Η αιφνιδιαστική κλιμάκωση στην περιοχή του Ναγκόρνο Καραμπάχ είναι εξέλιξη που συνδέεται με την κατάσταση στην Ανατολική Μεσόγειο και μπορεί να επηρεάσει τα ελληνικά εθνικά συμφέροντα. Το σημείο σύνδεσης των δυο “θεάτρων” διεθνούς κρίσης είναι η εμπλοκή της Τουρκίας. Κι αυτό είναι πέραν της διαπίστωσης του αποσταθεροποιητικού ρόλου που διαδραματίζει στις γεωπολιτικές περιφέρειες που εμπλέκεται.Του Ζαχαρία Β. Μίχα
(Διευθυντή Μελετών Ινστιτούτου Αναλύσεων Ασφάλειας και Άμυνας, ΙΑΑΑ / ISDA), σύμφωνα με το defence-point.gr
Στην περιοχή θα κριθεί το μέλλον της “στρατηγικής συμμαχίας” Τουρκίας-Ρωσίας. Κατά συνέπεια οι εξελίξεις έχουν ιδιαίτερη σημασία για την ελληνική διπλωματία. Το καθεστώς Αλίγιεφ στο Αζερμπαϊτζάν δεν θα είχε κινηθεί στρατιωτικά εναντίον του αρμενικού θυλάκου στο Ναγκόρνο Καραμπάχ, εάν δεν του είχε ανάψει πράσινο φως η Άγκυρα.
Οι αποθεωτικές για την Τουρκία αναφορές του Αζέρου προέδρου με την ευκαιρία της παράδοσης των διαπιστευτηρίων του νέου Έλληνα πρεσβευτή στο Μπακού, είναι αποκαλυπτικές του βαθμού ευθυγράμμισης της εξωτερικής και στρατιωτικής πολιτικής του Αζερμπαϊτζάν με τον στρατηγικό σχεδιασμό του καθεστώτος Ερντογάν.
Η επίθεση αζέρικων στρατιωτικών δυνάμεων κατά του Ναγκόρνο Καραμπάχ εκ των πραγμάτων εμπλέκει τη Μόσχα, δεδομένου ότι η περιοχή του Καυκάσου είναι υψίστης στρατηγικής σημασίας για την ασφάλεια της Ρωσίας, διότι θεωρείται γεωπολιτικά το “μαλακό υπογάστριό” της. Στον Καύκασο συγκρούονται τα συμφέροντα Μόσχας και Άγκυρας, όπως συγκρούονται και στη Συρία και στη Λιβύη.
Οι Ρώσοι αναζητούν διαχρονικά μία ισορροπία διά της συναλλαγής με τους μουσουλμανικούς πληθυσμούς που ζουν στα ενσωματωμένα στη Ρωσική Ομοσπονδία κρατίδια του Καυκάσου. Αντίθετα, η Τουρκία επιδιώκει να κερδίσει τις καρδιές και το μυαλό (to win hearts and minds) των μουσουλμανικών πληθυσμών του Καυκάσου, αλλά και της Κεντρικής Ασίας, στο πλαίσιο της διακηρυγμένης επιδίωξης άσκησης αποφασιστικής επιρροής στους μουσουλμάνους της ευρύτερης περιοχής, κυρίως στις χώρες με τουρκογενείς πληθυσμούς.
Η αναφορά στην Κεντρική Ασία κρίνεται σκόπιμη για να καταδείξει το εύρος του μετώπου δυνητικής αντιπαράθεσης Τουρκίας και Ρωσίας. Είναι ακριβώς αυτό που εξ αντικειμένου καθιστά τα περί “στρατηγικής συμμαχίας” τους ευφυολόγημα, εάν εξεταστεί σε ιστορική βάση και με βάση τις εστίες συγκρούσεων που τα συμφέροντα των δυο χωρών είναι αποκλίνοντα.
Αυτό που ισχύει στις σχέσεις Πούτιν-Ερντογάν είναι μάλλον μια προσπάθεια ad hoc συνεννόησης που δίνει τη δυνατότητα ελέγχου της “σκάλας κλιμάκωσης” (escalation ladder) όταν οι διαφωνίες οδηγούν σε κρίση τις διμερείς σχέσεις. Εξάλλου, τα όρια της στρατηγικής συνεννόησης ανάμεσα στις δυο χώρες έχουν αποκαλυφθεί και στο ζήτημα της Κριμαίας, με την Τουρκία να στηρίζει ρητορικά τους Τατάρους, καταδικάζοντας την απόσχιση της περιοχής από την Ουκρανία και την ενσωμάτωσή της στη Ρωσία.
Η Άγκυρα χρησιμοποιεί βέβαια τα τελευταία χρόνια τον μηχανισμό διαβούλευσης με τη Μόσχα στην προσπάθειά της να ενισχύσει τη θέση της απέναντι στις ΗΠΑ και στο πλαίσιο του ΝΑΤΟ σε “θέατρα” δυτικού ενδιαφέροντος. Θεωρεί ότι έτσι αποκτά μεγαλύτερη διαπραγματευτική ισχύ, με στόχο την απόσπαση ανταλλαγμάτων από τους μάλλον τύποις δυτικούς συμμάχους της. Η απειλή που ο Ερντογάν αφήνει να αιωρείται για αποφασιστικότερο εναγκαλισμό της Τουρκίας με τη Ρωσία έχει κι αυτό τον σκοπό.
Ωστόσο, όλα δείχνουν ότι αυτή η πολιτική της Άγκυρας έχει φτάσει στα όριά της, καθώς έχει προκαλέσει ισχυρές αντισυσπειρώσεις που απειλούν τα τουρκικά συμφέροντα. Οι ΗΠΑ προβαίνουν σε κινήσεις και δηλώσεις υψηλού συμβολισμού σε περιοχές τουρκικών ζωτικών συμφερόντων, οι οποίες θα ήταν αδιανόητες στο παρελθόν. Πρόκειται για κινήσεις οι οποίες δίνουν την αίσθηση μιας αργής διαδικασίας επανεξέτασης παγίων γεωστρατηγικών παραδοχών, επί των οποίων έχει οικοδομηθεί η στρατηγική της Ουάσιγκτον στην περιοχή της Μεσογείου τουλάχιστον.
Μέσα σε αυτό το νέο περιφερειακό περιβάλλον η πίεση προς την Τουρκία έχει μεγιστοποιηθεί. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα τον κίνδυνο να ακυρωθεί στην πράξη το δόγμα της “Γαλάζιας Πατρίδας” που έχει εξοργίσει όλες σχεδόν τις χώρες της Ανατολικής Μεσογείου, όχι μόνο την Ελλάδα και την Κυπριακή Δημοκρατία.
Η ανάφλεξη με την αζέρικη επίθεση στο Ναγκόρνο Καραμπάχ εξυπηρετεί την τακτική της Τουρκίας στην περιοχή της Μεσογείου, όσο ακατανόητο κι αν μοιάζει αυτό σε πρώτο επίπεδο. Θίγει ευθέως τα ρωσικά συμφέροντα στον Καύκασο. Ας σημειωθεί ότι ρωσικές δυνάμεις σταθμεύουν στην Αρμενία. Για το Ερεβάν η ρωσική ομπρέλα έχει ζωτική σημασία.
Γι’ αυτό και ανησύχησε από τις προσπάθειες της Μόσχας να ενισχύσει τις σχέσεις με το Μπακού, πουλώντας του οπλικά συστήματα και καλώντας το να συντονιστούν στα κρίσιμης σημασίας και για τις δυο χώρες ενεργειακά θέματα. Το γεγονός ότι αυτές οι διπλωματικές προσπάθειες απέφεραν λίγα αποτελέσματα επιβεβαιώνει ότι για τους Ρώσους η σχέση τους με την Αρμενία είναι προτεραιότητα, όπως επιβεβαιώνει κι ότι για τους Αζέρους απόλυτη προτεραιότητα είναι η σχέση με την Άγκυρα.
Είναι λογικό, λοιπόν, να υποθέσουμε ότι ενδεχομένως η Άγκυρα να άναψε το πράσινο φως στους Αζέρους να επιτεθούν, εκτιμώντας ότι αυτό θα αναζωογονήσει στη δυτική σκέψη τη γεωστρατηγική αξία της Τουρκίας ως ανάχωμα στη Ρωσία και ως αποτελεσματικό “παρατηρητήριο” της περιοχής του Καυκάσου. Η Άγκυρα θα έχει να κερδίσει και από το γεγονός ότι η κρίση εκ των πραγμάτων θα επιδεινώσει τις σχέσεις Μόσχας-Μπακού, με αποτέλεσμα να ανοίγει ευκαιρία για την εκ νέου προσέγγιση των Αζέρων με την Ουάσιγκτον, με τουρκική μεσολάβηση.
Με τον τρόπο αυτό η τουρκική διπλωματία ελπίζει να ανακόψει την αντιτουρκική δυναμική που έχει αναπτυχθεί στο αμερικανικό πολιτικό και μιντιακό σύστημα. Επίσης ελπίζει να αποδυναμώσει τις δυτικές αντιδράσεις όταν η Άγκυρα θα προωθεί παράνομες (με βάση το διεθνές δίκαιο) διεκδικήσεις σε βάρος κυρίως της Κυπριακής Δημοκρατίας και της Ελλάδας.
Η ανωτέρω εναλλακτική ερμηνεία της τουρκικής ανάμειξης στη σύγκρουση Αζέρων-Αρμενίων δεν είναι βέβαια η κύρια αιτία της σύγκρουσης. Αυτή πηγάζει από τον τοπικό πόλεμο της δεκαετίας του 1990 και τα de facto αποτελέσματά του στον χάρτη. Το γεγονός, όμως, ότι η σύγκρουση προκαλείται στην παρούσα συγκυρία οφείλεται στην έμπρακτη τουρκική βοήθεια προς το Αζερμπαϊτζάν, η οποία προφανώς δίνεται, επειδή ο Ερντογάν κρίνει ότι εξυπηρετεί και τους δικούς του σχεδιασμούς.