Η κύρωση της κατάπτυστης συμφωνίας των Πρεσπών αποτελεί ουσιαστικά την έναρξη της αντίστροφης μέτρησης για τις επερχόμενες εκλογές. Μετά το ξεπούλημα της Μακεδονίας, κόντρα στη βούληση του ελληνικού λαού, η κυβέρνηση Τσίπρα ετοιμάζει προεκλογικά "δώρα", σε μια προσπάθεια πολιτικής επιβίωσης.
Η επιλογή μάλιστα του Αλέξη Τσίπρα να συγκαλέσει το υπουργικό συμβούλιο για το μεσημέρι της Δευτέρας είναι ενδεικτική της προσπάθειας του να αλλάξει όσο μπορεί γρηγορότερα την πολιτική ατζέντα, να γυρίσει σελίδα, την τελευταία πριν από τις εθνικές κάλπες.
Η συνεδρίαση αναμένεται να επικεντρωθεί στα επόμενα θετικά νομοθετήματα που θα έρθουν στη Βουλή, αλλά και στην επιτάχυνση του κυβερνητικού έργου τους προσεχείς μήνες, μετά και την ψήφιση της Συμφωνίας των Πρεσπών που ακολούθησε της ψήφου εμπιστοσύνης.
Ο πρωθυπουργός πιστεύει ότι παρά τον θυμό και την οργή του λαού για την Συμφωνία και ενώ όλες οι δημοσκοπήσεις αποτελούν κόλαφο για την ετοιμόρροπη κυβέρνηση του, η πολιτική του «δώστα όλα» που θα θελήσει να ακολουθήσει, θα είναι ικανή να αντιστρέψει το κλίμα.
Αν και αυτή τη στιγμή κανείς δεν μπορεί να πει με σιγουριά ποιά θα είναι η Κυριακή των εκλογών, είναι βέβαιο ότι οι σχετικές αποφάσεις θα ληφθούν το δεύτερο δεκαπενθήμερο Φεβρουαρίου έως τα μέσα Μαρτίου.
Πρόκειται για την περίοδο, κατά την οποία στο Μέγαρο Μαξίμου, θα έχουν αποκτήσει μία σαφή εικόνα για την επίδραση που θα έχουν στην κοινή γνώμη μία σειρά θετικών μέτρων, τα οποία η κυβέρνηση θέτει σε εφαρμογή τα επόμενα 24ωρα, με πρώτο την αύξηση του κατώτατου μισθού.
Η αύξηση λοιπόν του κατώτατου μισθού, η προστασία της πρώτης κατοικίας, οι ρυθμίσεις σε ασφαλιστικά ταμεία και εφορίες έστω και αν δεν λάβουν το οκ των θεσμών ως προς την υλοποίησή της είναι τα “όπλα” του κ.Τσίπρα στην προσπάθεια μείωσης της ψαλίδας που χωρίζει τον ΣΥΡΙΖΑ από την ΝΔ.
Ο πρωθυπουργός θα αποφασίσει για το πότε θα στήσει τις κάλπες εφόσον οι δημοσκοπήσεις εκείνης της περιόδου δείξουν μία σχετική βελτίωση των ποσοστών του κυβερνώντος κόμματος.
Οι επιλογές του, όπως αυτές διαμορφώνονται αυτή την στιγμή, είναι, η πρώτη και επικρατέστερη, η ταυτόχρονη διεξαγωγή των εθνικών εκλογών με εκείνες των ευρωπαϊκών και των αυτοδιοικητικών, στα τέλη Μαΐου (19η ή η 26η Μαΐου) και η δεύτερη και μάλλον πιο αδύναμη, εκείνη του Οκτωβρίου.
Παρότι ο πρωθυπουργός δημοσίως έχει ξεκαθαρίσει ότι θέλει να φτάσει μέχρι το φθινόπωρο του 2019, μία τέτοια κίνηση ενέχει μεγάλη δόση πολιτικού ρίσκου.
Στην πρώτη περίπτωση, ο κ. Τσίπρας θα επιδιώξει να επωφεληθεί από τις πολλαπλές κάλπες, βασιζόμενος στη λεγόμενη θεωρία του “χάους”. Στο πλαίσιο αυτό οι πολίτες χωρίς να γνωρίζουν καλά καλά ποιά κάλπη αντιστοιχεί στις εθνικές ή στις αυτοδιοικητικές εκλογές θα κληθούν να ψηφίσουν μειώνοντας και το ποσοστό αποχής, στοιχείο που θεωρητικά ενισχύει το κυβερνών κόμμα.
Ο ΣΥΡΙΖΑ λοιπόν ακόμα και αν χάσει και στις τρεις εκλογικές διαδικασίες (εθνικές, ευρωπαϊκές, περιφερειακές), αυτό που θα περάσει σε επικοινωνιακό επίπεδο θα είναι η ήττα στις εθνικές κάλπες, κάτι το οποίο δεν είναι απαραιτήτως κακό για τον κ.Τσίπρα.
Από την άλλη, εφόσον οι εκλογές γίνουν τον Οκτώβριο, θα έχουν προηγηθεί οι ευρωεκλογές όπου η ψήφος των πολιτών προς όλα τα πολιτικά κόμματα είναι παραδοσιακά πιο χαλαρή και άρα το κυβερνών κόμμα έχει μεγάλες πιθανότητες να εισπράξει τη ψήφο διαμαρτυρίας.
Σε μία τέτοια περίπτωση θα είναι άκρως ριψοκίνδυνο για τον ΣΥΡΙΖΑ, να πάει σε εθνικές εκλογές σχεδόν πέντε μήνες μετά την ευρωκάλπη, μια και οι πιθανότητες να μεγαλώσει το εύρος της διαφοράς θα είναι περισσότερες από το να “γυρίσει το παιχνίδι”. Εάν μάλιστα στηθούν όντως τον Οκτώβριο τα περιθώρια για πρόκληση νέων εκλογών από πλευράς ΣΥΡΙΖΑ το Φεβρουάριο του 2020, με αφορμή την προεδρική εκλογή, θα είναι εξαιρετικά στενά.