Η επέλαση της πανδημίας του κορωνοϊού άφησε «προίκα» στις μεγαλύτερες οικονομίες του κόσμου ρεκόρ χρέους, αφήνοντας τες εκτεθειμένες να αντιμετωπίσουν τις συνέπειες της χρηματοπιστωτικής κρίσης: ένα λογαριασμό χρέους ύψους 13 τρισ. δολαρίων.
Οι G7, οι επτά ισχυρότερες οικονομίες παγκοσμίως, καθώς και οι αναδυόμενες αγορές αντιμετωπίζουν τις βαρύτερες λήξεις ομολόγων σε τουλάχιστον μια δεκαετία, πολλές από τις οποίες δανείζονται προκειμένου να μην έρθουν αντιμέτωπες με τις χειρότερες οικονομικές επιπτώσεις από την εποχή της Μεγάλης Ύφεσης.
Τα καλά νέα είναι ότι τόσο οι κεντρικές τράπεζες όσο και οι επενδυτές είναι στο πλευρό τους. Οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής που αντιμετωπίζουν παρατεταμένες οικονομικές προκλήσεις από την πανδημία είναι πιθανό να παραμείνουν φιλικοί – και να διατηρήσουν το κόστος δανεισμού χαμηλό. Τα ομόλογα παραμένουν ένα περιζήτητο καταφύγιο εν μέσω της αυξανόμενης επιβάρυνσης του ιού για την υγεία και τις οικονομίες.
Ο Γκρέγκορι Πέρντον, συν-επικεφαλής επενδύσεων στο Arbuthnot Latham, εκτιμά ότι παρά το γεγονός ότι οι δείκτες δημόσιου χρέους έχουν χτυπήσει «κόκκινο», οι προσδοκίες για παρατεταμένη αύξηση του δημόσιου χρέους δεν ευσταθούν.
Σύμφωνα με στοιχεία του Bloomberg, οι ανάγκες αναχρηματοδότησης είναι μεγαλύτερες στις ΗΠΑ, με οφειλόμενο χρέος 7,7 τρισ. δολαρίων, ακολουθούμενη από την Ιαπωνία με 2,9 τρισ. δολάρια. Το χρέος της Κίνας ανέρχεται σε 577 δισ.δολάρια από 345 δισ. δολάρια σε σχέση με το 2019. Το βαρύτερο οικονομικό «τίμημα το έχει πληρώσει η Ευρώπη, με την Ιταλία να κατέχει τα πρωτεία στον λογαριασμό, με χρέος 433 δισ. δολαρίων, ακολουθούμενη από τη γειτονική Γαλλία και την «τρύπα« 348 δισ. δολάριων. Η ισχυρότερη οικονομία της Ευρώπης, η Γερμανία, έχει επιβαρυνθεί με χρέος 325 δισ. δολαρίων έναντι 201 δισ. δολαρίων με την αντίστοιχη περίοδο το 2019.
Η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να μεταφραστεί σε υψηλότερες αποδόσεις, με τη μέση τιμή των οικονομολόγων να απαιτούν 10ετή απόδοση των κρατικών ομολόγων κατά 1,24% έως το τέταρτο τρίμηνο.
Ωστόσο, το βάρος παραμένει στους κυβερνώντες, ώστε να διατηρήσουν τα ποσοστά χαμηλά για την προώθηση της παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης. Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ προτίθεται να αγοράσει σχεδόν το ήμισυ των 2 τρισ.δολαρίων καθαρής προσφοράς, με την TD Securities να αναμένει ότι το χρέος των ΗΠΑ θα εκδοθεί φέτος, ενώ στην Ευρώπη, το αποτέλεσμα της αγοράς ομολόγων από την κεντρική τράπεζα θα συμβάλλει στη δημιουργία ελλείμματος προσφοράς 133 δισ. ευρώ, σύμφωνα με την Jefferies International.