Οι εικόνες που ήλθαν την Τετάρτη από την Ταϊβάν μαρτυρούν την έκταση της καταστροφής από τον σεισμό των 7,4 Ρίχτερ που χτύπησε τη χώρα. Οι καταρρεύσεις και οι σοβαρές ζημιές δεν έλειψαν αλλά η μεγάλη πλειοψηφία των κτιρίων άντεξε στα Ρίχτερ χωρίς δυσκολία.
Ο τελευταίος απολογισμός μιλά για εννέα νεκρούς και εκατοντάδες τραυματίες και καταστροφές σε κτίρια και υποδομές. Σε άλλες χώρες οι αριθμοί μπορεί να ήταν μεγαλύτεροι, αλλά η νησιωτική χώρα των 23 εκατομμυρίων έχει φροντίσει να θωρακιστεί καλά, αναφέρει το Associated Press.
Η Ταϊβάν βρίσκεται κατά μήκος του «δακτυλίου της φωτιάς» του Ειρηνικού, της ζώνης με τη μεγαλύτερη σεισμικότητα στον κόσμο. Η νησιωτική χώρα κινδυνεύει από την αλληλεπίδραση δύο τεκτονικών πλακών, της πλάκας της θάλασσας των Φιλιππίνων και της Ευρασιατικής πλάκας.
Ο χειρότερος σεισμός τα τελευταία χρόνια σημειώθηκε στις 21 Σεπτεμβρίου 1999, με μέγεθος 7,7 βαθμών. Προκάλεσε 2.400 θανάτους, περίπου 100.000 ήταν οι τραυματίες, ενώ κατέστρεψε χιλιάδες κτίρια.
«Η ετοιμότητα της Ταϊβάν για τους σεισμούς είναι από τις υψηλότερες στον κόσμο», δήλωσε στο AP ο Στέφεν Γκάο, σεισμολόγος και καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Επιστήμης και Τεχνολογίας του Μιζούρι. Όπως εξήγησε, «το νησί έχει εφαρμόσει αυστηρούς οικοδομικούς κώδικες, έχει ένα σεισμολογικό δίκτυο παγκόσμιου επιπέδου και έχει διεξαγάγει εκτεταμένες εκστρατείες εκπαίδευσης του κοινού για την ασφάλεια από τους σεισμούς».
Μια ένδειξη για το πόσο καλά προετοιμασμένη είναι χώρα και κάτοικοι δείχνει πως στην Ταϊπέι, την πρωτεύουσα, η κανονικότητα επέστρεψε γρήγορα. Η δόνηση ήταν έντονα αισθητή, αλλά οι ζημιές ήταν σχετικά λίγες. Λίγα λεπτά αργότερα τα παιδιά άρχισαν ξανά να πηγαίνουν στα σχολεία τους και οι εργαζόμενοι στα γραφεία.
Η κυβέρνηση, από την πλευρά της, αναθεωρεί διαρκώς το επίπεδο αντισεισμικής προστασίας που απαιτείται για τα νέα και τα υφιστάμενα κτίρια, κίνηση που μπορεί να αυξήσει το κόστος κατασκευής. Επιπλέον προσφέρει επιδοτήσεις στους κατοίκους που επιθυμούν να ελέγξουν την αντισεισμική αντοχή των κτιρίων τους.
Η Ταϊβάν διενεργεί ασκήσεις αντισεισμικής προστασίας σε σχολεία και χώρους εργασίας, ενώ τα δημόσια μέσα ενημέρωσης και τα κινητά τηλέφωνα μεταδίδουν τακτικά ανακοινώσεις σχετικά με τους σεισμούς και την ασφάλεια.
Κινείται όμως αποτελεσματικά και η Δικαιοσύνη για όσους ευθύνονται για καταστροφές, όπως αυτή μετά τον σεισμό του 2016 στην Ταϊνάν, στα νοτιοδυτικά. Πέντε άτομα που συμμετείχαν στην κατασκευή μιας πολυκατοικίας 17 ορόφων, η οποία ήταν η μόνη μεγάλη κατασκευή που κατέρρευσε, σκοτώνοντας δεκάδες ανθρώπους, κρίθηκαν ένοχα για αμέλεια και τους επιβλήθηκαν ποινές φυλάκισης.
Ο σεισμός του 1999, εξηγούν οι ειδικοί, ήταν «καμπανάκι» που οδήγησε σε σημαντικές διοικητικές μεταρρυθμίσεις για τη βελτίωση της αντιμετώπισης έκτακτων αναγκών και τη μείωση των καταστροφών. Οι διασώστες είχαν φτάσει τότε με καθυστέρηση αρκετών ωρών για να φτάσουν στις πληγείσες περιοχές, δεν είχαν εκπαίδευση ενώ δεν ήταν καλός ο συντονισμός.
Η κυβέρνηση μετά τον σεισμό πήρε τα μέτρα της. Ψήφισε νόμο για την πρόληψη και την προστασία από καταστροφές και δημιούργησε δύο εθνικά κέντρα για τον συντονισμό και την εκπαίδευση για τους σεισμούς. Ένα τέταρτο του αιώνα αργότερα, τα αποτελέσματα της συστηματικής δουλειάς είναι εμφανή.