Η επικεφαλής της κυβέρνησης του Χονγκ Κονγκ, η Κάρι Λαμ, δήλωσε σήμερα ότι σχεδιάζει να επανεξετάσει αύριο τους περιορισμούς της COVID-19, μερικές ημέρες αφού παραδέχθηκε ότι πολλά χρηματοπιστωτικά ιδρύματα «χάνουν την υπομονή τους» με τις πολιτικές της μητρόπολης ως προς την αντιμετώπιση της πανδημίας του κορονοϊού.
Η υπό κινεζική κυριαρχία πόλη έχει επιβάλει κάποια από τα αυστηρότερα μέτρα στον κόσμο για την αντιμετώπιση της COVID-19, ανάμεσά τους απαγόρευση πτήσεων από εννέα χώρες, μεταξύ των οποίων η Αυστραλία και η Βρετανία, και καραντίνα έως δύο εβδομάδες για τους επισκέπτες που φθάνουν στο Χονγκ Κονγκ.
Η πόλη έχει επίσης απαγορεύσει τις συναθροίσεις περισσοτέρων των δύο ανθρώπων, ενώ οι περισσότεροι δημόσιοι χώροι είναι κλειστοί, όπως οι παραλίες και οι παιδικές χαρές, η χρήση της μάσκας είναι υποχρεωτική και δεν γίνεται διά ζώσης εκπαίδευση.
Η έξαρση του κορονοϊού πλήττει τα γηροκομεία και έχει παραλύσει μεγάλα τμήματα της πόλης.
Τις τελευταίες εβδομάδες, οι δρόμοι στην καρδιά του χρηματοπιστωτικού κέντρου του Χονγκ Κονγκ είναι απόκοσμα ήσυχοι, τα εστιατόρια και τα μπαρ κλειστά ή χωρίς πελάτες και τα ράφια των σούπερ μάρκετ άδεια καθώς οι πολίτες έσπευσαν να προμηθευτούν μεγάλες ποσότητες προϊόντων λόγω των φόβων για την επιβολή lockdown στην πόλη.
Πολλές επιχειρήσεις στο Χονγκ Κονγκ έχουν αναγκαστεί να κλείσουν, ιδίως γυμναστήρια, εστιατόρια και μπαρ ενώ άλλες λένε ότι ζουν με δανεικό χρόνο και χρειάζεται οι περιορισμοί να χαλαρώσουν άμεσα για να επιβιώσουν.
Ενώ το Χονγκ Κονγκ επισήμως εμμένει στη στρατηγική περί μηδενικών κρουσμάτων Covid, που έχει στόχο να αποφεύγονται όλες οι εξάρσεις, οι πρόσφατες ενέργειες και οι αλλαγές στην πολιτική υποδηλώνουν ότι μετακινείται από τη θέση αυτή σε μια περίοδο κατά την οποία οι περισσότερες άλλες μεγάλες μητροπόλεις του κόσμου μαθαίνουν να συμβιώνουν με τον ιό.
Η επίσημη πολιτική αντανακλά τη στρατηγική της ηπειρωτικής Κίνας, η οποία βρίσκεται επίσης αντιμέτωπη με μια τεράστια πρόκληση καθώς η αύξηση των κρουσμάτων περιορίζει τις μετακινήσεις εκατομμυρίων ανθρώπων και επηρεάζει κάποια από τα μεγάλα βιομηχανικά κέντρα της χώρας.