Ευκαιρίες για στήριξη των Ελλήνων παραγωγών ρυζιού υποδεικνύει η Κομισιόν σε μια δύσκολη συγκυρία με χαμηλές τιμές πώλησης του προϊόντος και υψηλά κόστη παραγωγής. Ο Επίτροπος Γεωργίας, Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι, απαντώντας σε ερώτηση της ευρωβουλευτή της ΝΔ-ΕΛΚ, Μαρίας Σπυράκη, για την ανάγκη μείωσης των εισαγωγών και τη στήριξη των ορυζοπαραγωγών, τόνισε ότι «στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης, οι ορυζοπαραγωγοί που αναλαμβάνουν γεωργικές, περιβαλλοντικές και κλιματικές δεσμεύσεις που σχετίζονται με την εναλλακτική καταπολέμηση ζιζανίων στους ορυζώνες μπορούν ακόμη να λάβουν στήριξη στο πλαίσιο του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης της Ελλάδας».
Η κ. Σπυράκη αναζήτησε, με τη γραπτή ερώτηση που υπέβαλε στην Κομισιόν, διαδικασίες ενίσχυσης των Ελλήνων παραγωγών ρυζιού και προώθησης του ελληνικού μεσόσπερμου ρυζιού, τύπου «καρολίνα» και «γλασέ», τονίζοντας ότι οι εισαγωγές που ανέρχονται στο 30% των εγχώριων αναγκών, προέρχονται από ασιατικές χώρες και έθεσε το ερώτημα εάν πληρούνται τα κριτήρια προστασίας της υγείας των καταναλωτών από τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται εκτός ΕΕ.
Ο Επίτροπος Γεωργίας στην απάντηση που έδωσε εξ ονόματος της Επιτροπής στην ευρωβουλευτή της ΝΔ , διευκρίνισε ότι «οι ελληνικές οργανώσεις του τομέα του ρυζιού μπορούν να υποβάλλουν προτάσεις στο πλαίσιο της πολιτικής για την προώθηση της γεωργίας. Από το 2023, η παραγωγή ρυζιού στην Ελλάδα θα συνεχίσει να λαμβάνει στήριξη, όπως άμεσες ενισχύσεις στο πλαίσιο της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής. Η Ελλάδα μπορεί επίσης να αποφασίσει να χορηγήσει συνδεδεμένη εισοδηματική στήριξη στον τομέα».
Επιπλέον ο κ. Βοϊτσεχόφσκι, εμφανίστηκε καθησυχαστικός για την ποιότητα του εισαγόμενου ρυζιού υποστηρίζοντας ότι «η Επιτροπή διενεργεί τακτικούς ελέγχους στις χώρες που εξάγουν προς την ΕΕ και επαληθεύει τους ελέγχους των κρατών μελών όσον αφορά τις εισαγωγές ρυζιού. Δεδομένου ότι τα πρότυπα της ΕΕ για την ασφάλεια των τροφίμων εφαρμόζονται αυστηρά σε όλες τις εισαγωγές, η Επιτροπή δεν έχει λόγο να υποθέσει ότι η ασφάλεια των τροφίμων απειλείται».
Σύμφωνα με τον Επίτροπο Γεωργίας, κατά τη διάρκεια της πανδημίας, η αγορά ρυζιού της ΕΕ υπήρξε ανθεκτική και δεν παρουσιάζει σημάδια ελλείψεων. Παρά το γεγονός ότι η ΕΕ δεν είναι αυτάρκης σε ρύζι, όπως είπε, οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 25% από το Σεπτέμβριο του 2020 έως τον Αύγουστο του 2021.
Το πλήρες κείμενο της ερώτησης της κ.Σπυράκη έχει ως εξής:
Ερώτηση με αίτημα γραπτής απάντησης E-004505/2021 προς την Επιτροπή
Άρθρο 138 του Κανονισμού
Θέμα: Μείωση των εισαγωγών ρυζιού και ενίσχυση των παραγωγών
Λόγω της αυξανόμενης πορείας των εισαγωγών ρυζιού στην ΕΕ από ασιατικές χώρες, υπολογίζεται ότι μέχρι το 2030 η παραγωγή ευρωπαϊκού ρυζιού θα χάσει σε αξία ως και 95 εκατομμύρια ευρώ. Συγκεκριμένα αναμένεται συρρίκνωση της παραγωγής ρυζιού στην Ευρώπη κατά 1,5% και μείωση τιμών κατά 7%. Την ίδια στιγμή αυξάνεται και ο κίνδυνος για την υγεία των Ευρωπαίων καταναλωτών, διότι η καλλιέργεια του εισαγόμενου ρυζιού ενδέχεται να μην πληροί τις ευρωπαϊκές προϋποθέσεις εξαιτίας της χρήσης απαγορευμένων στην ΕΕ φυτοφαρμάκων.
Επιπρόσθετα, η εξάρτηση της ευρωπαϊκής αγοράς, καθώς και των επιχειρήσεων εστίασης, από τις έξωθεν εισαγωγές την καθιστά έκθετη σε ανεπάρκεια τροφίμων, ιδίως αν λάβουμε υπόψη την κρίση στον κλάδο των μεταφορών λόγω της έλλειψης οδηγών και της αύξησης του κόστους των καυσίμων.
Δεδομένου ότι ειδικά στην Ελλάδα η κατά κεφαλή κατανάλωση ρυζιού ανέρχεται σε 5-5,5 κιλά, από τα οποία το 70% είναι εγχώριας παραγωγής και το υπόλοιπο 30% εισάγεται ερωτάται η Επιτροπή:
1. Τι στοιχεία έχει στη διάθεσή της για τα φυτοφάρμακα που χρησιμοποιούνται στο εισαγόμενο ρύζι και σε ποιους ελέγχους το υποβάλλει;
2. Ποιες δράσεις προγραμματίζει σε ευρωπαϊκό επίπεδο προκειμένου να αναχαιτιστεί η αυξητική πορεία των εισαγωγών ρυζιού στην ΕΕ από τρίτες χώρες της Ασίας;
3. Πώς προτίθεται να συμβάλει στην ενίσχυση των Ελλήνων ορυζοπαραγωγών και στην προώθηση του ελληνικού μεσόσπερμου ρυζιού, τύπου «καρολίνα» και «γλασέ»;
Η απάντηση του Επιτρόπου Γεωργίας Γιάνους Βοϊτσεχόφσκι έχει ως εξής:
Η ΕΕ δεν είναι αυτάρκης σε ρύζι. Εντούτοις, οι εισαγωγές μειώθηκαν κατά 25 % την περίοδο από τον Σεπτέμβριο του 2020 έως τον Αύγουστο του 2021 σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος. Στην Ασία, τα προβλήματα εφοδιαστικής σε ολόκληρη την αλυσίδα παραγωγής λόγω της πανδημίας και ο συνεχιζόμενος αντίκτυπος του υψηλού κόστους των μεταφορών λειτούργησαν ως αντικίνητρο για τις εξαγωγές.
Κατά τη διάρκεια της πανδημίας COVID-19, η αγορά ρυζιού της ΕΕ υπήρξε ανθεκτική και δεν παρουσιάζει σημάδια ελλείψεων.
Όσον αφορά τα φυτοφάρμακα, όλες οι εισαγωγές ρυζιού, μεταξύ άλλων από τις ασιατικές χώρες, πρέπει να συμμορφώνονται με τις υγειονομικές και φυτοϋγειονομικές απαιτήσεις της ΕΕ, συμπεριλαμβανομένων των ανώτατων ορίων καταλοίπων της ΕΕ που επιβάλλονται από τα κράτη μέλη. Όσον αφορά τις επιθεωρήσεις, η Επιτροπή διενεργεί τακτικούς ελέγχους στις χώρες που εξάγουν προς την ΕΕ και επαληθεύει τους ελέγχους των κρατών μελών όσον αφορά τις εισαγωγές ρυζιού. Δεδομένου ότι τα πρότυπα της ΕΕ για την ασφάλεια των τροφίμων εφαρμόζονται αυστηρά σε όλες τις εισαγωγές, η Επιτροπή δεν έχει λόγο να υποθέσει ότι η ασφάλεια των τροφίμων απειλείται.
Η Επιτροπή παρακολουθεί τακτικά τόσο τις εισαγωγές ρυζιού, μεταξύ άλλων από την Ασία, όσο και την κατάσταση των ορυζοπαραγωγών της ΕΕ. Οι τρέχουσες συνθήκες της αγοράς δεν δικαιολογούν τη λήψη πρόσθετων μέτρων στήριξης για τους παραγωγούς της ΕΕ. Εκτός αυτού, δεν διεξάγεται επί του παρόντος κάποια έρευνα εμπορικής άμυνας σχετικά με τις εισαγωγές ρυζιού.
Οι ελληνικές οργανώσεις του τομέα του ρυζιού μπορούν να υποβάλλουν προτάσεις στο πλαίσιο της πολιτικής για την προώθηση της γεωργίας. Από το 2023, η παραγωγή ρυζιού στην Ελλάδα θα συνεχίσει να λαμβάνει στήριξη, όπως άμεσες ενισχύσεις στο πλαίσιο της Κοινής Γεωργικής Πολιτικής. Η Ελλάδα μπορεί επίσης να αποφασίσει να χορηγήσει συνδεδεμένη εισοδηματική στήριξη στον τομέα. Τέλος, στο πλαίσιο του Ευρωπαϊκού Γεωργικού Ταμείου Αγροτικής Ανάπτυξης, οι ορυζοπαραγωγοί που αναλαμβάνουν γεωργικές, περιβαλλοντικές και κλιματικές δεσμεύσεις που σχετίζονται με την εναλλακτική καταπολέμηση ζιζανίων στους ορυζώνες μπορούν ακόμη να λάβουν στήριξη στο πλαίσιο του προγράμματος αγροτικής ανάπτυξης της Ελλάδας.