Εμπόδια στη διεθνή έρευνα για τις εκρήξεις και τις επακόλουθες διαρροές στους αγωγούς φυσικού αερίου Nord Stream στη Βαλτική, φέρεται να έβαλε η κυβέρνηση της Πολωνίας, σύμφωνα με όσα αναφέρει σε άρθρο της η Wall Street Journal, επικαλούμενη ερευνητές που ασχολούνται με την υπόθεση.
Οι υποθαλάσσιοι αγωγοί Nord Stream που συνδέουν τη Ρωσία με τη Γερμανία ανατινάχθηκαν τον Σεπτέμβριο του 2022. Έκτοτε, έχουν γίνει - και συνεχίζουν να γίνονται - έρευνες από διάφορες πλευρές, ωστόσο δεν έχουν καταλήξει σε οριστικό και ασφαλές συμπέρασμα για την πηγή που τις προκάλεσε.
Αρκετοί δυτικοί αξιωματούχοι αναφέρθηκαν στις διαρροές των Nord Stream ως «σκόπιμες πράξεις δολιοφθοράς», προερχόμενες από τη Μόσχα, χωρίς όμως να μπορούν να επαληθεύσουν με σαφήνεια ότι οι «επιθέσεις» αυτές οφείλονται σε ρωσική εμπλοκή.
Η Δανία επιβεβαίωσε - μέσω φωτογραφικών ντοκουμέντων - πως τον Απρίλιο του 2023 ένα ρωσικό σκάφος SS-750 βρέθηκε κοντά στη θέση των σαμποταρισμένων αγωγών Nord Steam.
Από την πλευρά τους, πηγές των βρετανικών μυστικών υπηρεσιών δήλωσαν στην εφημερίδα Times λίγο μετά τις εκρήξεις ότι η Ρωσία φέρεται να βρίσκεται πίσω από την επίθεση, ενώ ορισμένοι Γερμανοί ερευνητές τις συνέδεσαν με την Ουκρανία, κατηγορώντας ένα πλήρωμα Ουκρανών για τη διενέργεια του σαμποτάζ. Η Ουκρανία, από την πλευρά της, έχει αρνηθεί οποιαδήποτε ανάμειξη.
Στο μεταξύ, πηγές εξέφρασαν στη WSJ την πίστη ότι η επίθεση ξεκίνησε από την Πολωνία, προσθέτωντας πως η πολωνική κυβέρνηση δίστασε να παράσχει πληροφορίες στους ερευνητές και απέκρυψε άλλα στοιχεία.
Παράλληλα, πάντως, αναγνώρισαν ότι δεν υπήρχαν συγκεκριμένα στοιχεία που να συνδέουν την πολωνική κυβέρνηση ή αξιωματούχους με τις εκρήξεις, σημειώνοντας πως η διστακτικότητα των πολωνικών αρχών να συνεργαστούν με την έρευνα αποτελούσε πηγή υποψίας.