Έως και τον Φεβρουάριο, ο Γουόρεν Μπάφετ έλεγε ότι δεν έβρισκε τίποτα που να αξίζει να αγοράσει στο χρηματιστήριο. Αυτό δεν ισχύει πια. Έπειτα από έναν χρόνο επενδυτικής απραξίας, η εταιρεία του Μπάφετ, η Berkshire Hathaway, αρχίζει να ξοδεύει και πάλι.
Έκλεισε συμφωνία ύψους 11,6 δισ. δολαρίων για την εξαγορά της ασφαλιστικής εταιρείας Alleghany Corp., στο μεγαλύτερο deal της Berkshire εδώ και έξι χρόνια. Αγόρασε εκατομμύρια μετοχές της HP Inc. και της Occidental Petroleum και αύξησε δραματικά το ποσοστό της στην Chevron.
Γιατί; «Είναι ένα καζίνο», ήταν ο τρόπος με τον οποίο ο Μπάφετ περιέγραψε την κατάσταση που επικρατεί στα χρηματιστήρια τα τελευταία χρόνια. Ο ίδιος κατηγορεί τον χρηματοοικονομικό τομέα γιατί ενθαρρύνει την ριψοκίνδυνη συμπεριφορά των επενδυτών. Και ενώ θεωρεί τα κερδοσκοπικά στοιχήματα «αισχρά», εντούτοις, η αύξηση των διακυμάνσεων στις αγορές είχε και θετικές επιπτώσεις, όπως λέει: Επέτρεψε στην Berkshire να βρει και πάλι υποτιμημένες επιχειρήσεις για να επενδύσει, έπειτα από μία περίοδο ησυχίας.
Στη γενική συνέλευση της Berkshire, ο 91χρονος Μπάφετ μοιράστηκε τις σκέψεις του για την κατάσταση των αγορών. Ήταν η πρώτη φορά από το 2019 που μίλησε αυτοπροσώπως στους μετόχους, καθώς η πανδημία είχε αναγκάσει την εταιρεία να πραγματοποιήσει τη γενική συνέλευσή της ψηφιακά τα δύο τελευταία χρόνια.
Οι μέτοχοι περίμεναν στην ουρά για ώρες πριν ανοίξουν οι πόρτες στο στάδιο όπου ο Μπάφετ και το δεξί του χέρι, ο Τσάρλι Μάνγκερ, ανέβηκαν στη σκηνή.
Η Berkshire πέρασε μία περίοδο ησυχίας, παρότι η ανάκαμψη της οικονομίας και η άνοδος του χρηματιστηρίου τη βοήθησαν να ανεβάσει τα κέρδη της σε επίπεδα-ρεκόρ το 2021 και να κλείσει τη χρονιά με πολλά μετρητά στα ταμεία της.
Και ενώ ο Μπάφετ ένιωθε ότι δεν υπήρχαν ελκυστικές επενδυτικές ευκαιρίες για την Berkshire, τον Φεβρουάριο ενθουσιάστηκε όταν πήρε στα χέρια του την ετήσια έκθεση της Alleghany.
Η απόφαση της Berkshire να χτίσει ποσοστό 14% στην Occidental επίσης ξεκίνησε όταν ο Μπάφετ διάβασε μία έκθεση αναλυτή για την εταιρεία. Με δεδομένο ότι η μετοχή της κινείται ακόμα κάτω από το υψηλό που είχε σημειώσει το 2011, ο επενδυτής θεώρησε ότι στις σημερινές συνθήκες, που θυμίζουν καζίνο, είναι μια καλή στιγμή για να αγοράσει τον τίτλο. Μέσα σε μόλις δύο εβδομάδες, αγόρασε εκατομμύρια μετοχές της εταιρείας.
«Δεν νομίζω ότι είχαμε ποτέ κάτι σαν και αυτό που έχουμε σήμερα, σε ό,τι αφορά τους τζίρους της καθαρά κερδοσκοπικής δραστηριότητας που συμβαίνει σε καθημερινή βάση. Δεν είναι όμορφο», είπε ο Μάνγκερ.
«Έχουμε υπολογιστές με αλγόριθμους να κάνουν trading απέναντι σε άλλους υπολογιστές. Έχουμε ανθρώπους που δεν ξέρουν τίποτα για μετοχές να τους συμβουλεύουν χρηματιστές που ξέρουν ακόμα λιγότερα», ήταν ο τρόπος με τον οποίο περιέγραψε την κατάσταση στο χρηματιστήριο σήμερα.
Όμως, αυτή η κερδοσκοπία στις αγορές έδωσε στην Berkshire την ευκαιρία να εντοπίσει υποτιμημένες εταιρείες και να αξιοποιήσει τα 106 δισ. δολάρια που έχει σε μετρητά.
«Μερικές φορές, η Berkshire έχει την ευκαιρία να κάνει κάτι. Δεν είναι γιατί είμαστε εξυπνότεροι. Είμαστε λογικοί, και αυτό είναι το βασικό απαιτούμενο σε αυτή τη δουλειά», είπε ο Μάνγκερ.
Άλλωστε, όπως διευκρίνισε ο Μπάφετ, η Berkshire δεν προσπαθεί να κάνει τις επενδύσεις της με βάση το τι πιστεύει ότι θα κάνει η αγορά στο άνοιγμα της Δευτέρας. «Δεν μπορώ να προβλέψω τι θα κάνει η αγορά. Δεν ξέρουμε τι θα κάνει η οικονομία», είπε.
Θεμελιωδώς, η Berkshire προσπαθεί να κάνει ό,τι μπορεί για να συνεχίσει να παράγει αποδόσεις για τους μετόχους της, είπε ο Μπάφετ. Η Berkshire έχει δώσει ετησιοποιημένες αποδόσεις 20% από το 1965 έως το 2020, την ώρα που ο S&P 500 έχει δώσει 10%, συμπεριλαμβανομένων των μερισμάτων, την ίδια περίοδο.
«Η ιδέα του να χάσω μόνιμα τα χρήματα των άλλων ανθρώπων… αυτό είναι απλά ένα μέλλον το οποίο δεν θέλω να ζήσω», είπε ο Μπάφετ.