Όπως αποκάλυψε η Washington Post, την περασμένη εβδομάδα ο Μπάιντεν αναγκάστηκε να κάνει ένα διάλειμμα, σε μια από τις πιο πιεστικές περιόδους της προεδρίας του, για να κάνει ένα δίωρο… μάθημα ιστορίας, με μια ομάδα ακαδημαϊκών που έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για την κατάσταση της δημοκρατίας τόσο στις ΗΠΑ, όσο και στον υπόλοιπο κόσμο.
Η συζήτηση κατέληξε σε έναν… σωκρατικό διάλογο ανάμεσα στον πρόεδρο και τους διακεκριμένους επιστήμονες, που περιέγραψαν την τρέχουσα ιστορική συγκυρία ως μια από τις πλέον επικίνδυνες για τη δημοκρατική διακυβέρνηση στην πρόσφατη ιστορία, σύμφωνα με αρκετούς ανθρώπους που έχουν γνώση των όσον συζητήθηκαν και μίλησαν ανώνυμα στην αμερικανική εφημερίδα.
Συγκρίσεις με το παρελθόν
Συγκεκριμένα, οι ιστορικοί συνέκριναν το «σήμερα» με τα χρόνια που προηγήθηκαν των εκλογών του 1860, όταν ο Αβραάμ Λίνκολν είχε προειδοποιήσει αντλώντας από το κατά Μάρκον Ευαγγέλιο: «Εάν οικία εφ’ εαυτήν μερισθή, ου δυνήσεται σταθήναι», αλλά και για το διάστημα πριν από τις εκλογές του 1940, όταν ο πρόεδρος Φραγκλίνος Ρούσβελτ πάλεψε ενάντια στην αυξανόμενη εγχώρια συμπάθεια προς τις ευρωπαϊκές ιδέες του φασισμού, αλλά και στις φωνές που δεν επιθυμούσαν την είσοδο των ΗΠΑ στον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο.
Το σπάσιμο της φούσκας
Η συζήτηση του Μπάιντεν με τους ιστορικούς εντάσσεται στις προσπάθειές του να αξιοποιεί ειδικούς εκτός κυβέρνησης, για να τον βοηθήσουν να επεξεργαστεί την προσέγγισή του στις πολλαπλές κρίσεις που πρέπει να αντιμετωπίσει στο διάστημα της προεδρίας του.
Ο πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, Μπιλ Κλίντον, μίλησε με τον Μπάιντεν τον Μάιο για το πώς μπορεί να αντιμετωπίσει τον πληθωρισμό και τις ενδιάμεσες εκλογές, ενώ ομάδα ειδικών σε ζητήματα εξωτερικής πολιτικής, συμπεριλαμβανομένων ορισμένων Ρεπουμπλικάνων, επισκέφτηκαν τον Λευκό Οίκο τον Ιανουάριο για να ενημερώσουν τον Μπάιντεν για τις συνθήκες στα σύνορα Ρωσίας-Ουκρανίας.
Με τον τρόπο αυτό, επιδιώκεται και το «σπάσιμο της φούσκας» του προέδρου, ο οποίος αλληλεπιδρά κυρίως με ανθρώπους με τους οποίους συνεργάζεται χρόνια, και η έκθεσή του σε ιδέες που ενδεχομένως απέχουν από τις δικές του.
Ο Μάικλ Μακφόλ, πρώην αμερικανός πρέσβης στη Ρωσία υπό τον πρόεδρο Μπαράκ Ομπάμα, ενημέρωσε τον Μπάιντεν σε συνεργασία με άλλους ειδικούς πριν τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία και πριν τη συνάντησή του με τον ρώσο πρόεδρο Βλαντίμιρ Πούτιν στη Γενεύη το 2021.
«Βγαίνουν από τη φούσκα τους», εξήγησε ο Μακφόλ στη Washington Post. «Έχω εργαστεί στον Λευκό Οίκο για τρία χρόνια πριν πάω στη Μόσχα και συγκριτικά πιστεύω ότι το κάνουν με πολύ περισσότερη στρατηγική σε σχέση με την κυβέρνηση Ομπάμα. Νιώθω ότι εμπλέκονται περισσότερο στη συζήτηση».
Όπως περιέγραψε ο Μακφόλ, στην ενημέρωση σχετικά με την Ουκρανία «ήθελαν σκέψη “έξω από το κουτί”, πιθανούς τρόπους να δοθεί τέλος στον πόλεμο. Όλες μου οι αλληλεπιδράσεις με τον Λευκό Οίκο τα τελευταία χρόνια ήταν ανοιχτές, εποικοδομητικές και πραγματικά ήθελαν να τους δώσω την ειλικρινή μου γνώμη για τα σωστά και τα λάθη τους».
Τι συζητήθηκε στις 4 Αυγούστου
Οι ιστορικοί με τους οποίους συνομίλησε ο Μπάιντεν έθεσαν την προεδρία του στο ευρύτερο συγκείμενο της πορείας της Αμερικής από την ίδρυσή της μέχρι και σήμερα. Επιπλέον, η συνάντηση εντάσσεται στις τακτικές προσπάθειες των ιστορικών να ενημερώνουν τους προέδρους, μια πρακτική που χρονολογείται τουλάχιστον από την προεδρία του Ρέιγκαν.
Στη συνάντηση της 4ης Αυγούσου, η συζήτηση εστίασε στην άνοδο του αυταρχισμού σε όλο τον κόσμο και στις απειλές για τη δημοκρατία στις ΗΠΑ. Μεταξύ άλλων συμμετείχαν ο λογογράφος του Μπάιντεν, Τζο Μίτσαμ, η δημοσιογράφος Αν Άπλμπαουμ, ο καθηγητής του Princeton Σον Γούλεντζ, η ιστορικός του πανεπιστημίου της Βιρτζίνια, Αλίντα Μπλακ, και ο ιστορικός του προέδρου, Μάικλ Μπέσλος.
«Μεγάλο μέρος της συζήτησης αφορούσε το ευρύτερο πλαίσιο του ανταγωνισμού ανάμεσα στις δημοκρατικές αξίες και θεσμούς και την τάση προς τον αυταρχισμό σε όλο τον κόσμο», σχολίασε η πηγή της Washington Post.
Επανειλημμένες προειδοποιήσεις
Οι περισσότεροι ειδικοί έχουν μιλήσει ανοιχτά τους τελευταίους μήνες για την απειλή προς την αμερικανική δημοκρατία, μετά την εισβολή στο Καπιτώλιο στις 6 Ιανουαρίου, τη συνεχιζόμενη αμφισβήτηση των εκλογικών αποτελεσμάτων του 2020 από μερίδα των Ρεπουμπλικάνων και τις προσπάθειες ορισμένων εκ των αρνητών να διεκδικήσουν θέσεις εξουσίας.
Για παράδειγμα, ο Μπέσλος, πρόσφατα μίλησε για αυτό που αντιμετωπίζει ως ανάγκη ο Μπάιντεν να πολεμήσει τις αντιδημοκρατικές δυνάμεις στο εσωτερικό της χώρας.
Πριν το διάγγελμα του Μπάιντεν για την Κατάσταση της Ένωσης, ο Μπέσλος είχε σχολιάσει στο MSNBC: «Πιστεύω ότι απόψε πρέπει να μιλήσει για το γεγονός ότι αντιμετωπίζουμε όλοι υπαρξιακό κίνδυνο να δούμε τη δημοκρατία μας και τις δημοκρατίες σε όλο τον κόσμο να καταστρέφονται».
Επανάληψη της ιστορίας;
Μέρος της συζήτησης εστιάστηκε στις ομοιότητες του σημερινού τοπίου με την περίοδο πριν τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο όταν ο αυξανόμενος αυταρχισμός από το εξωτερικό άρχισε να αντανακλάται και στο εσωτερικό των ΗΠΑ.
Την εποχή που ο Αδόλφος Χίτλερ και ο Μπενίτο Μουσολίνι καταλάμβαναν την εξουσία στη Γερμανία και την Ιταλία στη δεκαετία του ’30, υπήρχαν φωνές στις ΗΠΑ που διέδιδαν αντισημιτικά μηνύματα και έδειχναν συμπάθεια προς τα δικτατορικά καθεστώτα.
Οι ανησυχίες για τις αντιδημοκρατικές τάσεις απασχολούν εδώ και καιρό τον Μπάιντεν. Στην προεκλογική του εκστρατεία το 2020 είχε υποστηρίξει ότι αυτό που συνέβαινε ήταν «μια μάχη για την ψυχή του έθνους», παραφράζοντας τον τίτλο ενός βιβλίου του Μίτσαμ.
Ο πρόεδρος των ΗΠΑ συνεχίζει να χρησιμοποιεί τέτοιου είδους ζητήματα στις ομιλίες του, με πιο πρόσφατο παράδειγμα τις πρόσφατες επικρίσεις του προς τον Τραμπ, που δεν έλαβε άμεσα μέτρα όταν οι διαδηλωτές που τον υποστήριζαν επιτέθηκαν στο Καπιτώλιο για να ανατρέψουν τα εκλογικά αποτελέσματα.
«Δεν μπορείς να είσαι υπέρ της εξέγερσης και υπέρ της δημοκρατίας», δήλωσε ο Μπάιντεν τον Ιούλιο απευθυνόμενος στον Εθνικό Οργανισμό Μαύρων Στελεχών της Αστυνομίας. «Δεν μπορείς να είσαι υπέρ της εξέγερσης και υπέρ των Αμερικανών».