Ενόσω ο πλανήτης είχε επικεντρωθεί στον έλεγχο της πανδημίας, εγένετο πριν μερικές μέρες η μεγαλύτερη ζώνη ελεύθερου εμπορίου στον κόσμο. Και το όνομα αυτής «Περιφερειακή Ολοκληρωμένη Οικονομική Εταιρική Συνεργασία», αλλά θα γίνει πιο γνωστή με το ακρωνύμιο RCEP. Η ζώνη ενσωματώνει 15 χώρες της Ασίας, του Ειρηνικού και της Ωκεανίας, που αποτελούν μια τεράστια αγορά 2,2 δισ. ανθρώπων και συγκεντρώνουν αθροιστικό ΑΕΠ ύψους 26,2 τρις δολαρίων.
Του Πολυδεύκη Παπαδόπουλου από την ΕΡΤ
Η RCEP ενοποίησε τις προϋπάρχουσες συμφωνίες μεταξύ Ινδονησίας, Σιγκαπούρης, Μαλαισίας, Ταϊλάνδης, Φιλιππίνων, Βιετνάμ, Καμπότζης, Λάος, Μπρουνέι και Μυανμάρ, που διαθέτουν την «Ένωση Εθνών της Νοτιοανατολικής Ασίας-Asean» και εισήγαγε στην ομάδα πέντε νέους εμπορικούς εταίρους. Όμως, αυτοί δεν είναι όποιοι κι όποιοι, μια και πρόκειται για την Κίνα, την Ιαπωνία, τη Νότια Κορέα, την Αυστραλία και τη Νέα Ζηλανδία, που ποτέ δεν είχαν συνάρξει σε ανάλογη κοινή δομή. Έτσι, το νέο μπλοκ θα είναι μεγαλύτερο από την Ευρωπαϊκή Ένωση, αλλά και τη συμφωνία ΗΠΑ-Μεξικού-Καναδά, με δεσπόζουσα την παρουσία της Κίνας.
Το περιεχόμενο της συμφωνίας
Κατ’ αρχήν να υπογραμμιστεί πως το μεγαλύτερο μέρος της Ανατολικής Ασίας-Ειρηνικού-Ωκεανίας έχει καταφέρει μέχρι τώρα να προστατεύσει την οικονομική ανάκαμψή του χάρη στον επιτυχή έλεγχο της εξάπλωσης της πανδημίας. Έτσι, οι προαναφερόμενες χώρες διέθεταν το περιθώριο να επικεντρωθούν στη δημιουργία της RCEP, που προσδοκούν να μετατραπεί σε σημαντικό μηχανισμό για την επιτάχυνση της ανάπτυξης τους.
Προς το παρόν, βέβαια, πρόκειται για ένα βήμα, το οποίο, όμως, σε βάθος χρόνου φιλοδοξεί να εξελιχθεί σε Ελεύθερη Ζώνη Εμπορίου ή ακόμη και σε τελωνειακή ένωση με χαμηλούς ως μηδενικούς δασμούς. Έτσι, το εν λόγω εμπορικό σύμφωνο προβλέπει την εξάλειψη περίπου του 90% των δασμών στις εισαγωγές μεταξύ των υπογραφόντων εντός 20 ετών από την έναρξη ισχύος, αλλά και τη θέσπιση κοινών κανόνων για το ηλεκτρονικό εμπόριο, το εμπόριο γενικότερα και την πνευματική ιδιοκτησία.
Να σημειωθεί ότι στην πρώτη φάση περιλαμβάνονται σχετικά μικρές μειώσεις δασμών σε περιορισμένο αριθμό προϊόντων και υπηρεσιών. Όμως λόγω μεγέθους ΑΕΠ και πληθυσμών, ακόμη κι αυτές οι ελαφρύνσεις αναμένεται να οδηγήσουν σε θεαματικά οικονομικά αποτελέσματα. Επιπλέον, προβλέπεται μείωση των γραφειοκρατικών διαδικασιών στις διασυνοριακές διακινήσεις με ένα μόνο έγγραφο, που θα ισχύει για όλα τα κράτη μέλη και διευκολύνσεις σε αλυσίδες παραγωγής οι οποίες χρησιμοποιούν εξαρτήματα κατασκευασμένα σε άλλη χώρα της Συμφωνίας.
Η συμφωνία θα τεθεί σε ισχύ 60 ημέρες μετά την επικύρωσή της από τουλάχιστον έξι μέλη της ASEAN και τρεις χώρες εκτός ASEAN. Οποιοδήποτε κράτος μπορεί να γίνει μέλος της RCEP 18 μήνες αφού η συμφωνία θα έχει τεθεί σε ισχύ. Η Ινδία, αν και μετείχε στις αρχικές διαπραγματεύσεις, επέλεξε τελικά να αποσυρθεί λόγω ανησυχιών που σχετίζονται με φθηνές κινεζικές εισαγωγές. Το Ν. Δελχί θ α μπορεί, πάντως, να ενταχθεί ανά πάσα στιγμή. Και βέβαια, έχει ιδιαίτερη σημασία ότι για πρώτη φορά συμμετέχουν σε ένα τέτοιο σχήμα η Κίνα μαζί με την Ιαπωνία και τη Νότια Κορέα.
Η απουσία των ΗΠΑ και οι απώλειες τους
Η ιδέα της RCEP γεννήθηκε το 2012 αλλά κέρδισε «πόντους» όταν ο Τραμπ διέκοψε τις διαπραγματεύσεις που γίνονταν υπό την αιγίδα ΗΠΑ για την Εταιρική Σχέση του Ειρηνικού (Trans-Pacific Partnership). Ο λόγος για την εμπορική συμφωνία, που αν και δεν υλοποιήθηκε ποτέ, έμεινε γνωστή με το ακρωνύμιο ΤΡΡ και την οποία διέλυσε ουσιαστικά ο Ντόναλντ Τραμπ αποσύροντας τις ΗΠΑ τρεις μόλις ημέρες μετά την ανάληψη των καθηκόντων του, τον Ιανουάριο του 2017. Να σημειωθεί ότι η πρωτοβουλία για την ΤPP είχε αναληφθεί από την κυβέρνηση Ομπάμα 8 χρόνια πριν.
Τελικά, η διακυβέρνηση Τραμπ με τις κινήσεις της διευκόλυνε τη διαδικασία για την RCEP. Kι αυτό γιατί οι άλλες 11 χώρες της Αμερικανικής Ηπείρου και του Ειρηνικού που επρόκειτο να πάρουν μέρος στην ΤΡΡ, αποφάσισαν να προχωρήσουν το 2018, ερήμην της Ουάσιγκτον, σε μια άλλη εμπορική συμφωνία μεταξύ τους, που ονομάστηκε «Ολοκληρωμένη προοδευτική εταιρική σχέση του Ειρηνικού-CPTPP». Αυτή, γνωστή και ως TPP11 ή TPP-11 περιέλαβε την Αυστραλία, το Μπρουνέι, τον Καναδά, τη Χιλή, την Ιαπωνία, τη Μαλαισία, το Μεξικό, τη Νέα Ζηλανδία, το Περού, τη Σιγκαπούρη και το Βιετνάμ.
Επτά από αυτές τις χώρες μετέχουν τώρα και στην RCEP, η οποία έρχεται να συνδέσει τις οικονομίες της Βόρειας και ΝΑ Ασίας και χωρών του Ειρηνικού, συνδυάζοντας τα πλεονεκτήματά τους στην τεχνολογία, τη μεταποίηση, τη γεωργία και τους φυσικούς πόρους. Επιπλέον, τα κράτη που μετέχουν εναλλακτικά ή προσθετικά στην RCEP και την CPTPP στοχεύουν να αντισταθμίσουν τις παγκόσμιες απώλειες από τον εμπορικό πόλεμο ΗΠΑ-Κίνας.
Σημειωτέων ότι στην ΤΡΡ, που αδιαμφισβήτητα θα είχε αυξήσει την αμερικανική επιρροή στην περιοχή των χωρών του Ειρηνικού, δεν επρόκειτο να συμμετάσχει η Κίνα, ενώ τώρα στην RCEP το Πεκίνο έχει κύριο ρόλο. Επιπλέον, πολιτικοί και οικονομικοί αναλυτές θεωρούν απίθανο να είναι πλέον ευπρόσδεκτες στη συμφωνία αυτή οι ΗΠΑ, απλά και μόνον επειδή στην ηγεσία τους θα βρίσκεται πλέον ο Τζο Μπάιντεν. Έτσι, αρκετοί αναλυτές εκτιμούν τώρα πως πολλές αμερικανικές επιχειρήσεις θα βρεθούν με ανταγωνιστικό μειονέκτημα, καθώς θα έχουν αποκλειστεί από αυτή τη νέα ζώνη ελεύθερου εμπορίου.
Από την άλλη, σύμφωνα με μελέτη του αμερικανικού Ινστιτούτου Διεθνών Οικονομικών Peterson, η νέα συμφωνία θα οδηγήσει σε μείωση του κόστους στις εμπορικές συναλλαγές ιδιαιτέρως ανάμεσα σε Κίνα, Ιαπωνία και Ν. Κορέα, με αποτέλεσμα «την αποσύνδεση των οικονομιών της Ανατολικής Ασίας από την οικονομία των ΗΠΑ».
Εν τέλει, η όλη εξέλιξη με τις ΤPP, CPTPP και τώρα την RCEP έφερε την παραδοσιακή υπερδύναμη να μένει έξω από μεγάλες εμπορικές συμφωνίες στρατηγικής σημασίας και τον νέο κινεζικό γίγαντα να επελαύνει και να διευρύνει την οικονομική, εμπορική και έμμεσα διπλωματική και πολιτική επιρροή του σε μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη. Απ΄ την άλλη η αντίδραση των ΗΠΑ στο να ανακοπεί η επέλαση της Κίνας ήταν αναμενόμενη και δεν αφορά μόνον τον απερχόμενο Πρόεδρο, αλλά επίσης το μεγαλύτερο μέρος του αμερικανικού πολιτικού συστήματος, καθώς και αρκετών ευρωπαϊκών κρατών. Εκείνο που κρίνεται κυρίως αφορά τις μεθόδους εμπορικών πολέμων που χρησιμοποιήθηκαν όταν ανέλαβε το τιμόνι της υπερδύναμης ο Τραμπ.
Ο κινεζικός «οδοστρωτήρας» και οι μετασχηματισμοί στην Α.Ασία και Ειρηνικό
Μέσα στη δεκαετία 2010-2020 και ιδίως από τη στιγμή που αναρριχήθηκε στην ηγεσία ο πρόεδρος Σι Τζινπίνγκ, η Κίνα άρχισε να επιδεικνύει μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στις δυνάμεις της. Έτσι, ενώ ο δυτικός κόσμος έχανε σταδιακά τη δεσπόζουσα θέση του στον κόσμο, ως συνεπακόλουθο και της χρηματοπιστωτικής κρίσης του 2008, το Πεκίνο επαναπροσδιόρισε τα συμφέροντά του στην Ασία, ιδιαιτέρως στη Νότια Θάλασσα της Κίνας αλλά ακόμη και στο Ινδικό Ωκεανό. Ταυτόχρονα, άρχισε να έρχεται σε αντιπαράθεση με ανταγωνίστριες δυνάμεις όπως η Ιαπωνία και η Ινδία και να επενδύει πολιτικά/οικονομικά στη Νότια Ασία, την Αυστραλία, καθώς και άλλες χώρες του Ειρηνικού.
Αυτή η άνοδος της Κίνας δημιούργησε, βέβαια, ανησυχία σε όλες τις γειτονικές της χώρες και κατά κύριο λόγο στην Ιαπωνία, με την οποία έχει παραδοσιακά σχέσεις αντιπαλότητας. Επίσης, τα μικρότερα και φτωχότερα κράτη της Ασίας έχουν θορυβηθεί. Εν τέλει, αναλυτές αποδίδουν την προσέγγιση των ασιατικών χωρών με την Κίνα –τώρα και στα πλαίσια της RCEP- ως προσπάθειά τους να συνεργαστούν μαζί της και δίχως να αμφισβητήσουν την πρωτοκαθεδρία της, με τη συσπείρωσή τους να θέσουν όρια στη δύναμή της.
Σύμφωνα με μελέτη του Ασιατικού Κέντρου Εμπορίου, ειδικά η Ιαπωνία έχει τώρα τη δυνατότητα να αντλήσει σημαντικά οφέλη από τη συμφωνία RCEP, καθώς θα αποκτήσει προνομιακή πρόσβαση στη Νότια Κορέα, αλλά και στην ίδια την Κίνα, την οποία δεν διέθετε πριν. Επίσης, χώρες που έχουν μεγάλα συμφέροντα με την Κίνα, αλλά και διαμάχες, όπως π.χ. η Αυστραλία, οι Φιλιππίνες και το Βιετνάμ, αναμένεται να δουν τις διαφορές τους να λειαίνονται.
Πως επηρεάζεται η Ευρώπη
Οι περισσότερες οικονομικές και πολιτικές αναλύσεις γύρω από τη δημιουργία της RCEP προβλέπουν ότι, εκτός από τον αποκλεισμό των αμερικανικών επιχειρήσεων, αρνητικές επιπτώσεις θα υπάρξουν και για πολλές ευρωπαϊκές εταιρίες, καθώς θα βρεθούν με ανταγωνιστικό μειονέκτημα στη νέα ζώνη ελεύθερου εμπορίου.
Περισσότερο από όλα τα ΜΜΕ στην Ευρώπη, ήταν ο γερμανικός Τύπος που ασχολήθηκε με τις εξελίξεις γύρω από την RCEP. Oι σοβαρές γερμανικές εφημερίδες και ιστοσελίδες αφιέρωσαν άρθρα και αναλύσεις, τα οποία αντιλαμβάνονται τη νέα ζώνη ελεύθερου εμπορίου ως προειδοποιητική βολή για τη Γερμανία και ενδεχομένως για το σύνολο της Ευρώπης. Επίσης, δεξαμενές σκέψεις στην ΕΕ εκτιμούν πως στο μέλλον η έως τώρα κατ’ εξοχήν εξαγωγική δύναμη της Κίνας δεν θα εξαρτάται τόσο από τις πωλήσεις των προϊόντων της στις μεγάλες ευρωπαϊκές αγορές, όπως η Γερμανία και η Γαλλία. Προβλέπουν, επίσης, πως οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις θα βρίσκονται σε μειονεκτική θέση εφόσον θα παράγουν στην Ασία ή όταν θα επιδιώκουν να προωθήσουν τα προϊόντα τους στις ασιατικές οικονομίες.
Επίσης, τα γερμανικά ΜΜΕ θυμίζουν πως η Ε.Ε. δεν κατάφερε έως τώρα να συνάψει η ίδια μια συμφωνία ελεύθερου εμπορίου με την Ένωση των Χωρών Νοτιοανατολικής Ασίας (ASEAN), η δε γερμανική προεδρία στην ΕΕ απέτυχε –και λόγω των επιπτώσεων του κορωνοϊού να συγκαλέσει μια ειδική σύνοδο της Ένωσης με την Κίνα. Σ’ αυτήν επρόκειτο να τεθούν επί τάπητος όλα τα θέματα και τα προβλήματα που έχουν οι δύο πλευρές στην οικονομία, αλλά και σε ζητήματα ανθρωπίνων δικαιωμάτων και ελευθεριών. Ωστόσο η ΕΕ οφείλει να συνεχίσει την αναζήτηση τρόπων για να προστατεύσει τις αρχές και τα συμφέροντά της και να παρακολουθήσει στενά τις εξελίξεις στην Ασία, ενδεχομένως πλέον και σε περισσότερη συνεργασία με τις ΗΠΑ του Μπάιντεν.