Είχαν περάσει τέσσερα χρόνια και λίγοι μήνες από τότε που τα Γιάννενα, η Κόνιτσα, οι Φιλιάτες, η Ηγουμενίτσα, η Παραμυθιά και άλλες περιοχές της Ηπείρου είχαν απελευθερωθεί από την οθωμανική κατοχή που ήταν μακραίωνη. Σχεδόν 500 χρόνια, από το 1430 ως το 1912 – 1913.
Ήταν το 1917. Ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος εξέλιξη, το Βορειοηπειρωτικό ζήτημα παρέμενε άλυτο παρά την υπογραφή των Πρωτοκόλλων της Φλωρεντίας (1913) και της Κέρκυρας (1914). Και χωρίς να το περιμένει σχεδόν κανείς, μεγάλο μέρος των σημερινών νομών Ιωαννίνων και Θεσπρωτίας βρέθηκε υπό ιταλική κατοχή.
Πρόκειται για μία τελείως άγνωστη περίοδο της ελληνικής ιστορίας, για την οποία υπάρχουν ελάχιστες πήγες. Και ενώ τα Γιάννενα, οι γειτονικές τους περιοχές και η οι θεσπρωτικές κωμοπόλεις, εγκαταλείφθηκαν από τους Ιταλούς λίγους μήνες αργότερα, το λεγόμενο «τρίγωνο του Πωγωνίου»(Καλπάκι, Μελισσόπετρα Κόνιτσας – Αρίνιστα(σημ. Κτίσματα) παρέμεινε υπό ιταλική κατοχή ως τα τέλη του 1919.
Οι λιγοστές πηγές, στις οποίες θα αναφερθούμε στο τέλος του άρθρου, μας δίνουν πάντως, αν τις εξετάσουμε συνολικά, μια σχεδόν πλήρη εικόνα για όσα συνέβησαν στην Ήπειρο από τις αρχές του 1917 ως το 1919. Καλό θα είναι αυτή η σκοτεινή περίοδος της ιστορίας της Ηπείρου να φωτιστεί περισσότερο από το επίσημο Ελληνικό Κράτος και να διευκρινιστούν κάποια γεγονότα για τα οποία υπάρχουν διαφορετικές εκδοχές.
Ήπειρος: ο διαχρονικός στόχος της Ιταλίας
Από την ενοποίησή της η Ιταλία (1870) πέρασε από διάφορα στάδια για να καταλήξει, προς το τέλος οθωμανικής κυριαρχίας στα Βαλκάνια, στην πολιτική θέση ότι τα συμφέροντά της είναι στενά συνδεδεμένα με τα συμφέροντα της Αλβανίας. Γι’ αυτό πρωτοστάτησε στη δημιουργία αυτόνομου ή ανεξάρτητου αλβανικού κράτους.
Η αντιπαράθεσή της με την Ελλάδα χρονολογείται από την εποχή των Βαλκανικών Πολέμων όταν στην ιταλοαυστριακή αντιπαλότητα για τον χαρακτήρα και την έκταση του αλβανικού κράτους προστέθηκε και η Ελλάδα. Οι ιταλικές αντιδράσεις συντέλεσαν ουσιαστικά στην διακοπή της προέλασης του ελληνικού στρατού ύστερα από την κατάληψη των Ιωαννίνων και τμήματος της Βορείου Ηπείρου. Είναι πλέον δεδομένο ότι ο τεχνητός όρος Νότια Αλβανία είναι δημιούργημα του αυστροουγγρικού επιτελείου αντί του καθιερωμένου ιστορικά Βόρεια Ήπειρος ή ακόμα και των ρωμαϊκών παλαιά Ήπειρος και νέα Ήπειρος (Bianconi-Cheradame-Wesselitsky, «La Question Albanaise», Paris Hachette 1913, σελ. 8).
Η Ήπειρος κατά τον Α’ Παγκόσμιο Πόλεμο
Η έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου το καλοκαίρι του 1914 προκάλεσε αναταράξεις στην Ελλάδα, όπου ήταν ορατά τα σημάδια του εθνικού διχασμού και ιδιαίτερα στην Ήπειρο. Ο βορειοηπειρωτικός αγώνας δεν είχε ακόμα τελειώσει, ενώ στην Κεντρική Αλβανία υπήρχε έντονη δράση αλβανικών επαναστατικών στοιχείων. Ο πρωθυπουργός Ελευθέριος Βενιζέλος επιδίωξε την κατάληψη της Βορείου Ηπείρου για να μπορέσει να επιβάλλει μια σχετική τάξη στην περιοχή. Οποιαδήποτε ενέργεια των Ελλήνων όμως στη Βόρεια Ήπειρο προσέκρουε στις ιταλικές αντιδράσεις.
Η Ιταλία δεν επιθυμούσε να δοθεί στην Ελλάδα ούτε η απέναντι από την Κέρκυρα ηπειρωτική ακτή, καθώς θεωρούσε ότι έτσι η χώρα μας θα αποκτούσε τον έλεγχο της Αδριατικής στα στενά του Οτράντο. Παράλληλα, επιδίωκε με κάθε τρόπο να αποκομίσει από την Αλβανία την Αυλώνα και τη νήσο Σάσωνα, που όπως έχουμε γράψει δόθηκε με νόμο από την κυβέρνηση Βενιζέλου στην Αλβανία το 1914. Ο Κρητικός πολιτικός πρότεινε το1914 στη βρετανική κυβέρνηση την κατάληψη της Βορείου Ηπείρου, απ’ όπου είχε αποχωρήσει ο ελληνικός στρατός λίγους μήνες νωρίτερα. Ο Βρετανός ΥΠΕΞ Έντουαρντ Γκρέι δέχτηκε το αίτημα Βενιζέλου με τον όρο ότι η κατάληψη θα ήταν προσωρινή, η Ελλάδα θα αποχωρούσε όταν της το ζητούσαν οι Μεγάλες Δυνάμεις, ενώ παράλληλα θα συναινούσε στην κατάληψη της Αυλώνας και της Σάσωνος από την Ιταλία.
Ο Ελληνικός Στρατός με επικεφαλής τους Στρατηγούς Ιωάννου και Παπούλα και τον Συνταγματάρχη Κοντούλη κατάλαβε μεγάλο τμήμα της Βορείου Ηπείρου (Αργυρόκαστρο, Πρεμετή και Κορυτσά)τον Οκτώβριο του 1914. Ο Βενιζέλος είχε την κρυφή ελπίδα ότι με τη λήξη του πολέμου η προσωρινή ελληνική κατοχή στη Βόρεια Ήπειρο θα γινόταν μόνιμη. Και πραγματικά φάνηκε ότι άρχισε να δικαιώνεται, όταν στις 26 Απριλίου 1915 υπογράφηκε η Συνθήκη του Λονδίνου, με την οποία δίνονταν εδαφικά και άλλα ανταλλάγματα για να πάρει μέρος στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ. Με το άρθρο 6 της συνθήκης δινόταν στην Ιταλία πλήρης κυριαρχία σε Αυλώνα και Σάσωνα και ένα σημαντικό κομμάτι της αλβανικής ενδοχώρας, το οποίο οριζόταν στα βόρεια και ανατολικά από τα ποταμό Αώο και τα βόρεια σύνορα της περιφέρειας της Χιμάρας στον νότο ,ώστε να εξασφαλίζεται η άμυνα των δύο αυτών σημείων. Με το άρθρο 7 της ίδιας συνθήκης δεσμευόταν η Ιταλία αν καταλάμβανε την Ίστρια (χερσόνησο της Αδριατικής), τη Δαλματία και το Τρεντίνο και αν το κεντρικό τμήμα της Αλβανίας παραχωρούνταν για την ίδρυση αυτόνομου ουδέτερου αλβανικού κράτους, να μην αντιδράσει ούτε στην παραχώρηση της Βορείου Ηπείρου στην Ελλάδα ούτε για τον διαμελισμό της Βόρειας Αλβανίας μεταξύ Σερβίας και Μαυροβουνίου. Το τμήμα της ακτής από το νότιο τμήμα της ιταλικής ζώνης στην Αυλώνα ως το ακρωτήριο Στύλος θα μετατρεπόταν σε ουδέτερη ζώνη. Οι Ιταλοί ήθελαν να προστατεύσουν την Αυλώνα από τυχόν ελληνική ή σερβική επίθεση. Τα πράγματα φάνταζαν ιδιαίτερα ευνοϊκά για τη χώρα μας. Δυστυχώς όμως για μία ακόμη φορά ολέθρια λάθη της εξωτερικής μας πολιτικής απέβησαν μοιραία.
Οι μοίρες εκλογές και τα τραγικά λάθη
Τον Φεβρουάριο του 1915 όμως ο Βενιζέλος διαφώνησε με τον Κωνσταντίνο για την συμμετοχή της Ελλάδας στην εκστρατεία της Καλλίπολης στο πλευρό της Αντάντ. Έτσι ο Κωνσταντίνος διόρισε κυβέρνηση υπό τον Δημήτριο Γούναρη (25 / 2 / 1915). Ήταν η πρώτη κυβέρνηση της περιόδου του Εθνικού Διχασμού. Στις 31 Μαΐου / 15 Ιουνίου 1915 έγιναν εκλογές, τις οποίες κέρδισαν με μεγάλη διαφορά οι Φιλελεύθεροι του Ελευθερίου Βενιζέλου. Καθώς ο βασιλιάς Κωνσταντίνος υπέφερε από βαριά πλευρίτιδα, η κυβέρνηση σχηματίστηκε στις 10 Αυγούστου 1915. Ωστόσο, λόγω σφοδρών διαφωνιών μεταξύ Κωνσταντίνου – Βενιζέλου, ιδιαίτερα μετά την αποβίβαση στρατευμάτων της Αντάντ(150.000 άνδρες) στη Θεσσαλονίκη, τα πράγματα οδηγήθηκαν στην παραίτηση της κυβέρνησης Βενιζέλου στις 22 / 9 / 1915. Ο Κωνσταντίνος έδωσε εντολή σχηματισμού κυβέρνησης στον μετριοπαθή πολιτικό Αλέξανδρο Ζαΐμη.
Βασιλιάς Κωνσταντίνος
Να σημειώσουμε ότι οι εκλογές του Μαΐου 1915, είχαν διεξαχθεί από την υπηρεσιακή κυβέρνηση Δημητρίου Γούναρη , πρωτοεμφανιζόμενου τότε, ο οποίος όπως είναι γνωστό έπαιξε σημαντικό ρόλο τα επόμενα χρόνια και ήταν ένας από τους έξι που εκτελέστηκαν στο Γουδί (ή στο Γουδή) το 1922.
Μετά την παραίτηση Βενιζέλου στις 22/9/1915, πραγματοποιήθηκαν νέες εκλογές , στις 6 Δεκεμβρίου 1915, από την κυβέρνηση Στέφανου Σκουλούδη, προσώπου της απόλυτης εμπιστοσύνης του βασιλιά . Από τις εκλογές αυτές απείχε το “Κόμμα των Φιλελευθέρων” του Ελευθέριου Βενιζέλου και λόγω και της επιστράτευσης του Οκτωβρίου του 1915, η προσέλευση των ψηφοφόρων ήταν πολύ μικρή. Ψήφισαν μόνο 334.000 άνδρες, καθώς όπως γνωρίζουν οι αναγνώστες μας, οι γυναίκες δεν είχαν τότε δικαίωμα ψήφου. Κάτι βέβαια που ίσχυε και σε πολλές ακόμα χώρες του κόσμου. Η πρώτη χώρα που έδωσε δικαίωμα ψήφου στις γυναίκες ήταν η Νέα Ζηλανδία, μόλις το 1893! Ενδεικτικά αναφέρουμε ότι οι Βρετανίδες, άνω των 30 ετών μάλιστα, ψήφισαν για πρώτη φορά μόλις το 1918!
Επανερχόμαστε τώρα στα γεγονότα του 1915 στη χώρα μας. Την πρώτη θέση στις εκλογές της 6/12/1915 κατέλαβε τον “Κόμμα των Εθνικοφρόνων” του Δημητρίου Γούναρη , ωστόσο πρωθυπουργός εξακολούθησε να είναι ο Στέφανος Σκουλούδης. Η κυβέρνησή του, κήρυξε επίσημα την ένωση της περιοχής της Βορείου Ηπείρου στην οποία αναφερθήκαμε παραπάνω, με βασιλικό διάταγμα (Μάρτιος 1916), ενώ και οι 16 Βορειοηπειρώτες βουλευτές που είχαν εκλεγεί τον Μάιο του 1915 αλλά δεν είχαν γίνει δεκτοί στη Βουλή, εισήλθαν πανηγυρικά στην Εθνική Αντιπροσωπεία. Η Ιταλία αλλά και οι Μεγάλες Δυνάμεις διαμαρτυρήθηκαν έντονα προς τη χώρα μας.
Παράλληλα, στον πόλεμο μπήκε και η Βουλγαρία, στο πλευρό των Κεντρικών Δυνάμεων. Στις 26 Μαΐου 1916, οι στρατιωτικοί κύκλοι του βασιλιά Κωνσταντίνου παρέδωσαν αμαχητί (!) στη γειτονική χώρα τα οχυρά του Ρούπελ για να επιβεβαιώσει η Ελλάδα τη φιλική προς τις Κεντρικές Δυνάμεις “διαρκή ουδετερότητα”, αλλά και ως αντίβαρο για την κατάληψη της Θεσσαλονίκης από δυνάμεις της Αντάντ το φθινόπωρο του 1915. Ακολούθησαν η παράδοση της Δράμας, της Καβάλας και των Σερρών, αλλά η τραγική παράδοση του ελληνικού Δ’ Σώματος Στρατού με περισσότερους από 7.000 αξιωματικούς και στρατιώτες, οι οποίοι μεταφέρθηκαν αιχμάλωτοι στο στρατόπεδο Γκέρλιτς στα γερμανοπολωνικά σύνορα! Επρόκειτο για μια από τις πιο ντροπιαστικές στιγμές της νεότερης, και όχι μόνο, ελληνικής ιστορίας. “Αίσχος εις τας ημέρας του ελληνισμού”, έγραψε ο φιλοβενιζελικός δημοσιογράφος Γ. Βεντήρης. Την παράδοση αποφάσισε η κυβέρνηση Σκουλούδη και ο τότε αναπληρωτής επιτελάρχης Ιωάννης Μεταξάς με τη σύμφωνη γνώμη του βασιλιά. Μετά την τυπική λήξη του εθνικού διχασμού και την επάνοδο στην πρωθυπουργία του Ελευθερίου Βενιζέλου, στη “Δίκη του Πρώην Επιτελείου” (“Υπόθεση Ρούπελ”), καταδικάστηκαν σε θάνατο ο Βίκτωρ Δούσμανης, αρχηγός ΓΕΣ το 1916 και ο Ιωάννης Μεταξάς . Η ποινή του Δούσμανη μετατράπηκε σε ισόβια, καθώς ήταν ήδη εξόριστος στην Κορσική, ενώ ο Μεταξάς, λόγω της αναπάντεχης ήττας των βενιζελικών στις εκλογές του 1920, δεν εκτελέστηκε ακόμα κι όταν επέστρεψε από την εξορία.
Η ιταλική προέλαση στην Ήπειρο
Βλέποντας όλα αυτά οι Ιταλοί, με κινητήριο μοχλό τον πανούργο και ανθέλληνα Υπουργό Εξωτερικών Sonninο αποφάσισαν να κινηθούν νότια της Αυλώνας. Αντίθετα στα τέλη Μαρτίου 1917 κατέλαβαν τους Φιλιάτες και εγκατέστησαν φυλάκια στον Καλαμά, αποκόπτοντας την επικοινωνία με την υπόλοιπη χώρα. Ακολούθησαν τον Μάιο, η Ηγουμενίτσα, η Παραμυθιά, το Μαργαρίτι, η Πάργα, το Μέτσοβο και τέλος τα Γιάννενα. Παντού οι Ιταλοί έδιναν στις ελληνικές Αρχές 48ωρη προθεσμία να εγκαταλείψουν τις πόλεις-κωμοπόλεις, εκτός από τα Γιάννενα, όπου η προθεσμία ήταν 15μερη.
Εκτός απ’ όλα τα άλλα, η ιταλική κατοχή δημιούργησε σοβαρά προβλήματα τροφοδοσίας στους κατοίκους των περιοχών που κατέλαβαν. Αναφέρονται επίσης αρπαγές ζώων, αυθαίρετες φυλακίσεις Ελλήνων, εκδίωξη δασκάλων από τα σχολεία, παρεμπόδιση κυκλοφορίας ελληνικών εφημερίδων, ακόμα και εκτελέσεις Ελλήνων χωρίς κανένα λόγο... Ήταν φανερό ότι οι Ιταλοί πήγαν στην Ήπειρο για να μείνουν και δεν επρόκειτο για προσωρινή κατοχή, όπως ισχυρίζονταν. Παράλληλα, ενθάρρυναν και υποστήριζαν τους Αλβανούς της Βορείου Ηπείρου, τους Τσάμηδες της Θεσπρωτίας και τους βλαχόφωνους των Ζαγοροχωρίων και της Πίνδου, όπου πάντοτε υπήρχε και η ρουμανική προπαγάνδα, σε διαμάχες τους με Έλληνες.
Ο Βενιζέλος στην εξουσία - Οι Ιταλοί αποχωρούν από το μεγαλύτερο μέρος της Ηπείρου
Τον Ιούλιο του 1917, έγινε κάτι μοναδικό στην ελληνική, και όχι μόνο, ιστορία. Με διάταγμα που προώθησε ο Γάλλος αρμοστής Σαρλ Ζονάρ, επανήλθε η Βουλή του Μαΐου το 1915. Το διάταγμα υπέγραψε ο νεαρός και πρόωρα χαμένος, βασιλιάς Αλέξανδρος Α’, γιος του Κωνσταντίνου ο οποίος εκθρονίστηκε. Η Βουλή αυτή, ονομάστηκε “Βουλή των Λαζάρων” και παρέμεινε ως το 1920 χωρίς τη διενέργεια εκλογών. Κάτι τέτοιο, δεν επαναλήφθηκε ποτέ στην ελληνική πολιτική ιστορία.
Η άνοδος του Βενιζέλου στην εξουσία, η πίεση των Συμμάχων της Αντάντ, αλλά και οι αντιδράσεις των Ηπειρωτών, άλλαξαν άρδην τα δεδομένα. Οι Ιταλοί που ετοιμάζονταν να κατέβουν νοτιότερα, προς Πρέβεζα, Άρτα κλπ., υποχρεώθηκαν στις 28 Σεπτεμβρίου 1917, όταν πλέον η Ελλάδα είχε εισέλθει στον πόλεμο στο πλευρό της Αντάντ, να εγκαταλείψουν τα εδάφη της Ηπείρου που είχαν καταλάβει. Η αποκατάσταση της ελληνικής κυριαρχίας στην περιοχή και των ελληνικών πολιτικών και στρατιωτικών αρχών, ανατέθηκαν στον Αντιστράτηγο Κωνσταντίνο Μοσχόπουλο, ο οποίος ορίστηκε διοικητής Ηπείρου και Κέρκυρας.
Το Τρίγωνο του Πωγωνίου
Ωστόσο ένα τμήμα απ’ όσα είχαν καταλάβει οι Ιταλοί, παρέμεινε στην κατοχή τους. Επρόκειτο για το λεγόμενο “Τρίγωνο του Πωγωνίου”. Οι πηγές “ορίζουν” τις κορυφές του, στη Μελισσόπετρα Κόνιτσας, στα Κτίσματα (τότε Αρίνιστα) Πωγωνίου και στο Καλπάκι. Ψάχνοντας, στο διαδίκτυο αλλά και στα βιβλία που έχουμε στη διάθεσή μας, βρήκαμε ότι η μία “κορυφή” του Τριγώνου, δεν βρισκόταν στο Καλπάκι (που απέχει περίπου 35 χλμ. από τα Γιάννενα), αλλά στο 28ο χιλιόμετρο της Εθνικής Οδού Ιωαννίνων-Κακαβιάς, πιθανότατα στην τοποθεσία Καλυβάκια. Άλλωστε, το χωριό Νεγράδες που είχαν καταλάβει οι Ιταλοί, βρίσκεται πριν το Καλπάκι. Υπήρχαν στην περιοχή ελληνικό και ιταλικό φυλάκιο και οι προστριβές μεταξύ Ελλήνων και Ιταλών ήταν συχνές. Η δεύτερη “κορυφή” του τριγώνου, σύμφωνα με το εγκυρότατο βιβλίο του αείμνηστου Κ.Δ. Παπανικολάου “Η ΛΑΚΚΑ ΠΩΓΩΝΙΟΥ ΚΑΙ ΤΟ ΨΗΛΟΚΑΣΤΡΟ ΙΩΑΝΝΙΝΩΝ” δεν βρισκόταν στα Κτίσματα, αλλά στη Στρατίνιστα, λίγα χιλιόμετρα αριστερά από την Εθνική Οδό Ιωαννίνων-Κακαβιάς. Εκεί στρατοπέδευε ιταλική στρατιωτική μονάδα, ενώ στο διπλανό Ψηλόκαστρο (τότε Κολοδέ(ς)), βρισκόταν ο Ελληνικός Στρατός. Η τρίτη “κορυφή” του Τριγώνου, ήταν η Μελισσόπετρα της Κόνιτσας.
Στέφανος Σκουλούδης
Τελικά οι Ιταλοί εγκατέλειψαν και το “Τρίγωνο του Πωγωνίου” τον Νοέμβριο του 1919. Αυτή ήταν η, μάλλον άγνωστη, ιταλική κατοχή της Ηπείρου, σε συνδυασμό με τα πολιτικά γεγονότα της εποχής. Η εύανδρος Ήπειρος, φαίνεται ότι δεν... ανέχεται τους Ιταλούς. Το έμαθαν ακόμα καλύτερα οι γείτονες το 1940-1941, όταν αντί να πιούν καφέ στα Γιάννενα σε 2-3 μέρες, βρέθηκαν στριμωγμένοι στα αφιλόξενα αλβανικά βουνά από τους γενναίους προγόνους μας...