Στο παρόν κείμενο θα ασχοληθούμε με την περιοχή της Καλαμάτας κατά τον 19ο αιώνα, έτσι όπως αυτή παρουσιάζεται στις περιηγήσεις του William Martin Leake και του ιατρού Χρήστου Κορύλλου στην Πελοπόννησο, με βάση τις καταγραφές των τελευταίων στα βιβλία “Travels in the Morea” και «Από Πατρών εις Καλαμάτα». Καταρχάς, πρέπει να γίνει σαφές ότι οι δύο αυτές περιηγητικές καταγραφές από τις πεζοπορίες στην Πελοπόννησο έχουν σημαντική χρονική απόσταση. Ο Leake κάνει το ταξίδι του στις αρχές του 19ου αιώνα, όταν η Πελοπόννησος βρίσκεται υπό Οθωμανική κατοχή, ενώ ο Κορύλλος στα τέλη του αιώνα, όταν η Πελοπόννησος ανήκει πλέον στο ελληνικό κράτος.
Οι δύο περιηγητές ακολουθούν διαφορετικές διαδρομές για να φτάσουν στη Μεσσηνία. Ο Leake περνά από τη Ζάκυνθο στην Ηλεία, οπού διασχίζει τη Γαστούνη, τον Πύργο, τον Λάλα, τις όχθες του ποταμού Αλφειού και τις αρχαιότητες της Ήλιδας και της Ολυμπίας. Από εκεί περνά στην Αρκαδία, στο Λεοντάρι την Τεγέα, την Αρχαία Μαντινεία, τη Μεγαλόπολη και την Τρίπολη και στη συνέχεια φτάνει Λακωνία, στο Μυστρά, στις σπαρτιάτικες αρχαιότητες, στη Μονεμβασιά και στη Μάνη. Ύστερα, περνά στη Μεσσηνία, στις Κιτριές και μετά στην Καλαμάτα. Αντίθετα, ο Κορύλλος ξεκινά από τον τόπο καταγωγής του, την Πάτρα, περνά από τις περιοχές της Ηλείας για να φτάσει από εκεί στη Μεσσηνία. Ο Leake κάνει μία περιοδεία ολόκληρης σχεδόν της Πελοποννήσου για λόγους κυρίως κατασκοπίας του χώρου (ως Βρετανός στρατιωτικός), ενώ ο Κορύλλος διασχίζει μία συγκεκριμένη διαδρομή από την Πάτρα έως την Καλαμάτα. Και στις δύο αυτές καταγραφές κυριαρχούν οι περιγραφές των τοπίων, των χωριών, των συνηθειών των ανθρώπων και ιδίως των αρχαιοτήτων, τις οποίες ο Leake, έχοντας ως «οδηγούς» τον Παυσανία και τον Στράβωνα, εντοπίζει με θαυμαστή ακρίβεια.
Ο Leake αρχικά αναφέρεται στις φυτείες ελαιόδεντρων που περιστοιχίζουν την Καλαμάτα. Εν συνεχεία εντοπίζει την έπαυλη του Μπενάκη που καταστράφηκε από τους Τούρκους λόγω της συμμετοχής του τελευταίου στην επανάσταση των Ορλωφικών του 1770. Επιπλέον, αναζητά τις αρχαίες περιοχές τις Μεσσηνίας προσπαθώντας να τις αντιστοιχίσει με τις σύγχρονές τους ονομασίες. Αναφέρει ότι η πόλη της Καλαμάτας αντιστοιχεί στις ομηρικές «Φάραι», ενώ η Σκαρδαμούλα στην Καρδαμύλη. Μας πληροφορεί, επίσης, για τις τοπικές διοικητικές αρχές του Βοεβόδα, του Καδή και του Κοτζαμπάση.
Το λιμάνι της Καλαμάτας, σύμφωνα με τον Leake, αποτελεί στις αρχές του 19ου αιώνα κέντρο εξωτερικού εμπορίου. Η περιοχή της Καλαμάτας διαθέτει σημαντική παραγωγή καλαμποκιού, σιταριού, βουτύρου, κριθαριού, τυριού, δέρματος, τα οποία εμπορεύεται στην υπόλοιπη Πελοπόννησο ή ανταλλάσσει με άλλα προϊόντα από τα υπόλοιπα μέρη της οθωμανικής αυτοκρατορίας ή της Ευρώπης. Το κατεξοχήν όμως παραγόμενο προϊόν είναι το μετάξι. Κάθε σπίτι, σχεδόν, διέθετε έναν χώρο εκτροφής μεταξοσκωλήκων. Η Καλαμάτα παράγει μεταξωτά μαντήλια με ζήτηση στην Ευρώπη και μεταξωτές γάζες που εξάγονται κυρίως στην Κωνσταντινούπολη και τη Μικρά Ασία. Σημαντική επίσης είναι η παραγωγή δέρματος για υποδήματα.
Τα τρία πρώτα στις εξαγωγές προϊόντα του εν λόγω Καζά (διοικητική περιφέρεια) είναι τα εξής : α) Το ακατέργαστο μετάξι, το οποίο εξαγόταν στο Τορίνο, τη Σμύρνη, τη Χίο, την Κωνσταντινούπολη, τη Σκόνδρα και τα Ιωάννινα. 7000 οκάδες μετάξι πωλούνταν για 180.000 γρόσια. β) Τα σύκα, τα οποία παράγονταν κυρίως στην Ανδρούσα και τη Μεσσήνη (ή Νησί). Η παραγωγή σε αυτές τις δύο περιοχές υπολογίζεται σε 2.000.000 περίπου τσαπέλες το χρόνο, το ήμισυ της οποίας κατευθυνόταν στο λιμάνι της Τεργέστης. γ) Το λάδι. Σε μία καλή χρονιά η Καλαμάτα παρήγαγε μέχρι και 6000 βαρέλια. Η τιμή του βαρελιού ήταν 38 γρόσια. O Leake αναφέρει ότι πριν από τη γαλλική επανάσταση η Καλαμάτα δεχόταν συχνά γαλλικά πλοία, τα οποία μετέφεραν μετάξι, δέρμα και βαμβάκι από τη Μεσσηνία στη Μασσαλία.
Από την άλλη μεριά, ο Κορύλλος βλέπει την Καλαμάτα των τελών του 19ου αιώνα. Παρατηρεί ότι, παρά την υλική ανάπτυξή της, μόλις κατάφερε, μετά από 60 χρόνια ελευθερίας, να έχει κατοικίες παράπλευρα του ποταμού Νέδοντα και ότι μοιάζει ακόμα με «κατατετμημένην μπαράκαν». Επίσης, επισημαίνει την έλλειψη των απαραίτητων οδών και την ανεπάρκεια του φωτισμού στην πόλη. Στη συνέχεια, κάνει λόγο για τους αρχαίους ναούς της περιοχής και τη μονή καλογραιών, στην οποία οι μοναχές εξασκούν την καλλιέργεια μεταξιού.
Όσον αφορά στην οικονομία και την παραγωγή κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, η Καλαμάτα -σύμφωνα με τον Κορύλλο- έχει αναπτυγμένη οινοπνευματοποιία με σημαντική εσωτερική κατανάλωση. Η περιοχή αποτελεί προμηθεύτρια -όλης της δυτικής Πελοποννήσου- προϊόντων που φθάνουν από την Εσπερία. Η σιδηροδρομική και οδική σύνδεση με τη Λακωνία είναι ανεπαρκής, πράγμα που αποτελεί ανασταλτικό παράγοντα στις μεταξύ τους εμπορικές σχέσεις. Η μεσσηνιακή γη παρουσιάζεται γονιμότατη και πλούσια, με κύρια παραγόμενα προϊόντα τη σταφίδα, τα σύκα, το κρασί και το λάδι, παρά το γεγονός ότι οι καλλιεργητές πλήττονται πολλές φορές από τους τόκους ασυνείδητων τοκογλύφων. Τέλος, ο Κορύλλος δίνει πληροφορίες για τις περιοχές γύρω από την Καλαμάτα -κυρίως τοπογραφικές και μνημειακές-, για το Νήσιον, τον Πάμισο, τη Μεθώνη, την Κορώνη κ.α..
Το συμπέρασμα με βάση τις παραπάνω περιγραφές είναι ότι η Καλαμάτα δεν άλλαξε ιδιαίτερα οικονομικά και παραγωγικά, από τις αρχές μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα, με εξαίρεση την εισαγωγή της καλλιέργειας της σταφίδας. Η Καλαμάτα επίσης -παρά την όποια εμπορική και παραγωγική κάμψη που ενδεχομένως υπέστη- παραμένει και επί ελληνικού κράτους (όπως και επί τουρκοκρατίας) το κύριο εμπορικό κέντρο στην Πελοπόννησο και η κατεξοχήν προμηθεύτρια των υπολοίπων περιοχών, είτε δικών της προϊόντων, είτε των εισαγόμενων από την Ευρώπη.