Κατά της Apple απεφάνθη το Ανώτατο Δικαστήριο της Ευρώπης στη 10ετή δικαστική διαμάχη του τεχνολογικού γίγαντα για τις φορολογικές του υποθέσεις στην Ιρλανδία.
Η ανακοίνωση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου έρχεται λίγες ώρες αφότου η Apple παρουσίασε μια σειρά από νέα προϊόντα μαζί και το iPhone 16.
Αμέσως μετά την απόφαση του δικαστηρίου οι μετοχές της εταιρείας υποχώρησαν 1% στις προκαταρκτικές συναλλαγές.
Το 2014, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, ξεκίνησε έρευνα για τις φορολογικές πληρωμές της Apple στην Ιρλανδία, την έδρα του τεχνολογικού γίγαντα στην ΕΕ. To 2016 η Επιτροπή διέταξε το Δουβλίνο να ανακτήσει έως και 13 δισεκατομμύρια ευρώ σε αναδρομικούς φόρους από την Apple, λέγοντας τότε ότι η τεχνολογική εταιρεία είχε λάβει «παράνομα» φορολογικά οφέλη από την Ιρλανδία κατά τη διάρκεια δύο δεκαετιών.
Η Apple και η Ιρλανδία άσκησαν έφεση κατά της απόφασης της Επιτροπής το 2019 και το 2020 το Γενικό Δικαστήριο της ΕΕ τάχθηκε στο πλευρό του αμερικανικού τεχνολογικού γίγαντα. Το δεύτερο Ανώτατο Δικαστήριο της ΕΕ ακύρωσε την απόφαση της Επιτροπής του 2016 και είπε ότι το εκτελεστικό σκέλος δεν απέδειξε ότι η ιρλανδική κυβέρνηση είχε δώσει στην Apple φορολογικό πλεονέκτημα.
Η Επιτροπή με τη σειρά της άσκησε έφεση κατά της απόφασης του Γενικού Δικαστηρίου, στέλνοντας την προσφυγή στο ΔΕΚ.
Το ΔΕΚ την Τρίτη ακύρωσε την απόφαση του Γενικού Δικαστηρίου και επιβεβαίωσε την αρχική απόφαση της Επιτροπής του 2016.
Η υπόθεση, η οποία ξεκίνησε για πρώτη φορά υπό την απερχόμενη επικεφαλής του ανταγωνισμού Μαργκρέτε Βεστάγκερ, υπογραμμίζει τη συνεχιζόμενη σύγκρουση μεταξύ των αμερικανικών τεχνολογικών κολοσσών και της ΕΕ, η οποία προσπάθησε να αντιμετωπίσει ζητήματα από την προστασία δεδομένων έως τη φορολογία και την αντιμονοπωλιακή νομοθεσία.
Δεν ήταν η τελευταία φορά που η Apple βρέθηκε στο στόχαστρο της ΕΕ. Πιο πρόσφατα, η Επιτροπή έδωσε στην Apple με αντιμονοπωλιακό πρόστιμο 1,8 δισεκατομμυρίων ευρώ τον Μάρτιο για κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης της στην αγορά διανομής εφαρμογών ροής μουσικής.