεις της εποχικότητας και της ανοσίας από άλλους κορονοϊούς. Με αυτά τροφοδότησε ένα μαθηματικό μοντέλο που αφορά την πορεία του νέου ιού. Το μοντέλο εκτιμά πως θα υπάρχουν νέα επιδημικά κύματα του ιού, τους επόμενους χειμώνες μετά το αρχικό σοβαρό κύμα που έχουν νιώσει οι περισσότερες χώρες. Αυτό είναι γνωστό και για άλλους κορονοϊούς και ισχύει. Οι κορονοϊοί αποτελούν κύρια αιτία ενός κοινού κρυολογήματος που μπορεί να έχει και σοβαρή έκβαση, κάθε χειμώνα.
«Εάν δεν υπάρξουν άλλα μέτρα, όπως παραδείγματος χάρη ένα καλό εμβόλιο, μια επιτυχής θεραπεία, τότε τα μέτρα αυτά που ζούμε όλοι μας με στόχο την επάρκεια του συστήματος υγείας, κάθε περίοδο θα είναι το κρίσιμο σημείο για την επιτυχή αντιμετώπιση του ιού, μέχρι να χτιστεί αυτό που ονομάζουμε συλλογική ανοσία» σημειώνει ο κ. Τσιόδρας.
Οι επιστήμονες τονίζουν την πιθανότητα πιο σημαντικών επιδημιών το χειμώνα σε σχέση με το καλοκαίρι και την ανάγκη συνεχούς επαγρύπνησης και επιτήρησης του ιού, τουλάχιστον για τα επόμενα δυο χρόνια. Σχετικά με την ανοσία εκείνων που νόσησαν από τον ιό, θα πρέπει να αναφέρουμε ότι συζητείται πάρα πολύ στην επιστημονική κοινότητα αυτή την στιγμή. Όμως και εδώ δεν υπάρχουν σαφή επιστημονικά δεδομένα, ότι η ανοσία κρατάει τουλάχιστον για κάποιο χρονικό διάστημα ενός έτους.
«Δεν είναι εύκολο ακόμα να το πούμε. Θα έχουμε στις επόμενες εβδομάδες περισσότερα επιστημονικά δεδομένα για το πόσο ισχυρή είναι η ανοσία κάποιου που έχει περάσει τον κορονοϊό» αναφέρει ο κ. Τσιόδρας και συμπληρώνει ότι με βάση τα δεδομένα από άλλους κορονοϊούς, φαίνεται ότι θα είναι ένα έτος. «Μπορεί να μην είναι το ίδιο για κάποιον που την έχει περάσει ελαφρά ή κάποιον ο οποίος έχει νοσήσει, όπως λέμε, ασυμπτωματικά» υποστηρίζει.