Νέο κυνήγι για τους φοροδιαφεύγοντες στην Ελλάδα αυτή τη φορά με.... συνεισφορά εξωτερικού.
Θα ανταλάσσουν πληροφορίες για καταθέσεις, μετοχές, επενδύσεις τόκους, ομόλογα, κι εστίες πιθανής φοροδιαφυγής.
Συγκεκριμένα, οι εφορίες “εσωτερικού και εξωτερικού”, θα ανταλλάσσουν αυτόματα στοιχεία για όλα τα περιουσιακά στοιχεία των φορολογουμένων που θεωρούνται ύποπτα για φοροδιαφυγή. Στο στόχαστρο μπαίνουν “περίεργες” επενδύσεις καταθέσεις σε ομόλογα και οποιαδήποτε άλλης «οδός» που μπορεί να αξιοποιηθεί, καταχρηστικά, από φοροφυγάδες.
Ειδικότερα, η εγκύκλιος της ΑΑΔΕ περιγράφει τον τρόπο και τη μεθοδολογία της ανταλλαγής των πληροφοριών το βάρος θα πέσει σε καταθέσεις, μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια, μερίσματα, τόκους αλλά και ακαθάριστα έσοδα από την πώληση ή την εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν σε λογαριασμούς που διατηρούν Έλληνες φορολογούμενοι.
Οι πληροφορίες θα ανταλλάσσονται αυθόρμητα κατά τη διάρκεια ή μετά τη διενέργεια ελέγχου ή κάποιου άλλου είδους φορολογικής διαδικασίας και μάλιστα χωρίς να έχει προηγηθεί κάποιο σχετικό αίτημα. Σύμφωνα με την εγκύκλιο η αυτόματη ανταλλαγή ενεργοποιείται στις ακόλουθες 6 περιπτώσεις:
1. Η Αρμόδια Αρχή ενός κράτους έχει λόγους να υποθέτει ότι στο άλλο κράτος υφίσταται φοροδιαφυγή.
2 Ένας φορολογούμενος επιτυγχάνει σε ένα κράτος μείωση ή απαλλαγή φόρου, η οποία συνεπάγεται γι' αυτόν αύξηση φόρου ή υπαγωγή του σε φόρο στο άλλο κράτος.
3. Όταν πραγματοποιούνται επιχειρηματικές δραστηριότητες μεταξύ προσώπων των συμβαλλόμενων κρατών, κατά τέτοιον τρόπο που ενδέχεται να συνεπάγονται μείωση ή εξάλειψη του φόρου είτε στο ένα, είτε στο άλλο, είτε και στα δύο συμβαλλόμενα κράτη.
4. Η Αρμόδια Αρχή ενός κράτους έχει λόγους να υποθέτει ότι υφίσταται μείωση ή εξάλειψη φόρου, η οποία προκύπτει από εικονικές/πλασματικές μεταφορές κερδών εντός συνδεδεμένων επιχειρήσεων.
5.Από πληροφορίες που διαβίβασε σε ένα κράτος η Αρμόδια Αρχή του άλλου κράτους προκύπτουν πληροφορίες που ενδέχεται να έχουν σημασία για την αξιολόγηση της επιβολής φόρου στο δεύτερο κράτος.
6. Για συγκεκριμένες φορολογικές γνωμοδοτήσεις για συγκεκριμένα νομικά πρόσωπα (αρμοδιότητα της Δ/νσης Επιχειρησιακού Σχεδιασμού Ελέγχων της Γενικής Δ/νσης Φορολογικών Λειτουργιών της ΑΑΔΕ).
Η αυτόματη ανταλλαγή πληροφοριών αφορά:
-Λογαριασμούς Θεματοφυλακής (μετοχές, ομόλογα, αμοιβαία κεφάλαια)
- Καταθετικούς Λογαριασμούς
-Ασφαλιστήρια Συμβόλαια με αξία εξαγοράς ή ασφαλιστήρια συμβόλαια προσόδων
- Ακαθάριστα ποσά τόκων, μερισμάτων και λοιπών εισοδημάτων
- Ακαθάριστα έσοδα από πώληση ή εξαγορά χρηματοοικονομικών περιουσιακών στοιχείων που καταβλήθηκαν ή πιστώθηκαν στον Δηλωτέο Λογαριασμό κατά το έτος αναφοράς.
Σε ότι αφορά τη φύση των πληροφοριών σύμφωνα με την εγκύκλιο θα περιλαμβάνουν:
- Αναλυτικά στοιχεία ταυτοποίησης του Δηλωτέου προσώπου (ονοματεπώνυμο, διεύθυνση, ΑΦΜ, ημερομηνία και τόπος γέννησης) τον αριθμό του Δηλωτέου Λογαριασμού, στοιχεία ταυτοποίησης του χρηματοπιστωτικού ιδρύματος, την αξία και το υπόλοιπο του λογαριασμού.
- Στοιχεία ταυτότητας του προσώπου από το οποίο προήλθαν οι πληροφορίες και, ενδεχομένως, η σχέση του με το πρόσωπο/α που αφορούν οι πληροφορίες: όνομα, οικογενειακή κατάσταση (κατά περίπτωση), ΑΦΜ, εφόσον είναι γνωστός, διευθύνσεις, συμπεριλαμβανομένου του ηλεκτρονικού ταχυδρομείου ή της διαδικτυακής διεύθυνσης, τον αριθμό εγγραφής (π.χ. στο Εμπορικό Μητρώο), σε περίπτωση νομικού προσώπου, αποδεικτικά που απεικονίζουν τις σχέσεις μεταξύ των προσώπων που εμπλέκονται (εφόσον είναι γνωστά / διαθέσιμα).
- Εάν οι πληροφορίες περιλαμβάνουν μία πληρωμή ή μία συναλλαγή μέσω ενός ενδιάμεσου τρίτου μέρους, το όνομα, η διεύθυνση και ο ΑΦΜ, εάν είναι γνωστός, του ενδιάμεσου μέρους, συμπεριλαμβανομένων, εάν είναι γνωστά, της επωνυμίας του Χρηματοπιστωτικού Ιδρύματος, καθώς και του αριθμού του χρηματοοικονομικού λογαριασμού, όταν παρέχονται σχετικές πληροφορίες.
Σε κάθε περίπτωση, τα στοιχεία θα πρέπει να αξιολογούνται κατά το δυνατόν ως προς τη χρησιμότητά τους και να διασφαλίζεται ότι είναι όσο το δυνατόν πλήρεις έτσι ώστε οι φορολογούμενοι να μπορούν να ταυτοποιηθούν και να μπορεί να γίνει κατανοητό το σχήμα της πιθανολογούμενης φοροδιαφυγής.