Με βάση τη νεότερη διαμόρφωση του φορολογικού νομοσχεδίου, όπως είπε ο Μ. Βορίδης, ο φορολογούμενος θα επιλέγει αν θα υπαχθεί στο τεκμαρτό ή αν όχι.
Στη δεύτερη περίπτωση, που δεν δεχθεί το τεκμαρτό, τότε δέχεται να του γίνει φορολογικός έλεγχος και στην περίπτωση αυτή ο φόρος δεν βεβαιώνεται. Δεχόμενος τον έλεγχο ο φορολογούμενος δίνει εξουσιοδότηση για πρόσβαση σε στοιχεία του, είναι «ένας πλήρης έλεγχος», υπογράμμισε ο υπουργός Επικρατείας.
«Αυτό όντως διαμορφώνει ένα μαχητό τεκμήριο με εθελοντικά χαρακτηριστικά υπαγωγής», ήταν το επόμενο σχόλιό του και ζήτησε «να δούμε ποιοι είναι εκείνοι που θα δεχθούν την υπαγωγή στο τεκμαρτό [...] παλιότερα όλοι πηγαίναμε στην περαίωση», υπενθύμισε εξ άλλου. Διατύπωσε δε, την ταυτόχρονη εκτίμηση ότι θα προτιμήσουν το τεκμαρτό οι ελεύθεροι επαγγελματίες και οι αυτοαπασχολούμενοι.
Εν κατακλείδι, το μέτρο «ενισχύει τη φορολογική δικαιοσύνη, δεν έχει αύξηση οποιουδήποτε φορολογικού συντελεστή, αλλά ενισχύει τη φορολογική συμμόρφωση και μάλιστα την ενισχύει εθελοντικώς. Όποιος θέλει να το αμφισβητήσει, το αμφισβητεί. Γιατί να ανησυχήσει για το φορολογικό έλεγχο;», διερωτήθηκε κλείνοντας.