Ο δημοσιογράφος-ερευνητής Γκλεν Γκρίνγουολντ ανακοίνωσε χθες Πέμπτη ότι αποχωρεί από τον αμερικανικό ειδησεογραφικό ιστότοπο The Intercept, κατηγορώντας τη συντακτική του ομάδα ότι λογόκρινε άρθρο του για τον Τζο Μπάιντεν επειδή περιείχε επικρίσεις σε βάρος του Δημοκρατικού υποψηφίου στις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου.
Ο Γκλεν Γκρίνγουολντ, γνωστός διότι συνέβαλε ιδίως στις αποκαλύψεις του Έντουαρντ Σνόουντεν για τα προγράμματα παρακολουθήσεων της αμερικανικής υπηρεσίας κατασκοπείας NSA το 2013, είναι ο ένας από τους τρεις συνιδρυτές του ιστοτόπου.
Ο 53χρονος δημοσιογράφος εξήγησε πως αποφάσισε να παραιτηθεί από τον ιστότοπο επειδή η συντακτική ομάδα του απαίτησε να διαγραφούν «όλα τα αποσπάσματα που επέκριναν» τον Τζο Μπάιντεν από άρθρο του για τον πρώην αντιπρόεδρο, όπως εξηγεί σε κείμενο που ανάρτησε σε προσωπικό του ιστότοπο.
Ο Γκρίνγουολντ αναφερόταν, στο επίμαχο άρθρο, στα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου και τις μαρτυρίες που είδαν πρόσφατα το φως της δημοσιότητας για τα πεπραγμένα του Χάντερ Μπάιντεν, γιου του Δημοκρατικού υποψηφίου, ο οποίος κατηγορείται πως προσπάθησε να εξασφαλίσει χρήματα και να κλείσει συμφωνίες με εταιρείες προσφέροντας ως αντάλλαγμα πρόσβαση στον πατέρα του.
Για τον δημοσιογράφο, που ζει σήμερα στη Βραζιλία, το επεισόδιο αυτό πιστοποιεί ότι ο «ιός» της λογοκρισίας «έχει μολύνει σχεδόν όλα τα κεντροαριστερά μεγάλα μέσα ενημέρωσης και τους ακαδημαϊκούς θεσμούς» των ΗΠΑ.
«Οι ίδιες τάσεις της καταστολής, της λογοκρισίας και της ιδεολογικής ομογένειας που δηλητηριάζουν τον εθνικό Τύπο γενικά προσέβαλαν επίσης το μέσο ενημέρωσης που συνίδρυσα, με κορύφωση τη λογοκρισία δικού μου άρθρου», στηλιτεύει ο Γκλεν Γκρίνγουολντ.
Τα μηνύματα ηλεκτρονικού ταχυδρομείου που φέρεται να έστειλε και να έλαβε ο Χάντερ Μπάιντεν και δημοσιεύθηκαν από την εφημερίδα New York Post είχαν αποτέλεσμα να απαγορευτεί αρχικά η ανάρτηση κάθε συνδέσμου προς το σχετικό δημοσίευμά της στον ιστότοπο κοινωνικής δικτύωσης Twitter και η σύνταξη της εφημερίδας να αποκλειστεί από τον λογαριασμό της στην πλατφόρμα. Ο ιστότοπος κοινωνικής δικτύωσης είχε εξηγήσει, προτού αλλάξει στάση και ζητήσει συγγνώμη, πως το άρθρο παραβίαζε τους όρους και τις προϋποθέσεις χρήσης της υπηρεσίας.
Το Facebook επίσης εμπόδισε την ανάρτηση συνδέσμων προς το άρθρο αυτό στη δική του πλατφόρμα.
Μεγάλα αμερικανικά ΜΜΕ επικρίνονται από συντηρητικούς σχολιαστές διότι δεν κάλυψαν παρά ελάχιστα και αμφισβητώντας την αυθεντικότητά τους τα μηνύματα αυτά ηλεκτρονικού ταχυδρομείου, τα οποία εστάλησαν στη New York Post από τον Ρούντι Τζουλιάνι, προσωπικό δικηγόρο του Ρεπουμπλικάνου προέδρου Ντόναλντ Τραμπ.
Για τον Γκρίνγουολντ, η δημοσιογραφία βρίσκεται σήμερα «σε κρίση», έχει «παραλύσει» από αυτή που θεωρεί κυριαρχία ενός ρεύματος σκέψης που καταστέλλει την ελευθερία της έκφρασης και το δικαίωμα στην αμφισβήτηση.
Η σύνταξη του ιστοτόπου The Intercept αντέτεινε ότι οι ενστάσεις που πρόβαλε στο κείμενο είχαν σκοπό να δημοσιευθεί ένα άρθρο «δίκαιο» και «ακριβές». Κατηγορεί τον Γκρίνγουολντ ότι με το κείμενο αυτό «αποπειράθηκε να ανακυκλώσει αμφίβολους ισχυρισμούς της εκστρατείας του Τραμπ και να τους ξεπλύνει παρουσιάζοντας το εγχείρημα ως δημοσιογραφικό έργο».
«Ο Γκλεν είναι αυτός που απομακρύνθηκε από τις δημοσιογραφικές του ρίζες», συνεχίζουν, «όχι ο ιστότοπος The Intercept».
Ο ιστότοπος The Intercept ιδρύθηκε το 2014 από τον όμιλο First Look Media του γαλλοαμερικανού δισεκατομμυριούχου Πιερ Ομιντιάρ, του ιδρυτή του eBay.