Μία ακόμη μάχη σε μία διαρκή αντιπαράθεση που κρατάει, με τις όποιες υφέσεις και εντάσεις της, εδώ και 75 χρόνια, αποτελεί η νέα πολεμική σύγκρουση που ξέσπασε ανάμεσα στους Iσραηλινούς και στους Παλαιστίνιους, το πρωί του περασμένου Σαββάτου. Όπως συμβαίνει σε κάθε πόλεμο, έτσι και στην προκειμένη περίπτωση υπάρχουν τα αίτια και οι αφορμές, τα οποία, στην πλειονότητά τους εξακολουθούν και παραμένουν ίδια και απαράλλαχτα όχι μόνο κατά τη διάρκεια των περασμένων 7 δεκαετιών, αλλά και διαχρονικά διαμέσου των αιώνων δεδομένου ότι η διένεξη ανάμεσα στους ισραηλινούς και τους Άραβες έχει στις ρίζες της στα αρχαία, βιβλικά, χρόνια. Πρόκειται για μία διένεξη που αποτελεί την ουσία του λεγόμενο Μεσανατολικού ζητήματος, στο επίκεντρο του οποίου βρίσκεται η διαμάχη ανάμεσα στους Παλαιστίνιους και το κράτος του Ισραήλ, με τους πάντες να συμφωνούν ότι χωρίς την ύπαρξη ενός ξεκάθαρου πλαισίου συνύπαρξης ανάμεσα στους δύο λαούς, διαρκής ειρήνη δεν πρόκειται ποτέ να υπάρξει στην περιοχή.
Στα νεότερα χρόνια η πηγή της σύγκρουσης θα πρέπει να αναζητηθεί στα πρώτα έτη μετά το τέλος του Β΄ Παγκοσμίου Πολέμου. Στις 14 Μαΐου 1948, το Ισραήλ θα ανακηρύξει την ανεξαρτησία του με πρώτο πρόεδρο τον Χάιμ Βάιζμαν και πρωθυπουργό τον σιωνιστή ηγέτη, Νταβίντ Μπεν Γκουριόν. Είχε προηγηθεί μερικούς μήνες νωρίτερα, στις 29 Νοεμβρίου 1947, η υιοθέτηση της απόφασης με Αριθμό 181 από τον ΟΗΕ για τη διαίρεση της Παλαιστίνης σε ένα ισραηλινό και ένα αραβικό κράτος, και τη μετατροπή της Ιερουσαλήμ σε διεθνή πόλη εκτός συνόρων. Σύμφωνα με αυτήν την απόφαση η παλιά πόλη της Ιερουσαλήμ, καθώς και η δυτική όχθη του Ιορδάνη, τέθηκαν υπό τον έλεγχο της Ιορδανίας, ενώ η νέα πόλη ανατέθηκε στους Ισραηλινούς.
Οι Άραβες άρχισαν βίαιες διαμαρτυρίες κατά των Εβραίων, την στιγμή που στην περιοχή κατοικούσαν 590.000 Εβραίοι και 1.320.000 Άραβες. Ακριβώς μία ημέρα μετά την ανακήρυξη του κράτους του Ισραήλ, στις 15 Μαΐου 1948, θα ξεσπάσει ο πρώτος Αραβοϊσραηλινός πόλεμος, με πέντε αραβικές χώρες (Αίγυπτος, Ιορδανία, Συρία, Λίβανος και Ιράκ) να εισβάλουν σε ισραηλινά εδάφη. Η Αίγυπτος θα προσαρτήσει το Σινά και τη Γάζα και η δεύτερη θα καταλάβει τη Δυτική Όχθη του Ιορδάνη. Έπειτα από ένα χρόνο εχθροπραξιών οι εμπόλεμες πλευρές θα υπογράψουν ανακωχή κρατώντας τα εδάφη που κατείχαν. Ήταν ωστόσο μία ανακωχή που δεν θα μπορούσε να διαρκέσει, καθώς το μικρό εβραϊκό κράτος ήταν στριμωγμένο ανάμεσα στη θάλασσα και σε προαιώνιους εχθρούς και χωρίς χώρο άμυνας, στο ενδεχόμενο που δεχόταν μία ακόμη επίθεση.
Σχεδόν ακριβώς μετά από 20 χρόνια θα ξεσπάσει ο δεύτερος Αραβοϊσραηλινός πόλεμος, ο οποίος έμεινε γνωστός στην ιστορία ως ο «Πόλεμος των Έξι Ημερών». Ήταν το 1967, όταν το Ισραήλ θα προλάβει και θα επιτεθεί πρώτο στις δυνάμεις της Αιγύπτου, της Ιορδανίας και της Συρίας που επίσης ήταν έτοιμες να του επιτεθούν, καταλαμβάνοντας μέσα σε λίγες μόλις ημέρες σημαντικά εδάφη που μέχρι τότε ανήκαν στις παραπάνω χώρες, όπως η χερσόνησος του Σινά, η Λωρίδα της Γάζας, η Δυτική Όχθη και τα Υψίπεδα Γκολάν. Από τότε, για τις περιοχές αυτές είναι γνωστός ο όρος «κατεχόμενα εδάφη».
Έπειτα από την αιφνίδια προέλαση και κατοχή των μέχρι τότε αραβικών εδαφών από τους ισραηλινούς, ένας νέος πόλεμος ανάμεσα στους δύο προαιώνιους αντιπάλους έμελλε να αρχίσει 6 μόλις χρόνια μετά. Ήταν τέτοιες μέρες τον Οκτώβριο του 1973 που η ιστορία θα επαναληφθεί. Το ημερολόγιο έγραφε 6\10\1973, όταν οι αραβικές χώρες, μην μπορώντας να αποδεχτούν την προηγούμενη ήττα τους, θα εξαπολύσουν τον λεγόμενο «πόλεμο του Γιομ Κιπούρ».
Αιγύπτιοι και Σύριοι θα επιτεθούν αιφνιδιαστικά στο Ισραήλ την ημέρα της ιερότερης θρησκευτικής γιορτής των Εβραίων, σημειώνοντας αρχικά σημαντικές επιτυχίες. Η Αίγυπτος και η Συρία πέρασαν τις γραμμές κατάπαυσης του πυρός στο Σινά (στον Νότο) και στα Υψίπεδα του Γκολάν (στον Βορρά του Ισραήλ), προελαύνοντας συνεχώς κατά τις πρώτες 48 ώρες. Αμέσως μετά όμως η πλάστιγγα θα γείρει υπέρ των ισραηλινών. Μέσα σε μόλις 10 ημέρες οι Σύροι θα απωθηθούν από τα Υψώματα Γκολάν, ενώ στο Νότο, στο Σινά, οι ισραηλινού θα διασχίσουν τη Διώρυγα του Σουέζ (όπου βρισκόταν η παλιά γραμμή κατάπαυσης του πυρός του ’67), και εάν δεν ενεργοποιούνταν η κατάπαυση του πυρός από τα Ηνωμένα Έθνη, πιθανόν να έφταναν μέχρι και το Κάϊρο. Ήταν ο τελευταίος πόλεμος ανάμεσα στα αραβικά κράτη και το Ισραήλ, όχι όμως και το τέλος της σύγκρουσης και των εχθροπραξιών οι οποίες θα συνιστούν μέχρι και τις μέρες μας, αυτή τη φορά δια αντιπροσώπων.
Χαμάς εναντίον Ισραήλ
Παραδοσιακά οι αραβικές χώρες στοιχίζονταν πίσω από το όραμα των Παλαιστίνιων να ανακτήσουν τη χαμένη τους πατρίδα στα εδάφη που πλέον βρίσκονταν υπό την κατοχή των ισραηλινών. Εδώ και δεκαετίες οι δυνάμεις ασφαλείας του Ισραήλ διεξάγουν έναν αέναο ανταρτοπόλεμο με τις παλαιστινιακές οργανώσεις, με σημαντικές εξάρσεις και μικρά διαλείμματα ανάπαυλας. Αδιαμφισβήτητα σε μία από τις πιο σοβαρές από αυτές τις διενέξεις, εξελίσσεται η σημερινή. Πρωταγωνιστής από παλαιστινιακής πλευράς η ισλαμιστική οργάνωση Χαμάς, η οποία, εξαπολύοντας μία αιφνιδιαστική όσο και αιματηρή επίθεση εναντίον μιας σειράς ισραηλινών πόλεων στα νότια της χώρας με καταιγισμό ρουκετών και μαχητές να περνούν τα σύνορα στη Γάζα, προκάλεσε μια εκατόμβη νεκρών και ταυτόχρονα τη σκληρή απάντηση του Τελ Αβίβ. Μία απάντηση που ενώ μόλις ξεκίνησε, η σφοδρότητα που αναμένεται να λάβει τις επόμενες ημέρες εκτιμάται ότι θα έχει ως αποτέλεσμα να αυξήσει δραματικά τον αριθμό των νεκρών και από τις δύο πλευρές, ενδεχομένως να αλλάξει ακόμη και το χάρτη της Μέσης Ανατολής.
Ο Πόλεμος του Λιβάνου, η σφαγή Σάμπρα – Σατίλα, η Ιντιφάντα που συνεχίζεται ακόμη και σήμερα, οι συνθήκες του Όσλο, η αναγνώριση της Παλαιστινιακής Αρχής, η διάσπαση των παλαιστινιακών οργανώσεων, είναι μερικά από τα πολύ μεγάλα κεφάλαια της σύγκρουσης Ισραηλινών – Παλαιστινίων. Σχεδόν όλα παραμένουν ανοιχτά. Ένα από τα βασικά κεφάλαια της Ισραηλινό - παλαιστινιακής διένεξης συνδέεται άμεσα με τις εξελίξεις στη Λωρίδα της Γάζας, από την οποία το Ισραήλ αποχώρησε το 2005. Η Λωρίδα της Γάζας, ένας παράκτιος παλαιστινιακός θύλακας με περίπου 2,5 εκατομμύρια κατοίκους, θα περάσει τον Αύγουστο του ίδιου έτους στα χέρια της Παλαιστινιακής Αρχής, συγκεντρώνοντας σταδιακά στα εδάφη της, πέρα από τους μετριοπαθείς παλαιστινίους και μια σειρά από ακραία στελέχη που ανήκαν σε οργανώσεις που τάσσονταν υπέρ ενός ολοκληρωτικού πολέμου με το Ισραήλ και το διωγμό του εβραϊκού πληθυσμού από την περιοχή.
Το χρονικό της σύγκρουσης
Μία από αυτές τις οργανώσεις ήταν και η Χαμάς. Η συγκεκριμένη οργάνωση στις 25 Ιανουαρίου 2006 θα κερδίσει την πλειοψηφία στις παλαιστινιακές βουλευτικές εκλογές, προκαλώντας την αντίδραση της Ουάσιγκτον και του Τελ Αβίβ, καθώς αρνείται να αποκηρύξει τη βία και να αναγνωρίσει το κράτος του Ισραήλ. Λίγους μήνες αργότερα, στις 25 Ιουνίου 2006 θα υπάρξει και η πρώτη σοβαρή σύγκρουση ανάμεσα στους μαχητές της Χαμάς και τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας. Μέλη της παλαιστινιακής οργάνωσης αιχμαλωτίζουν έναν Ισραηλινό στρατιώτη σε επιδρομή που εξαπέλυσαν από τη Γάζα. Το Ισραήλ απαντά με αεροπορικές επιδρομές και επιθέσεις από επίγειες δυνάμεις.
Ένα χρόνο μετά, στις 14 Ιουνίου 2007, θα ξεσπάσει εμφύλιος πόλεμος μεταξύ των παλαιστινίων, με την Χαμάς να επικρατεί έναντι των μετριοπαθών δυνάμεων της οργάνωσης Φατάχ που πρόσκεινται στον Παλαιστίνιο πρόεδρο Μαχμούντ Αμπάς. Έπειτα από την παραπάνω εξέλιξη μία ακόμη πολεμική αντιπαράθεση ανάμεσα στις δύο πλευρές θα είναι ζήτημα χρόνου. Στις 27 Δεκεμβρίου 2008 το Ισραήλ θα εξαπολύσει μία στρατιωτική επίθεση 22 ημερών στη Γάζα, απαντώντας στην εκτόξευση ρουκετών από Παλαιστινίους κατά της πόλης Σντερότ στο νότιο Ισραήλ. Περίπου 1.400 Παλαιστίνιοι και 13 Ισραηλινοί φέρονται να χάνουν τη ζωή τους πριν τη συμφωνία για κατάπαυση του πυρός.
Τέσσερα χρόνια μετά, στις 14 Νοεμβρίου 2012, οι δυνάμεις ασφαλείας του Ισραήλ θα σκοτώσουν τον αρχηγό του στρατιωτικού επιτελείου της Χαμάς, Αχμάντ Τζαμπαρί. Ακολουθούν οκτώ ημέρες ανταλλαγής πυρών, με τους Παλαιστινίους να εξαπολύουν ρουκέτες και το Ισραήλ να διενεργεί αεροπορικές επιδρομές. Θα μεσολαβήσουν τρία χρόνια σχετικής ηρεμίας, μέχρι τον Ιούλιο του 2014, όταν μαχητές της Χαμάς θα απαγάγουν και θα σκοτώσουν τρεις ισραηλινούς εφήβους, προκαλώντας τη μήνιν του Ισραήλ. Ανάμεσα στις δύο πλευρές θα ξεσπάσει ένας πόλεμος επτά εβδομάδων. Οι αναφορές κάνουν λόγο για περισσότερους από 2.100 Παλαιστινίους νεκρούς στη Γάζα, ενώ 73 Ισραηλινοί φέρονται να έχασαν τη ζωή τους, εκ των οποίων οι 67 στρατιωτικοί.
Τον Μάρτιο του 2018 οι παλαιστίνιοι θα ξεκινήσουν σειρά διαδηλώσεων στα περιφραγμένα σύνορα της Γάζας με το Ισραήλ. Τα ισραηλινά στρατεύματα ανοίγουν πυρ για να συγκρατήσουν τους διαδηλωτές. Σύμφωνα με αναφορές, περισσότεροι από 170 Παλαιστίνιοι σκοτώνονται στη διάρκεια των πολύμηνων διαδηλώσεων. Παράλληλα με τα επεισόδια ξεσπούν μάχες μεταξύ της Χαμάς και των ισραηλινών δυνάμεων. Περίπου τρία χρόνια αργότερα, τον Μάιο του 2021 και αφού έχουν προηγηθεί αρκετές εβδομάδες έντασης, θα ξεσπάσουν συγκρούσεις με τις ισραηλινές δυνάμεις ασφαλείας στο συγκρότημα όπου βρίσκεται το τέμενος Αλ Ακσά, στον τρίτο ιερότερο τόπο του Ισλάμ που βρίσκεται στην Ιερουσαλήμ. Εκατοντάδες Παλαιστίνιοι τραυματίζονται. Αφού απαίτησε από το Ισραήλ να αποσύρει τις δυνάμεις από το συγκρότημα, η Χαμάς εξαπολύει καταιγισμό ρουκετών από τη Γάζα προς το Ισραήλ. Το Ισραήλ απαντά με αεροπορικές επιδρομές στη Γάζα. Οι μάχες συνεχίζονται για 11 ημέρες, με αποτέλεσμα να σκοτωθούν τουλάχιστον 250 άνθρωποι στη Γάζα και 13 στο Ισραήλ.
Ένα χρόνο μετά, τον Αύγουστο του 2022, περισσότεροι από 44 άνθρωποι, μεταξύ των οποίων 15 παιδιά, θα χάσουν τη ζωής τους, στην προσπάθεια των ισραηλινών να χτυπήσουν με αεροπορικές επιδρομές την ανώτερη διοίκηση της τρομοκρατικής οργάνωσης «Ισλαμικής Τζιχάντ». Το Ισραήλ ανακοινώνει ότι πρόκειται για «προληπτική επιχείρηση» για την αποτροπή επικείμενης επίθεσης της υποστηριζόμενης από το Ιράν οργάνωσης με στόχο αξιωματούχους του στρατού και αποθήκες όπλων. Σε απάντηση, η Ισλαμική Τζιχάντ εκτοξεύει περισσότερες από 1.000 ρουκέτες προς το Ισραήλ, η πλειονότητα των οποίων, ωστόσο, εξουδετερώνεται από το Iron Dome, την αντιπυραυλική ομπρέλα του Ισραήλ.