του Ιωάννη Κουζίου
Στις 11 Απριλίου 1826, ανήμερα της Κυριακής των Βαΐων, οι μαχητές πολιορκημένοι του Μεσολογγίου, αφού είχαν πλέον φθάσει στο έσχατο σημείο της ανθρώπινης αντοχής, αποφάσισαν να κερδίσουν την εσωτερική τους ελευθερία εξερχόμενοι από τα τείχη της πόλης, εκεί όπου τους περίμενε ο θάνατος. Ο εθνικός μας ποιητής Διονύσιος Σολωμός στο κορυφαίο και ανολοκλήρωτο ποίημα της ζωής του του Ελεύθεροι Πολιορκημένοι, περιγράφει συγκλονιστικά την ζωή μέσα στο Μεσολόγγι, « Άκρα του Τάφου σιωπή στον κάμπο βασιλεύει, λαλεί πουλί παίρνει σπυρί κι η μάνα το ζηλεύει. Τα μάτια η πείνα εμαύρισε, στα μάτια η μάνα μνέει. Στέκει ο Σουλιώτης ο καλός παράμερα και κλαίει. Έρμο τουφέκι σκοτεινό τι σε έχω γώ στο χέρι; όπου συ μου γινες βαρύ και ο Αγαρηνός το ξέρει».
Στο συμβούλιο που έγινε στον ιερό ναό του Αγ. Σπυρίδωνος υπό την προεδρία του επισκόπου Ρωγών Ιωσήφ, οι πρόκριτοι και οι οπλαρχηγοί αντιλαμβανόμενοι ότι η ζωή των πολιορκημένων ήταν δραματική καθώς η πείνα και οι αρρώστιες θέριζαν (έτρωγαν σκύλους, γάτες, ποντίκια και ότι άλλο έβρισκαν), αποφάσισαν να πραγματοποιηθεί η Έξοδος την νύκτα της 10ης προς 11ης Απριλίου 1826. Δέκα ή έντεκα χιλιάδες πολεμιστές, γυναικόπαιδα και άμαχοι από τους οποίους μόνο τρεισήμισι χιλιάδες ήταν οπλισμένοι αντιμετώπισαν με σθένος σαράντα χιλιάδες Οθωμανούς, Αλβανούς και Αιγύπτιους κατάφεραν να σωθούν μόνο χίλιοι εξακόσιοι μαχητές, τρακόσιοι άμαχοι και δεκατρείς γυναίκες.
Ανάμεσα στους μαχητές (άνδρες και γυναίκες), που πήραν μέρος στην Έξοδο ήταν και ο Βραχωρίτης οπλαρχηγός Ζαχαράκης Στάικος, μαζί με την κόρη του Ελένη. Ο Στάικος και δίπλα του ως πολεμίστρια η κόρη του, πολεμούσαν τους Αγαρηνούς στους προμαχώνες του Μεσολογγίου. Η Ελένη ήταν τότε είκοσι ετών κοπέλα, όμορφη, ψηλή, αδύνατη με μακριά ξανθά μαλλιά και μαύρα μάτια, σύμφωνα με τις πληροφορίες των απογόνων της οικογένειας. Από το μακελειό που έγινε κατά την διάρκεια της Εξόδου, ο πατέρα της σώθηκε ακρωτηριασμένος ενώ η ίδια αιχμαλωτίστηκε από τους Τούρκους. Η Ελένη για να αποφύγει τον βιασμό αποφάσισε να αυτοτυφλωθεί και έτσι να αποφύγει την ατίμωση, καθώς το θέαμα ήταν αποκρουστικό και αποτρεπτικό για τους επίδοξους βιαστές της. Αδιαφορώντας για την ζωή της πήρε ένα πηρούνι και έβγαλε το ένα της μάτι!!! Δεν γλύτωσε όμως τα άγρια βασανιστήρια.
Όταν το 1829 το Μεσολόγγι απελευθερώθηκε η Ελένη επέστρεψε και έζησε στην πόλη, τυφλή από το ένα της μάτι και αργότερα το 1832 που ελευθερώθηκε και το Βραχώρι (Αγρίνιο) εγκαταστάθηκε πλέον εκεί και έζησε άτεκνη, ως το θάνατό της στις 18 Ιουλίου 1887, μια ημέρα μετά από τον θάνατο του αδελφού της Σωτήρη Στάικου. Πριν όμως φύγει από την ζωή άφησε διαθήκη στην οικογένειά της κάθε δεύτερο κορίτσι που θα γεννιόταν να παίρνει το όνομα της και το γιλέκο (φωτό 2 ) που η ίδια είχε φιλοτεχνήσει και φόραγε εκείνο το βράδυ στην Έξοδο! Το γιλέκο περνώντας από γενιά σε γενιά έφθασε στα χέρια της τρισέγγονής της Ελένης Στάικου Ζαρόκωστα. Από το 2018 το ιστορικό γιλέκο βρίσκεται στο Ιστορικό μουσείο της Ιερής πόλης Μεσολογγίου μετά από δωρεά του Κωνσταντίνου Ζαρόκωστα υιού της Ελένης Στάικου Ζαρόκωστα.
Καργάκος Σ., « Η έξοδος», στο Η ελληνική επανάσταση του 1821, εκδ. Real Media Α.Ε., Αθήνα 2014.
Κόκκινος Δ., « Η έξοδος », στο Ιστορία της Ελληνικής Επανάστασις, εκδ. Μέλισσα, Αθήνα 1956.