Ακόμη και στις «φθηνές» γειτονιές του Πειραιά, όπως το Κερατσίνι, τα Καμίνια, η Δραπετσώνα κ.λπ., ή στην «πίσω αυλή» της Αθήνας (Βοτανικός, Σεπόλια) για να στεγαστεί μια τετραμελής οικογένεια χωρίς ιδιόκτητη κατοικία θα πρέπει να κόψει πολλά «περιττά» έξοδα προκειμένου να πληρώσει το νοίκι. Κι αυτό γιατί το μέσο ζητούμενο ενοίκιο για ένα διαμέρισμα 90 τ.μ. αγγίζει τα 630 με 650 ευρώ. Δηλαδή το 34-35% του ετήσιου οικογενειακού εισοδήματός τους αν ανήκουν στη μεγάλη «δεξαμενή» των εργαζομένων του ιδιωτικού τομέα που λαμβάνουν μισθό έως 800 ευρώ.
Είναι χαρακτηριστικό ότι σε 42 από τις 50 περιοχές πανελλαδικά για τις οποίες δημοσιεύονται δεδομένα στην ιστοσελίδα spitogatos σημειώθηκε αύξηση των ενοικίων το πρώτο τρίμηνο του 2023, συγκριτικά με την ίδια εποχή το 2021. Σε 10 από αυτές η αύξηση ξεπερνά το 10%. Στο Κιλκίς, στην Κόρινθο, στη Μεσσηνία και στα Χανιά η αύξηση των ενοικίων, στις αγγελίες της spitogatos, ξεπερνά το 15%. Από αυτές τις τέσσερις περιοχές μόνο στο Κιλκίς το νοίκι «πέφτει» κάτω από τα 5 ευρώ ανά τ.μ.
Στο πλαίσιο αυτό, σχετική έρευνα της διαΝΕΟσις σημειώνει ότι η Ελλάδα διαθέτει πλέον το υψηλότερο κόστος στέγασης σε σχέση με τα εισοδήματα. Σύμφωνα με τη Eurostat, τα ελληνικά νοικοκυριά που δεν ιδιοκατοικούν, τα οποία υπολογίζεται ότι αντιστοιχούν στο 27%, πληρώνουν για στέγαση το μεγαλύτερο ποσοστό του εισοδήματός τους μεταξύ των χωρών της ΕΕ, περίπου 37%.
Το πρόβλημα είναι ακόμα πιο έντονο για τα πιο φτωχά νοικοκυριά. Σύμφωνα με τον ΟΟΣΑ, το φτωχότερο 20% των ελληνικών νοικοκυριών πληρώνει 43% (διάμεση τιμή) του εισοδήματός του στο ενοίκιο.
Γιατί ακριβαίνουν
Πώς φτάσαμε όμως να έχουμε την πιο ακριβή, συγκριτικά με το εισόδημα, στέγαση στην Ευρώπη; Μια εξήγηση είναι η μεγάλη μείωση των εισοδημάτων. Από το 2009 μέχρι το 2014 οι Ελληνες έχασαν περισσότερο από 40% του διαθέσιμου εισοδήματός τους.
Ωστόσο, στα χρόνια που ακολούθησαν και μέχρι σήμερα, η αναπλήρωση των απωλειών αντιστοιχεί σε ένα μικρό μόνο ποσοστό. Πόσο μάλλον αν συνυπολογιστεί και το «ροκάνισμα» των εισοδημάτων λόγω της ακρίβειας στην ενέργεια και στα τρόφιμα εδώ και ενάμιση χρόνο.
«Την ίδια περίοδο οι τουρίστες στις πόλεις και στα νησιά αυξάνονταν. Οι ιδιοκτήτες βρήκαν νέες επιλογές εκμετάλλευσης των ακινήτων τους, όπως οι βραχυχρόνιες μισθώσεις, οι οποίες επηρέασαν με τη σειρά τους τις τιμές και τα ενοίκια» αναφέρει η διαΝΕΟσις.
Ομως, πριν ακόμη συμβούν τα παραπάνω, η Ελλάδα ήταν ήδη μια χώρα χωρίς σπουδαία στεγαστική πολιτική. Μέσα στην καταιγίδα της κρίσης διαλύθηκε ό,τι υπήρχε: το 2012 ο ΟΕΚ, ο κρατικός φορέας που έτρεχε τα πιο μαζικά προγράμματα στέγασης στη χώρα, καταργήθηκε χωρίς να αντικατασταθεί.
Τι γίνεται στην Ευρώπη
Αντίθετα με ό,τι συμβαίνει στην Ελλάδα, στην Ευρώπη οι κοινωνικές κατοικίες συνεχίζουν να αναπτύσσονται.
Για παράδειγμα στην Αυστρία, 1 στις 5 κατοικίες είναι ενοικιαζόμενη κοινωνική κατοικία. Μάλιστα, το 80% των νοικοκυριών της Αυστρίας δικαιούνται πρόσβαση σε ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες.
Την ίδια στιγμή το 14% του συνόλου των κατοικιών στη Γαλλία είναι ενοικιαζόμενες κοινωνικές κατοικίες, οι οποίες φθάνουν τα 5 εκατομμύρια.
Στην Ισπανία 20.000 ενεργειακά αποδοτικές κοινωνικές κατοικίες θα ανακαινιστούν και θα διατεθούν, χρηματοδοτημένες από το Ταμείο Ανάκαμψης. Πρόκειται για ακίνητα της Sareb, της κρατικής τράπεζας («bad bank») στην οποία κατέληξαν χιλιάδες ακίνητα που εκπλειστηριάστηκαν την προηγούμενη δεκαετία.
Υπάρχουν λύσεις;
Το πρόβλημα της στέγασης είναι σημαντικό όχι μόνο για τις πρωτογενείς συνέπειές του, αλλά και επειδή συνδέεται στενά με τις ανισότητες και με το δημογραφικό πρόβλημα.
Οι πιθανές λύσεις σύμφωνα με την έρευνα εστιάζονται σε 4 άξονες:
1. Επανεκκίνηση της στεγαστικής πολιτικής.
2. Αξιοποίηση των κενών κτιρίων, όπου είναι δυνατόν.
3. Περαιτέρω ρύθμιση των πλατφορμών βραχυχρόνιας μίσθωσης.
4. Αλλαγές στη «χρυσή βίζα».
«Η αξιοποίηση των κενών κατοικιών είναι ένα κομβικό σημείο για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στέγασης» λέει ο επικεφαλής του οικονομικού γραφείου του Πρωθυπουργού, Αλέξης Πατέλης.