Το παρασκήνιο της πρότασης νόμου, οι μεταθέσεις της συζήτησης και οι πολιτικές σκοπιμότητες που κρατούσαν μέχρι και πριν από 26 χρόνια λησμονημένη τη Γενοκτονία.
Αρχές του 1991 φτάνει στο γραφείο του προέδρου του ΠΑΣΟΚ Ανδρέα Παπανδρέου μια επιστολή υπογεγραμμένη από τους Πόντιους βουλευτές της Κοινοβουλευτικής Ομάδας του. Αυτό που του ζητούν είναι να κατατεθεί πρόταση νόμου για την επίσημη αναγνώριση από τη Βουλή των Ελλήνων της Γενοκτονίας των 353.000 Ποντίων που πραγματοποίησαν οι Τούρκοι από το 1916 έως το 1923 και παράλληλα να καθιερωθεί η 19η Μαΐου ως ημέρα μνήμης, όπως γράφει η εφημερίδα "Έθνος".
του Γιώργου Σαρρή
Η επιλογή της ημερομηνίας
Γιατί επελέγη η συγκεκριμένη ημερομηνία; Επειδή τη 19η Μαΐου 1919 ο στρατιωτικός και πολιτικός Μουσταφά Κεμάλ (μετέπειτα «Ατατούρκ») αποβιβάστηκε στη Σαμψούντα, προκειμένου να συνεχίσει «με εντονότερο και πιο φρικιαστικό τρόπο τη συστηματική Γενοκτονία του Ελληνισμού του Πόντου που είχε ξεκινήσει τέσσερα χρόνια νωρίτερα». Ο ιδρυτής του ΠΑΣΟΚ και αρχηγός του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης συνηγορεί, εκτιμώντας μάλιστα ότι η πρωτοβουλία θα υιοθετούνταν διακομματικά. Εκείνη την περίοδο στην εξουσία βρίσκεται η Νέα Δημοκρατία του Κωνσταντίνου Μητσοτάκη, πατέρα του νυν πρωθυπουργού. Η αλήθεια είναι ότι η υποβολή της σχετικής πρότασης στο Κοινοβούλιο άργησε να γίνει.
Η κατάθεση θα πραγματοποιηθεί τελικά την 1η Απριλίου 1992 από 22 βουλευτές του Κινήματος. Παρά τις καλές προθέσεις της τότε υφυπουργού Εξωτερικών, Βιργινίας Τσουδερού, το ζήτημα δεν προωθήθηκε τελικά προς συζήτηση επειδή δεν κατέστη δυνατό να βρεθεί κατάλληλη ημερομηνία στην Ολομέλεια. Τον Οκτώβριο του 1993 στήνονται εκ νέου κάλπες. Αυτήν τη φορά κερδίζει τις εκλογές με ευρεία πλειοψηφία 170 εδρών το ΠΑΣΟΚ. Ο Ανδρέας Παπανδρέου, καταβεβλημένος από τα προβλήματα υγείας, αλλά απαλλαγμένος από τις κατηγορίες περί ανάμειξης σε σκάνδαλα, επιστρέφει στην εξουσία.
Ακριβώς δύο μήνες αργότερα, στις 9 Δεκεμβρίου 1993, η πρόταση επανακατατίθεται και τελικά ψηφίζεται με ευρεία πλειοψηφία από το Σώμα στις 24 Φεβρουαρίου 1994. Μάλιστα εννέα βουλευτές της Νέας Δημοκρατίας καταθέτουν τροπολογία προκειμένου να τιμάται κάθε χρόνο σε όλα τα σχολεία της χώρας με τελετές, αν και στην πρόταση νόμου του ΠΑΣΟΚ προσδιοριζόταν ότι με Προεδρικό Διάταγμα και ύστερα από γνώμη των ποντιακών σωματείων θα καθορίζεται ο χαρακτήρας καθώς και το περιεχόμενο των εκδηλώσεων μνήμης.
Η αποκαλυπτική εισηγητική έκθεση
Αξίζει να σταθούμε στη νέα εισηγητική έκθεση της πρότασης νόμου που κατατέθηκε τότε, καθώς αποτυπώνει εν συντομία την ιστορία του Ποντιακού Ελληνισμού αλλά και των δεινών που υπέστη: «Η παρουσία των Ποντίων στη Μικρά Ασία και στα παράλια του Εύξεινου Πόντου, από τη Σινώπη στα δυτικά μέχρι τον Υψη στα ανατολικά, μαρτυρείται από πολλές ιστορικές πηγές. Παρουσία που χρονολογείται από τις αρχές της πρώτης χιλιετίας προ Χριστού, όπως διαβάζουμε. Η ύπαρξή τους παίρνει πολλές φορές αυτόνομη πολιτική κρατική μορφή, είτε με αυτήν της πόλης-κράτους της αρχαίας κλασικής περιόδου είτε με τη μορφή του κράτους-χώρου της ελληνιστικής περιόδου, με τους Μιθριδάτες βασιλείς του Πόντου, είτε με την Αυτοκρατορία της Τραπεζούντας από το 1204-1461, οπότε αρχίζει η οθωμανική κατοχή.
Κάτοικος του Πόντου με τη χαρακτηριστική τοπική ενδυμασία
Το οθωμανικό καθεστώς υπέβαλε συστηματικά τον ποντιακό λαό σε απαράδεκτες συνθήκες διαβίωσης, με στόχο την αλλοίωση της ταυτότητάς του και τη διάσπαση της ενότητάς του, συνθήκες που αποτελούσαν, σταθερά αιτία συνεχούς φυγής-εξόδου από τον Πόντο ή αναζήτησης ασφαλείας και καταφυγίου στην ορεινή ενδοχώρα. Η φυγή αυτή οδήγησε στον σχηματισμό των ποντιακών κοινοτήτων στη Δυτική Ευρώπη και ιδιαίτερα στη Ρωσία» επισημαίνει το κείμενο που προσκομίστηκε στη Βουλή. Η μεγάλη όμως φυγή των Ελλήνων Ποντίων προς τον ελλαδικό χώρο, την πρώην Σοβιετική Ενωση, την Ευρώπη και την Αμερική και ο μετασχηματισμός τελικά των Ποντίων σε έναν λαό προσφύγων και διασποράς, είχε ως αιτία τα γεγονότα της δραματικής περιόδου των διωγμών της γενοκτονίας και του ξεριζωμού από το 1916 έως το 1923.
Το οθωμανικό καθεστώς, το κίνημα των Νεότουρκων και μετέπειτα το κεμαλικό κίνημα απάντησαν στο αίτημα της ιστορίας για εκδημοκρατισμό των πολιτικών θεσμών, για βαθιές κοινωνικές και πολιτικές μεταρρυθμίσεις, με την εξολόθρευση και τον ξεριζωμό αυτοχθόνων αλλοεθνών ομάδων όπως οι Έλληνες Πόντιοι. Το νεοτουρκικό και κεμαλικό σχέδιο δημιουργίας ενός ομοιογενούς εθνικά τουρκικού κράτους-έθνους προϋπέθετε την εθνική εκκαθάριση με τη συστηματική γενοκτονία των αυτοχθόνων λαών.
Ένας μεγάλος αριθμός, 353.000 Πόντιοι σε ένα σύνολο 750.000, εξαφανίστηκαν με τη μέθοδο των διώξεων και των εκτοπίσεων στο χρονικό διάστημα μεταξύ 1916-1923. Μέσα στα χρόνια αυτά έγιναν μεγάλες σφαγές, πυρπόληση και καταστροφή πόλεων και χωριών, ενώ χιλιάδες ήταν οι θάνατοι, οι εξαφανίσεις και οι αγνοούμενοι στις στρατιές των εκτοπισμένων από τα παράλια του Εύξεινου Πόντου στο εσωτερικό της Ανατολής, στο Κουρδιστάν και στη Συρία.
Αποδείξεις των σφαγών μέχρι και στα τουρκικά αρχεία
Δυστυχώς, τα προμελετημένα και προσχεδιασμένα γεγονότα κατέληξαν σε μια αποτελεσματική πολιτική γενοκτονίας, τη δεύτερη κατά σειρά γενοκτονία του 20ού αιώνα έπειτα από αυτήν των Αρμενίων, όπου θύτες ήταν και πάλι οι Τούρκοι. Οι αποδείξεις για τα απαράδεκτα αυτά γεγονότα είναι πολυάριθμες και συγκλίνουσες. Προκύπτουν ακόμη και από τα ίδια τα οθωμανικά και τουρκικά αρχεία και εκδόσεις -κυβερνητικές αποφάσεις και νομοσχέδια- από τα αρχεία των ευρωπαϊκών χωρών και των ΗΠΑ, από αναφορές ξένων διπλωματικών υπαλλήλων, πρεσβευτών, προξένων, ιεραποστόλων και φιλανθρωπικών οργανώσεων.
Τα κύρια όμως στοιχεία της εκτέλεσης του εγκλήματος προκύπτουν από την ίδια την ιστορία των ποντιακών οικογενειών με τα δικά της θύματα και τις μαρτυρίες εκείνων που επέζησαν από τις σφαγές. «Στην περίπτωση της Ποντιακής Γενοκτονίας έχουμε εξόντωση των μελών συγκεκριμένης εθνικής ομάδας, σοβαρή προσβολή της φυσικής και πνευματικής της ακεραιότητας και υποβολή αυτής σε συνθήκες διαβίωσης που συνεπάγονταν τη μερική ή ολική βιολογική καταστροφή της. Έχουμε βίαιη μεταφορά παιδιών σε άλλη εθνική ομάδα.
Όλες δηλαδή τις πράξεις, που σύμφωνα με τις διατάξεις της Σύμβασης για την πρόληψη και την καταστολή του εγκλήματος της γενοκτονίας, που υιοθέτησε η Γενική Συνέλευση των Ηνωμένων Εθνών στις 9 Δεκεμβρίου 1948, στοιχειοθετούν αυτό το μεγάλο έγκλημα ενάντια στην ανθρωπότητα, το έγκλημα της γενοκτονίας. Γεωπολιτικοί λόγοι και κρατικές σκοπιμότητες επέβαλαν μέχρι και τα τέλη της δεκαετίας του 1980 να παραμένει η Γενοκτονία των Ποντίων λησμονημένη από τους νόμους της ελληνικής πολιτείας αλλά και ολόκληρης της ανθρωπότητας. Όσο μεγάλη όμως ήταν η αδικία, όσο περισσότερο χρόνο αποκρύφθηκαν τα γεγονότα, τόσο πιο έντονη ήταν η επιθυμία και η απαίτησή τους για την αναγνώριση από τη διεθνή κοινότητα του αδικήματος των διωγμών που υπέστησαν.
Όλοι οι λαοί που υπέστησαν επιθέσεις ενάντια στην ανθρώπινη ύπαρξή τους από δυνάμεις βίας, σοβινισμού και ρατσισμού καθιέρωσαν ημέρα μνήμης του δικού τους ολοκαυτώματος. Οι Πόντιοι, ένα κομμάτι του Ελληνισμού με μεγάλη προσφορά στον πολιτισμό της Μικρά Ασίας και του Εύξεινου Πόντου, δεν μπορούσαν να μείνουν χωρίς ημέρα μνήμης του δικού τους ολοκαυτώματος» υπογραμμίζει η εισηγητική έκθεση. Αυτό ακριβώς το κενό ήρθε να καλύψει η Βουλή των Ελλήνων πριν από 26 χρόνια.