υνέντευξη στη γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung έδωσε ο Κυριάκος Μητσοτάκης, μιλώντας για όλα τα ζητήματα που αφορούν την Ελλάδα.
Για την οικονομία, την πορεία της χώρας και το Επενδυτικό Συνέδριο στο Λονδίνο ο πρωθυπουργός αναφέρει ότι «δεν υπήρχε εκεί κανείς πλέον που να χαρακτηρίζει την Ελλάδα ως προβληματική περίπτωση».
Ο κ. Μητσοτάκης τονίζει ότι «η ανάπτυξή μας είναι πολύ ταχύτερη από το μέσο όρο της Ευρωζώνης».
Και προσθέτει: «Και το επόμενο έτος θα είναι ακόμα ταχύτερη, πρόκειται για σταθερή τάση. Οι άμεσες ξένες επενδύσεις σκαρφαλώνουν από το ένα ρεκόρ μετά το άλλο. Η Ελλάδα έχει ξεπεράσει τα δύσκολα».
Ο κ. Μητσοτάκης σημειώνει: «Θέλω οι πολίτες να κοιτάζουν πίσω μετά από οκτώ χρόνια και να λένε: “Απίστευτο, αυτή είναι πραγματικά μια διαφορετική χώρα”».
Ο πρωθυπουργός για την πολιτική ταυτότητα και τις εμπειρίες του δηλώνει:
«Είμαι φιλελεύθερος πολιτικός, υπό την έννοια όμως του κλασσικού Φιλελευθερισμού του 19ου αιώνα».
Και υπογραμμίζει: «Βλέπω τον εαυτό μου ως μαθητή της Δημοκρατίας». Παράλληλα αναφέρει: «Πιστεύω ότι έχουμε ακόμη πολλά να διδαχθούμε από την κλασική αθηναϊκή Δημοκρατία όσον αφορά τη συμμετοχή και τη δέσμευση των πολιτών».
Και συμπληρώνει: «Γεννήθηκα στη Χούντα, η οικογένειά μου βρισκόταν σε κατ’ οίκον περιορισμό. Τελικά μας επετράπη να ταξιδέψουμε στο Παρίσι, στον πατέρα μου που είχε διαφύγει από την Ελλάδα με ένα μικρό σκάφος στο Αιγαίο, έως ότου έφτασε τις τουρκικές ακτές με φοβερή κακοκαιρία».
Ο Κυριάκος Μητσοτάκης αναφέρεται και στης αφηγήσεις του πατέρα του από την κατοχή και για την μεταπολεμική σχέση του με Γερμανούς πολιτικούς:
«Μου έχει αφηγηθεί πολύ εντυπωσιακές ιστορίες από εκείνη την εποχή, πώς ως 25χρονος είχε φυλακιστεί και έπρεπε κάθε πρωί να φορά το κοστούμι του και να περιμένει, ποιον θα έπαιρναν εκείνη τη μέρα και θα τον εκτελούσαν».
Και συνεχίζει: «Είχε επίγνωση ότι αυτό που συνέβη ήταν τραυματικό, αλλά και ότι οι χώρες συνεχίζουν να εξελίσσονται. Το ευρωπαϊκό σχέδιο συνολικά ήταν άλλωστε ένα σχέδιο Ειρήνης και Συμφιλίωσης».
Αναφερόμενος στις γερμανικές επανορθώσεις αναφέρει τα εξής: «Πολύ ειδική περίπτωση και η υπόθεση δεν έχει διευθετηθεί μέχρι σήμερα. Από την πλευρά μας το θέμα εξακολουθεί να βρίσκεται στο τραπέζι και είμαστε έτοιμοι να το συζητήσουμε με καλή θέληση».
Για την ελευθεροτυπία, την υπόθεση Ανδρουλάκη και τον νέο νόμο για την άρση απορρήτου ο πρωθυπουργός τονίζει: «Ναι, με ενοχλεί πολύ, διότι δεν ισχύει» (η σύγκριση που επιχειρούν κάποιοι με τον Β. Όρμπαν). Και προσθέτει: «Είμαι διατεθειμένος να παραδεχτώ λάθη».
Ο πρωθυπουργός σημειώνει επίσης: «Ελπίζω ότι ο νέος μας νόμος θα αποτελέσει πρότυπο για άλλες ευρωπαϊκές χώρες».
Και υπογραμμίζει: «Μια Μυστική Υπηρεσία δεν είναι ΜΚΟ. Ζούμε σε μια πολύ δύσκολη γειτονιά και η Μυστική Υπηρεσία έκανε καλή δουλειά παρέχοντάς μου τις πληροφορίες που είναι απαραίτητες για την προστασία των εθνικών μας συμφερόντων».
Λέει επιπλέον πως «από τεχνικής απόψεως είναι νόμιμη» η επισύνδεση στο τηλέφωνο του Ν. Ανδρουλάκη και προσθέτει: «Υπήρξε μια θεσμική αποτυχία, γι’ αυτό και με νέο νόμο εισάγουμε επιπλέον φίλτρα σε σχέση με τα πολιτικά πρόσωπα. Αλλά έλλειψη ελευθερίας του Τύπου; Πηγαίνετε σε ένα οποιοδήποτε περίπτερο στην Ελλάδα, το τοπίο των ΜΜΕ στην Ελλάδα είναι ανοιχτό και χαρακτηρίζεται από ποικιλομορφία».
Και επισημαίνει: «Στην Ελλάδα μπορεί ο καθένας να γράφει ό,τι θέλει. Υπάρχουν δημοσιεύματα που δεν θα πληρούσαν τα πρότυπα των νόμων περί δυσφήμισης των ευρωπαϊκών χωρών».
Ερωτήσεις αν γνώριζε για τις επισυνδέσεις και τα λογισμικά απαντά «Τίποτα απολύτως» ενώ σχετικά με την πολιτική ευθύνη δηλώνει πως «αυτό θα κριθεί στις επόμενες εκλογές».
Επίσης λέει για τις εθνικές κάλπες του 2023: «Στις εκλογές οι πολίτες θα σταθμίσουν όλα τα καλά που έχει κάνει η κυβέρνηση έναντι των λαθών. Εάν δω κάποιο λάθος, είναι δουλειά μου να μιλήσω ανοιχτά γι’ αυτό και να κάνω ό,τι μπορώ για να το διορθώσω. Και αυτό κάνω».
Ο πρωθυπουργός αναφερόμενος στη θέση της Ελλάδας στην κατάταξη των «Ρεπόρτερ Χωρίς Σύνορα» δηλώνει: «Πριν από εμάς βρίσκονται 40 δικτατορίες. Είμαστε πιο κάτω από το Τσαντ. Αυτό είναι παράλογο».
Επίσης λέει πως η κυβέρνηση θα αλλάξει πολύ σύντομα το νόμο για τη διασπορά ψευδών ειδήσεων: «Αυτό το φροντίζω προσωπικά. Τον θεσπίσαμε λόγω του κορονοϊού, καθώς βρεθήκαμε αντιμέτωποι με ένα καταιγισμό ψευδών ειδήσεων για τους εμβολιασμούς. Όμως, βλέποντάς το εκ των υστέρων, ο νόμος ήταν λάθος, αλλά και αναποτελεσματικός».
Για την Τουρκία και το μεταναστευτικό ο κ. Μητσοτάκης λέει πως «τέτοιες απειλές θα πρέπει να ληφθούν πολύ σοβαρά υπόψη».
Και τονίζει: «Έχω καταστήσει απολύτως σαφές ότι θα έχω πάντοτε την πόρτα μου ανοιχτή στο διάλογο. Ήταν ο Ερντογάν που είπε ότι δεν θέλει να με συναντήσει».
Και υπογραμμίζει: «Αν η Τουρκία σκοπεύει να βάλει τα πάντα στο τραπέζι και να διαπραγματευτεί πράγματα που λύθηκαν πριν από εκατό χρόνια, τότε λυπάμαι, αλλά δεν έχω κανένα ενδιαφέρον».
Για το μεταναστευτικό ο κ. Μητσοτάκης υπογραμμίζει: «Λέω σε όποιον μας κατηγορεί για pushbacks: Κοιτάξτε αυτούς που κάνουν pushforwards».
Και προσθέτει: «Όταν ένα σκάφος φεύγει από τις τουρκικές ακτές, οι δυνάμεις Ασφαλείας εκεί το γνωρίζουν. Έχουν την υποχρέωση να το σταματήσουν».
Ο πρωθυπουργός δηλώνει επίσης ότι «χρειαζόμαστε ένα μεγάλο τείχος και σε αυτό μια μεγάλη πόρτα».
Και σημειώνει: «Πρέπει να προστατεύσουμε με αποφασιστικότητα τα σύνορά μας. Δεν μπορούμε να αφήσουμε τους διακινητές να υπαγορεύουν τη Μεταναστευτική μας Πολιτική. Ταυτόχρονα χρειαζόμαστε συντεταγμένους τρόπους Μετανάστευσης, καθώς μας λείπουν εργαζόμενοι στη γεωργία, στον κατασκευαστικό τομέα. Χρειαζόμαστε ανθρώπους, αλλά τους θέλουμε στη χώρα νόμιμα».