Στην σπαρασσόμενη από έναν αιματηρό εμφύλιο πόλεμο (που είναι ταυτόχρονα και γεωπολιτική αντιπαράθεση «δι’ αντιπροσώπων») Λιβύη, εξακολουθεί να υπάρχει ένα θεσμός που τυπικά είναι πέραν των δύο αντιμαχόμενων πλευρών.
Η Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου της Λιβύης, με έδρα την Τρίπολη, που με βάση σχετική διεθνή συμφωνία είναι η μόνη που έχει το δικαίωμα να εξάγει πετρέλαιο από τη Λιβύη.
Η Λιβύη έχει τα μεγαλύτερα επιβεβαιωμένα αποθέματα πετρελαίου της Αφρικής και πριν τον εμφύλιο πόλεμο μπορούσε να παράγει έως και 1,6 εκ. βαρέλια πετρελαίου ημερησίως.
Ακόμη και στη διάρκεια του εμφυλίου πολέμου η εταιρεία μπορούσε να προσφέρει εισόδημα από πωλήσεις πετρελαίου και στις δύο αντιμαχόμενες πλευρές.
Μάλιστα, θεωρείται ότι εάν μπορούσαν να εξασφαλιστούν μεγαλύτερες εξαγωγές πετρελαίου από τη Λιβύη, που θα μοιράζονταν και στις δύο πλευρές, αυτό θα μείωνε και την εξάρτησή τους από την κλιμακούμενη ξένη στρατιωτική παρουσία στη Λιβύη.
Ας μην ξεχνάμε ότι σήμερα στο πλευρό των δυνάμεων που στηρίζουν την «Κυβέρνηση της Εθνικής Συμφωνίας», με έδρα την Τρίπολη βρίσκεται η Τουρκία, που μάλιστα σύμφωνα με αμερικανικές υπηρεσίες έχει διευκολύνει την παρουσία περίπου 4000 μισθοφόρων από τη Συρία, αλλά και το Κατάρ, ενώ στο πλευρό των δυνάμεων του Κοινοβουλίου και του Λιβυκού Εθνικού Στρατού, υπό την ηγεσία του στρατάρχη Χαφτάρ, βρίσκονται τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, η Σαουδική Αραβία, η Αίγυπτος αλλά και ικανός αριθμός ρώσων μισθοφόρων και πιθανώς ρωσικά μαχητικά αεροσκάφη στη βάση της αλ-Τζούφρα.
Η στρατηγική σημασία του λιμανιού της Σύρτης
Η Σύρτη είναι από τα πιο σημαντικά λιμάνια για την εξαγωγή πετρελαίου από τη Λιβύη. Εξ ου και η σημασία της στον λιβυκό εμφύλιο πόλεμο.
Για ένα διάστημα το λιμάνι είχε πέσει στον έλεγχο του Ισλαμικού Κράτους όμως τελικά μπόρεσαν οι δυνάμεις που υποστηρίζουν την κυβέρνηση της Τρίπολης να ανακτήσουν τον έλεγχό του.
Όμως, τον Ιανουάριο του 2020 οι δυνάμεις του στρατάρχη Χαφτάρ, στο πλαίσιο της συνολικότερης επίθεσης τους, που τελικό στόχο είχαν την κατάληψη και της Τρίπολης, κατέλαβαν τη Σύρτη. Σε απάντηση η λιβυκή Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου ανακοίνωσε ότι κλείνουν όλοι οι εξαγωγικοί τερματικοί σταθμοί, επικαλούμενοι λόγους ανωτέρας βίας, κατηγορώντας ουσιαστικά τις δυνάμεις του στρατηγού Χαφτάρ για αποκλεισμό των εξαγωγών. Ως αποτέλεσμα η παραγωγή έπεσε από το 1,2 εκατομμύριο βαρέλια την ημέρα σε μόλις 90.000 βαρέλια ημερησίως. Στα τέλη Μαΐου του 2020 η Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου είχε ανακοινώσει ότι το κόστος από την παύση των εξαγωγών είχε φτάσει τα 5 δισεκατομμύρια δολάρια.
Η απαγόρευση εξαγωγής έληξε στις αρχές Ιουλίου. Όμως η Εθνική Εταιρεία Πετρελαίου ανακοίνωσε ότι επειδή απαιτείται εκτεταμένη συντήρηση και επισκευή του δικτύου, μέχρι το 2022 η παραγωγή δεν θα μπορεί να ξεπεράσει τα 650.0000 βαρέλια ημερησίας. Ωστόσο, η εταιρεία κατηγόρησε ουσιαστικά τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα (που υποστηρίζουν την πλευρά Χαφτάρ) ότι εμποδίζουν τις προσπάθειες να αρχίσουν ξανά οι εξαγωγές πετρελαίου. Από τη μεριά τους τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα δήλωσαν ότι επιθυμούν να αρχίσει όσο το δυνατόν πιο σύντομα η εξαγωγή πετραλαίου από τη Λιβύη αλλά παράλληλα υπογράμμισαν ότι δεν επιθυμούν τα έσοδα από το πετρέλαιο να χρηματοδοτούν την παράταση της εμφύλιας διαμάχης.
Η σύγκρουση γύρω από τη Σύρτη
Για τις δυνάμεις του Χαφτάρ ο έλεγχος της Σύρτης ήταν μια πολύ σημαντική επιτυχία γιατί επέτρεπε ακόμη μεγαλύτερη άσκηση πίεσης προς την κυβέρνηση Τρίπολης, εφόσον ακύρωνε μια σημαντική πηγή χρηματοδότησης και έλεγχε ένα βασικό πλουτοπαραγωγικό πόρο.
Όμως, παρότι αρχικά φάνηκε ότι η πλευρά Χαφτάρ μπορούσε να αλλάξει τον συσχετισμό και να οδηγήσει και στην κατάληψη της Τρίπολης, τελικά αποδείχτηκε ότι η μεγάλη και ενεργητική στήριξη κυρίως από την Τουρκία διαμόρφωσε νέο συσχετισμό, επέτρεψε στις κυβερνητικές δυνάμεις να αποκρούσουν τη διεκδίκηση της Τρίπολης και έδωσε τη δυνατότητα μιας μεγάλης αντεπίθεσης.
Σε αυτό το πλαίσιο οι δυνάμεις που πρόκειται στην κυβέρνηση της Τρίπολης έχουν κλιμακώσει την προσπάθεια ανακατάληψης της Σύρτης. Το περασμένο Σάββατο πάνω από 200 στρατιωτικά οχήματα μετακινήθηκαν από τη Μισράτα κατά μήκος της μεσογειακής ακτής προς θέσεις αρκετά πιο κοντά στη Σύρτη.
Απέναντι σε αυτό το ενδεχόμενο η πλευρά Χαφτάρ προσπαθεί να κινητοποιήσει τους συμμάχους της. Το κοινοβούλιο, που βρίσκεται στο Τομπρούκ ενέκρινε ψήφισμα με το οποίο εγκρίνει μια πιθανή στρατιωτική επέμβαση της Αιγύπτου για να ανακοπεί η επέλαση των δυνάμεων της κυβέρνησης της Τρίπολης.
Από τη μεριά της, η Αίγυπτος δια στόματος του ίδιου του προέδρου Σίσι έχει υπογραμμίσει ότι η Αίγυπτος δεν θα επιτρέψει στις δυνάμεις της κυβέρνησης της Τρίπολης να καταλάβουν την Σύρτη και την αλ-Τζούφρα, μια στρατηγική αεροπορική βάση στο κέντρο της χώρας, καθώς τα δύο αυτά σημεία ορίζουν μια «κόκκινη γραμμή» ασφάλειας για την ίδια την Αίγυπτο. Ειδικότερα, η Αίγυπτος εξετάζει το ενδεχόμενο να εξοπλίσει και να εκπαιδεύσει τις φυλές της Ανατολικής Λιβύης, εάν υπάρξει μεγαλύτερη προέλαση προς την Σύρτη. Στις 20/07 η Βουλή της Αιγύπτου ενέκρινε τη δυνατότητα στρατιωτικής επέμβασης στη Λιβύη, εάν χρειαστεί.
Από τη μεριά του ο Τούρκος πρόεδρος Ερντογάν υποστήριξε ότι οι ενέργειες της Αιγύπτου είναι «παράνομες» και δήλωσε ότι «η Τουρκία δεν θα αφήσει μόνους τους Λίβυους αδελφούς μας».
Ο ρόλος των λοιπόν δυνάμεων
Γύρω από τη σύγκρουση στη Λιβύη έχουν διαταχθεί πλήθος δυνάμεις και σε μεγάλο βαθμό έχουμε να κάνουμε και με μια γεωπολιτική σύγκρουση «δι’ αντιπροσώπων».
Οι Ηνωμένες Πολιτείες για ένα διάστημα φάνηκε να ταλαντεύονται ανάμεσα στο να στηρίζουν διακριτικά τις πρωτοβουλίες του Χαφτάρ, την ώρα που τυπικά στήριζαν την κυβέρνηση της Τρίπολης, την ώρα που απαιτούσαν την απομάκρυνση όλων των μισθοφόρων. Άλλωστε, τόσο η Αίγυπτος όσο και τα ΗΑΕ και η Σαουδική Αραβία, που στηρίζουν τον Χαφτάρ, είναι δυνάμεις σημαντικές για την αμερικανική εξωτερική πολιτική. Και οι τρεις αυτές χώρες θέλουν να αποφύγουν το ενδεχόμενο παγίωσης της κυβέρνησης της Τρίπολης, εκτιμώντας ότι αυτό ενίσχυσε την απήχηση της πολιτικής λογικής που αντιπροσωπεύει η Μουσουλμανική Αδελφότητα.
Όμως, η παρουσία των ρώσων μισθοφόρων στο πλευρό του Χαφτάρ, όπως και ρωσικών μαχητικών αεροσκαφών ανησυχεί ιδιαίτερα τις ΗΠΑ που δεν θα ήθελαν να δουν σε άλλη μια μείζονα κρίση, μετά από τη Συρία, τη Ρωσία να κατοχυρώνει ρόλο power broker.
Η Ρωσία από τη μεριά της περισσότερο δείχνει να θέλει να σπρώξει τα πράγματα σε μια ειρηνευτική διαδικασία, επιλέγοντας κυρίως να συμβάλει στο να μην συντριβεί η πλευρά Χαφτάρ και χωρίς να ταυτίζεται με όλες τις τοποθετήσεις του.
Η Τουρκία δείχνει να θέλει να επιμείνει ακόμη περισσότερο στην πολλαπλή στήριξη της κυβέρνησης της Τρίπολης, θεωρώντας ότι ο διαμορφούμενος συσχετισμός – που μοιάζει ευνοϊκότερος από αυτόν της αρχής του έτους – δικαιώνει την επιλογή της και θέλοντας να είναι με την πλευρά των νικητών την επόμενη μέρα. Όμως, σε αυτή την προσπάθεια συναντά την αντίδραση χωρών όπως η Γαλλία που θεωρούν ότι χρειάζεται ένας φραγμός στον τρόπο που η Τουρκιά διεκδικεί ρόλο περιφερειακής δύναμης.
Το σύνθετο αυτό πλέγμα παρέμβασης ξένων δυνάμεων στον εμφύλιο πόλεμο εξηγεί την ιδιαίτερη έμφαση σε όλες τις διεθνείς διακηρύξεις στην ανάγκη να περιοριστεί ο ρόλος μισθοφόρων, αλλά και τη δυσκολία στην εμπέδωση μιας ειρηνευτικής διαδικασίας.