Τη στιγμή της απελευθέρωσης της 18χρονης Νάταλι Ραανάν και της μητέρας της Τζούντιθ, η οποία έχει προβλήματα υγείας, μετά από ημέρες ομηρείας στα χέρια της Χαμάς κατέγραψε βίντεο που δόθηκε στη δημοσιότητα από την ένοπλη παλαιστινιακή οργάνωση.
Στο βίντεο φαίνονται μητέρα και κόρη να κατεβαίνουν από αυτοκίνήτο της Χαμάς ενώ γύρω τους είναι ένοπλοι με αλεξίσφαιρα γιλέκα και στη συνέχεια να επιβιβάζονται σε ένα αυτοκίνητο του Διεθνούς Ερυθρού Σταυρού.
«Είναι καλά, είναι πολύ καλά» δήλωσε από το Σικάγο ο πατέρας της 18χρονης, Ούρι Ράαναν, ο οποίος είπε ότι δεν συζήτησαν τις συνθήκες ομηρίας.
«Δεν μου είπε κάτι. Αλλά μου είπε ότι της συμπεριφέρθηκαν καλά και ότι είναι πολύ καλά. Περιμένω να την αγκαλιάσω και να την φιλήσω και αυτή θα είναι η καλύτερη ημέρα της ζωής μου» πρόσθεσε ο 71χρονος πατέρας της Νάταλι.
Όπως εξήγησε έμαθε για το ενδεχόμενο απελευθέρωσής των δύο γυναικών από την ισραηλινή τηλεόραση και στη συνέχεια δέχθηκε τηλεφώνημα από εκπρόσωπο των Ισραηλινών Ενόπλων Δυνάμεων.
Όσον αφορά τις προηγούμενες ημέρες τις περιέγραψε ως τη «χειρότερη κατάσταση» που μπορεί να βιώσει κανείς προσθέτοντας ότι «δεν μπορούσα να κοιμηθώ καθώς το μυαλό μου ήταν συνέχεια στο Ισραήλ».
Με την Νάταλι και τη μητέρα της επικοινώνησε ήδη ο πρόεδρος των ΗΠΑ Τζο Μπάιντεν.
«Ο Πρόεδρος μόλις ολοκλήρωσε μια συνομιλία με τις δύο Αμερικανίδες που αφέθηκαν ελεύθερες σήμερα και βρίσκονταν υπό την ομηρεία της Χαμάς κατά τη διάρκεια της τρομοκρατικής επίθεσης εναντίον του Ισραήλ. Ανέφερε ότι θα έχουν την πλήρη υποστήριξη της αμερικανικής κυβέρνησης καθώς ανακάμπτουν από αυτή τη φοβερή δοκιμασία», ανέφερε σε ανακοίνωσή του ο Λευκός Οίκος και σημείωσε πως ο πρόεδρος των ΗΠΑ μίλησε επίσης και με τις οικογένειές τους.
Στη φωτογραφία μετά την απελευθέρωση, όπως ανακοίνωσε η Χαμάς, «για ανθρωπιστικούς λόγους» φαίνονται να περπατούν συνοδεία στρατιωτών ξανά σε ισραηλινό έδαφος, έπειτα από δύο εβδομάδες ομηρίας. Και οι δύο φαίνονται να είναι σε καλή κατάσταση, χωρίς εμφανή σημάδια ταλαιπωρίας.
Από τη Χαμάς παραδόθηκαν στον Ερυθρό Σταυρό που τις μετέφερε στην Αίγυπτο και από εκεί παραλήφθησαν από τις ισραηλινές αρχές.
Οι δύο τους είχαν επισκεφτεί το Ισραήλ για τις γιορτές του εβραϊκού νέου έτους τον Σεπτέμβριο και είχαν απαχθεί από τρομοκράτες της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου, κατά την εισβολή τους στο νότιο Ισραήλ.
Υπολογίζεται ότι περίπου 200 άνθρωποι παραμένουν στα χέρια της Χαμάς.
Για την απελευθέρωση των γυναικών, η Χαμάς ανέφερε ότι ανταποκρίθηκε στις προσπάθειες που κατέβαλε το Κατάρ. Τόνισε ακόμη ότι ακολουθεί τις προσπάθειες του Κατάρ «να αποδείξει στον αμερικανικό λαό και τον κόσμο ότι οι ισχυρισμοί του Μπάιντεν και της φασιστικής κυβέρνησής του είναι ψευδείς και αβάσιμοι».
Εν τω μεταξύ, μέσα ενημέρωσης (το τηλεοπτικό κανάλι Channel 13 News και η δημόσια τηλεόραση Kan) μεταφέρουν δηλώσεις αξιωματούχων της ισραηλινής πλευράς που τονίζουν ότι η απελευθέρωση έγινε μονομερώς από τη Χαμάς και ότι δεν ήταν μέρος συμφωνίας με το Ισραήλ. Δεν είναι σαφές ποια ήταν η πηγή των δύο μέσων.
Την Πέμπτη ο ισραηλινός στρατός ανέφερε ότι έχει επικοινωνήσει με τις οικογένειες 203 ατόμων (σε αυτά πρέπει να περιλαμβάνονται και οι δύο γυναίκες) που πιστεύεται ότι κρατούνται όμηροι στη Λωρίδα της Γάζας. Στην πλειονότητά τους είναι Ισραηλινοί.
Οι ισραηλινές αρχές τόνιζαν πάντως ότι ακόμη και αυτός ο αριθμός δεν είναι οριστικός γιατί ακόμη διερευνώνται πληροφορίες για πρόσωπα των οποίων η τύχη αγνοείται από μετά την αιφνιδιαστική επίθεση της Χαμάς στις 7 Οκτωβρίου.
Ποιες είναι οι δύο γυναίκες
Η Νάταλι Ραανάν και η μητέρα της Τζούντιθ Ραανάν, 59 ετών, από το Έβανστον του Ιλινόι, έφτασαν στο Ισραήλ στις αρχές Σεπτεμβρίου για να γιορτάσουν για το εβραϊκό νέο έτος που άρχισε πριν από λίγες ημέρες και τα γενέθλια της μητέρας της Τζούντιθ.
Η κοπέλα είχε αποφοιτήσει την άνοιξη από το λύκειο.
Τα ίχνη τους έχουν χαθεί από το μεσημέρι του Σαββάτου 7 Οκτωβρίου.
Οι δύο γυναίκες βρίσκονταν στο κιμπούτζ Ναχάλ Οζ, που βρίσκεται μόλις τέσσερα χιλιόμετρα από τη Λωρίδα της Γάζας, δήλωσε η οικογένειά τους σε εφημερίδα του Σικάγου.
Η Τζούντιτ ήταν μέλος της εβραϊκής κοινότητας στο Έβανστον εδώ και περίπου μια δεκαετία.