Οικονομία

Πιέσεις στη Wall Street: Στροφή επενδυτών σε ασφαλή assets, αβεβαιότητα για την ανάπτυξη και τον πληθωρισμό

Νέες ισχυρές πιέσεις δέχθηκαν οι δείκτες της Wall Street, καθώς τα σημάδια κόπωσης στον βασικό κινητήριο μοχλό της οικονομίας, την ιδιωτική κατανάλωση, σε συνδυασμό με τις ανησυχίες για επιτάχυνση του πληθωρισμού με φόντο τους δασμούς Τραμπ, προκάλεσαν φυγή των επενδυτών προς ασφαλή καταφύγια, όπως τα κρατικά ομόλογα και ο χρυσός, συμφωνα με το  Newmoney.gr

Έτσι, ο Dow Jones υποχώρησε κατά 1,69% στις 41.583 μονάδες, ο S&P 500 διολίσθησε σε ποσοστό 1,97% και τις 5.580 μονάδες και ο Nasdaq έκανε «βουτιά» ύψους 2,70% κατρακυλώντας στις 17.322 μονάδες.

Με τις επιδόσεις αυτές S&P 500 και Nasdaq συμπλήρωσαν πέντε εβδομάδες απωλειών, με τον πρώτο να χάνει πάνω από 1% στο πενθήμερο και τον τεχνολογικό δείκτη να συρρικνώνεται κατά τουλάχιστον 2%. Αρνητικός ο απολογισμός της εβδομάδας και για τον Dow, με κάμψη της τάξεως του 0,8%.

Αξίζει να σημειωθεί πως, καθώς πλησιάζει και το κλείσιμο του πρώτου τριμήνου, ο S&P 500 οδεύει προς το πρώτο αρνητικό τρίμηνο τα τελευταία έξι μετρώντας πτώση στο -4,9% από τις αρχές της χρονιάς.

Στις αγορές ομολόγων οι αποδόσεις υποχώρησαν σημαντικά, με την απόδοση του 10ετούς να πέφτει στο 4,261% και του 2ετούς στο 3,916%.

Η αμερικανική αγορά, ήδη ευάλωτη από την αβεβαιότητα που έχει δημιουργήσει η εμπορική πολιτική του Λευκού Οίκου, κλήθηκε να διαχειριστεί τα νέα αρνητικά μαντάτα από την κατεύθυνση του πληθωρισμού και δη, την κατανάλωση, που είναι η κινήτηριος δύναμη της οικονομικής ανάπτυξης.

O δείκτης προσωπικών καταναλωτικών δαπανών (PCE), που είναι ο αγαπημένος πληθωριστικός δείκτης πληθωρισμού της Fed αυξήθηκε κατά 2,5% σε ετήσια βάση, σταθερά μακριά από τον στόχο του 2%. Ωστόσο, η αγορά προβληματίστηκε κυρίως για το άλμα του δομικού δείκτη σε επίπεδα άνω των προβλέψεων με ρυθμό ανάπτυξης στο 0,4% σε μηνιαία βάση και κατά 2,8% σε ετήσια βάση.

Επιπλέον οι επενδυτές αιφνιδιάστηκαν δυσάρεστα από την καθίζηση του δείκτη καταναλωτικής εμπιστοσύνης που διαμορφώθηκε μόλις στις 57 μονάδες, με την έκθεση του Πανεπιστημίου του Μίτσιγκαν να καταγράφει παράλληλα άνοδο των προσδοκιών των καταναλωτών για την πορεία του πληθωρισμού στο 5% σε ορίζοντα 12 μηνών και στο 4,1% σε ορίζοντα πενταετίας. Η τελευταία μέτρηση είναι και η υψηλότερη από το 1993.

Για τον Μπρετ Κένγουελ της eToro, η μεγαλύτερη ανησυχία αυτή τη στιγμή είναι ότι ο πληθωρισμός θα παραμείνει σε υψηλά επίπεδα, την ώρα που η οικονομία παρουσιάζει εμφανή σημάδια επιβράδυνσης. «Αν και αυτό το σενάριο (του στασιμοπληθωρισμού) δεν αποτελεί προς το παρόν τη βασική εκτίμηση, οποιαδήποτε ενίσχυση αυτής της τάσης θα μπορούσε να επιβαρύνει περαιτέρω το επενδυτικό κλίμα», εξήγησε.

Καθώς η πολιτική δασμών του Ντόναλντ Τραμπ επεκτείνεται, αυξάνεται και η ανησυχία των Αμερικανών καταναλωτών ότι τα νέα μέτρα θα οδηγήσουν σε περαιτέρω άνοδο των τιμών. Μια παρατεταμένη περίοδος αυξημένου κόστους ενδέχεται να οδηγήσει τα νοικοκυριά σε περιορισμό των μη απαραίτητων δαπανών, με ευρύτερες συνέπειες για την οικονομία και τις επιχειρήσεις των ΗΠΑ.

«Τα σημερινά στοιχεία ακολουθούν το μοτίβο που αρκετοί παρατηρητές περιμένουν να δουν τους επόμενους μήνες, καθώς οι νέοι δασμοί και οι πολιτικές αλλαγές αρχίζουν να κάνουν αισθητή την επίδρασή τους: δαπάνες χαμηλότερες του αναμενόμενου και πληθωρισμός υψηλότερος από το αναμενόμενο», σχολίασε ο Ντέιβιντ Αλκάλεϊ της Lazard Asset Management.

Δεν είναι τυχαίο ότι σταδιακά οι οικονομολόγοι προχωρούν σε επί τα χείρω αναθεώρηση των προβλέψεων τους για τους ρυθμούς ανάπτυξης φέτος, προβλέποντας πιο ήπια καταναλωτική ζήτηση και περιορισμένες επενδύσεις, υπό το βάρος της αβεβαιότητας που προκαλεί η συνεχώς μεταβαλλόμενη εμπορική πολιτική.

 

Ο δείκτης GDPNow της περιφερειακής Fed της Ατλάντα προβλέπει πλέον ότι το ΑΕΠ θα υποχωρήσει κατά 2,8% το πρώτο τρίμηνο του έτους, έναντι της κάμψης κατά 1,8% της προηγούμενης εκτίμησης της.

Aντιστοίχως οι περισσότεροι αναλυτές συμφωνούν ότι η υψηλή μεταβλητότητα στους χρηματιστηριακούς δείκτες θα συνεχιστεί.

Σε σημερινό σημείωμα του ο Ντέιβιντ Λέφοβιτς της UBS Global Wealth Management αναθεώρησε προς τα κάτω τον στόχο για τον δείκτη S&P 500 στο τέλος του έτους, από τις 6.600 στις 6.400 μονάδες, λαμβάνοντας υπόψη τις πρόσφατες οικονομικές αναταράξεις. Ωστόσο, εκφράζει αισιοδοξία για μια καλύτερη πορεία της αγοράς το δεύτερο εξάμηνο. «Εξακολουθούμε να πιστεύουμε ότι οι αμερικανικές μετοχές μπορούν να ανακάμψουν και να καταγράψουν κέρδη για το σύνολο του έτους», ανέφερε χαρακτηριστικά.

Σε επίπεδο μετοχών, ρόλο θλιβερού πρωταγωνιστή είχε για ακόμη μια φορά ο τεχνολογικός κλάδος, επηρεάζοντας το κλίμα συνολικά. Alphabet και Amazon έπεσαν περίπου 5%, με την Meta να χάνει πάνω από 4% και την Microsoft κοντά στο 3,5%.

Μάλιστα, το πολυαναμενόμενο IPO της CoreWeave, που ήταν το μεγαλύτερο για τον τεχνολογικό κλάδο από το 2021, έπεσε θύμα της αρνητικής συγκυρίας με τη μετοχή στην πρεμιέρα της να καταφέρνει με δυσκολία να παραμείνει έστω σε θετικό έδαφος.

Στις λίγες κερδισμένες η ασφαλιστική W.R. Berkley μετά τη συμφωνία εξαγοράς μεριδίου από την ιαπωνική Mitsui Sumitomo, η AppLovin που ανέκαμψε μετά τις τεράστιες απώλειες της Πέμπτης και οι εταιρείες Argan και Braze μετά τα θετικά οικονομικά αποτελέσματα που κατέγραψαν.
 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ