Οι τιμές της ενέργειας σπάνε το ένα μετά άλλο τα ρεκόρ σε όλη την Ευρώπη. Στη Γαλλία, η τιμή της μεγαβατώρας έχει υπερδεκαπλασιαστεί μέσα σε ένα χρόνο. Ομως το «ταβάνι» ακόμη απέχει.
Σε μια προσπάθεια να «χαλιναγωγήσει» αυτόν τον «καλπασμό», η κυβέρνηση του Παρισιού έλαβε και λαμβάνει κοστοβόρα μέτρα για να στηρίξει καταναλωτές και επιχειρήσεις από τις αυξανόμενες τιμές, που πλέον απειλούν με εξαϋλωση της αγοραστικής δύναμης, ύφεση και λουκέτα.
Για την ακρίβεια η Γαλλία ήταν από τις πρώτες χώρες στην Ευρώπη που ανέλαβε δράση αρχής γενομένης από τα τέλη του 2021: ενόψει μιας κρίσιμης εκλογικής χρονιάς, πριν καν ξεσπάσει ο πόλεμος στην Ουκρανία κι ενώ οι τιμές της ενέργειας είχαν ήδη αρχίσει να παίρνουν την ανιούσα μετά τα lockdown της πανδημίας.
Πάγωσε τότε τις ρυθμιζόμενες τιμές φυσικού αερίου στα επίπεδα του περσινού Οκτωβρίου. Από τις αρχές του περασμένου Φεβρουαρίου περιόρισε την αύξηση στις ρυθμιζόμενες τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας στο 4% για νοικοκυριά, αναγκάζοντας την (πλήρως κρατικοποιημένη πια) εταιρεία κοινής ωφελείας EDF να πουλάει ηλεκτρική ενέργεια σε ανταγωνιστές πολύ κάτω από τις τιμές της αγοράς. Και δη εν μέσω σημαντικής μείωσης της παραγωγής στους πυρηνικούς σταθμούς, λόγω συντήρησης πολλών αντιδραστήρων.
Την Τετάρτη η πρωθυπουργός της μειοψηφικής μακρονικής κυβέρνησης, Ελιζαμπέτ Μπορν, εξήγγειλε ένα νέο πακέτο μέτρων για το 2023, οπότε λήγει η παράταση για το ισχύον.
Ανακοίνωσε περιορισμό στις αυξήσεις των τιμών του φυσικού αερίου και της ηλεκτρικής ενέργειας για νοικοκυριά, κοινωνικές κατοικίες, μικρές επιχειρήσεις και μικρούς δήμους στο 15%. Πολλαπλάσιο μεν των σημερινών εν ισχύ ορίων, πλην όμως επαρκές κατά την κυβέρνηση για να αποτρέψει τον υπερδιπλασιασμό των λογαριασμών.
Για 12 εκατομμύρια φτωχά νοικοκυριά προβλέπεται επίσης επιπλέον ενίσχυση 100 ή 200 ευρώ ανάλογα την οικογενειακή κατάσταση και το εισόδημα. Θα καταβληθεί ωστόσο εφάπαξ και δικαίως χαρακτηρίζεται «ασπιρίνη».
Η επιδοτούμενη έκπτωση στα καύσιμα εν τω μεταξύ λήγει τον Δεκέμβριο…
Πρόσθετα βάρη
Ενώ η τιμολογιακή αυτή «ασπίδα» δείχνει να αποδίδει στη συγκράτηση του πληθωρισμού στη Γαλλία (6,5% τον Αύγουστο, ο χαμηλότερος στην Ε.Ε.), το κόστος -καθαρό τελικό στα 16 δισεκατομμύρια ευρώ μόνο για τα νέα μέτρα, σύμφωνα με τους κυβερνητικούς υπολογισμούς- εντείνει τις πιέσεις στα κρατικά ταμεία.
Όχι τυχαία, παρατηρεί η Liberation, η κυβέρνηση αποφάσισε να ανεβάσει τον πήχη του πλαφόν, καθώς προσπαθεί να περιορίζει το έλλειμμα στο 5% του ΑΕΠ για το 2023.
«Πρέπει να το πούμε καθαρά: αυτά τα μέτρα έχουν κόστος για τα δημοσιονομικά μας», εξήγησε η Γαλλίδα πρωθυπουργός -ενόσω η κυβέρνησή της προωθεί το επίμαχο σχέδιο συνταξιοδοτικής μεταρρύθμισης, προετοιμάζει νέο νόμο για την ασφάλιση ανεργίας και αναμένεται να βρεθεί σύντομα αντιμέτωπη στους δρόμους με τα συνδικάτα για τιμαριθμικές αναπροσαρμογές στους μισθούς που τους «ροκανίζει» η κρίση.
Από τα 3 δισεκατομμύρια ευρώ εν μεταξύ του κρατικού ταμείου που δημιουργήθηκε τον περασμένο Μάρτιο για τη στήριξη των πλέον εκτεθειμένων εταιρειών στην ενεργειακή κρίση, ως τις αρχές Σεπτεμβρίου είχαν χρησιμοποιηθεί μόλις 500.000 ευρώ.
Βασική αιτία, γράφει η εφημερίδα Le Monde, είναι «η πολυπλοκότητα των κριτηρίων». Η γαλλική κυβέρνηση τώρα δεσμεύεται να τα απλοποιήσει.
Σε κάθε περίπτωση, υπενθύμισε η Μπορν προς όλους, στόχος παραμένει η σταδιακή μείωση της κατανάλωσης ενέργειας κατά 10%.
Για το λόγο αυτό αναμένεται στις αρχές Οκτωβρίου να δημοσιοποιηθεί έκθεση προόδου για το «σχέδιο υπευθυνότητας» που έχει ζητήσει η κυβέρνηση από τις εταιρείες. Για την ευαισθητοποίηση των πολιτών θα γίνει εκστρατεία ενημέρωσης με τίτλο «Κάθε χειρονομία μετράει». «Αν όλοι επιδείξουν την απαραίτητη υπευθυνότητα δεν θα υπάρξουν διακοπές στην ηλεκτροδότηση», τόνισε η Γαλλίδα πρωθυπουργός.
Πολλοί ήδη χαρακτηρίζουν τα νέα μέτρα μη βιώσιμα και προειδοποιούν ότι το «μάρμαρο» θα πληρωθεί αργότερα, στον συνολικό «λογαριασμό». Το βάρος επωμίζονται «ο λαός και το κράτος», είπε ο βουλευτής της Ανυπότακτης Γαλλίας, Μανουέλ Μπομπάρ, «για να γλιτώσουν οι υπερπλούσιοι και οι κερδοσκόποι της κρίσης».
«Ψαλίδι» σε δημόσιες υπηρεσίες
Η αύξηση των τιμών ενέργειας έχει ήδη βάλει στη «μέγγενη» στους προϋπολογισμούς πολλών γαλλικών πόλεων και δήμων. Σύμφωνα με το δίκτυο BFM, «το πρόσθετο κόστος για την τοπική αυτοδιοίκηση αναμένεται να φτάσει φέτος τα 11 δισεκατομμύρια ευρώ». Σε ορισμένους περιπτώσεις, οι ενεργειακές δαπάνες έχουν υπερδιπλασιαστεί.
Το αποτέλεσμα είναι η μία μετά την άλλη τοπικές αρχές να εξετάζουν περικοπές εξόδων, συμπεριλαμβάνοντας στο «τεφτέρι» το λειτουργικό κόστος για πισίνες και δημοτικά γυμναστήρια, μουσεία, βιβλιοθήκες, ακόμη και σχολεία.
Αρκετές κοινότητες έχουν εφαρμόσει αναγκαστικά μέτρα εξοικονόμησης ενέργειας εδώ και μήνες, πολύ προτού το ζητήσει η γαλλική κυβέρνηση. Τη δυσοίωνη κατάσταση είχε εξάλλου σκιαγραφήσει από τα τέλη Ιουλίου η γαλλική Γερουσία σε έκθεσή της.
«Η απότομη αύξηση του ενεργειακού κόστους θέτει σε κίνδυνο βασικές δημόσιες υπηρεσίες σε τοπικό επίπεδο», ανέφερε. «Κινδυνεύει επίσης να αναγκάσει τις τοπικές αρχές να εγκαταλείψουν τα επενδυτικά τους σχέδια για την ενεργειακή μετάβαση και να τις οδηγήσει σε αύξηση των φόρων, επηρεάζοντας την αγοραστική δύναμη των νοικοκυριών».
Τις προσπάθειες περιπλέκει εν τω μεταξύ η διαχείριση ορισμένων δημοτικών αθλητικών και ψυχαγωγικών εγκαταστάσεων από εταιρείες για λογαριασμό του Δημοσίου, χωρίς να ελέγχονται απευθείας από τις κοινότητες στις οποίες βρίσκονται.
Κάπως έτσι λοιπόν στις αρχές του μήνα, λίγο πριν ανοίξουν τα σχολεία, η Vert Marine -που διαχειρίζεται 90 δημόσιες πισίνες σε όλη τη Γαλλία- αποφάσισε να κλείσει το ένα τρίτο από αυτές και να θέσει το προσωπικό σε καθεστώς μερικής απασχόλησης, επικαλούμενη την εκτόξευση του ενεργειακού κόστους.
Το ίδιο έκανε λίγο αργότερα και με δημοτικά παγοδρόμια που διαχειρίζεται, παρά τη ρήτρα στις συμβάσεις για συνεχή παροχή των δημόσιων υπηρεσιών.
Όπως αναμενόταν, οι πληττόμενοι δήμοι, αθλητικοί όμιλοι, κάτοχοι κάρτας εισόδου διαρκείας και σχολικές ομάδες ανέβηκαν «στα κάγκελα», καταγγέλλοντας τη μονομερή απόφαση και καλώντας την κυβέρνηση να παρέμβει. Ορισμένες δημοτικές αρχές άφησαν ανοιχτό το ενδεχόμενο να προσφύγουν στη Δικαιοσύνη.
Ημιαπασχόληση και μειωμένη παραγωγή
Στο μεσοδιάστημα, για πρώτη φορά μέσα σε ενάμιση χρόνο, η παραγωγή στη Γαλλία συρρικνώθηκε τον Αύγουστο και μάλιστα «κάτω από το όριο που χωρίζει την ανάπτυξη από τη συρρίκνωση», σχολιάζει το πρακτορείο Bloomberg.
Το σκηνικό προβλέπεται ακόμη πιο ζοφερό τον χειμώνα.
Το μεγαλύτερο χυτήριο αλουμινίου της Γαλλίας, η Aluminium Dunkerque, ήδη αποφάσισε να μειώσει την παραγωγή του κατά 22% για το τελευταίο τρίμηνο του 2022, για να μπορέσει -όπως ανέφερε- να πληρώσει τους λογαριασμούς ενέργειας. Προς το παρόν, οι 650 εργαζόμενοι στο εργοστάσιο στη βόρεια Γαλλία συνεχίζουν να εργάζονται με πλήρη απασχόληση.
Η Ascométal με προσωπικό 1.200 άτομα στη Γαλλία θα σταματήσει τη λειτουργία δύο εργοστασίων της για 2-3 εβδομάδες τον Δεκέμβριο. Μέρος του προσωπικού, προανήγγειλε, θα περάσει σε καθεστώς ημιαπασχόλησης.
Η διάσημη γαλλική εταιρεία στον χώρο του γυαλιού Duralex ανακοίνωσε ότι θα αναστείλει από τον Νοέμβριο τη λειτουργία της για τουλάχιστον τέσσερις μήνες και θα θέσει όλους τους υπαλλήλους της σε μερική ανεργία.
Ούτε το 2023 προβλέπεται καλύτερο. «Τις περισσότερες φορές οι μικρομεσαίες επιχειρήσεις, οι έμποροι και οι βιοτέχνες υπογράφουν συμβάσεις σταθερής χρέωσης, ετήσιες ή πολυετείς» με τους προμηθευτές ηλεκτρικής ενέργειας, γράφει η Monde, καθώς «αυτό τους προστατεύει από βραχυπρόθεσμες διακυμάνσεις. Όμως πολλές από αυτές τις συμβάσεις λήγουν τον Δεκέμβριο», επισημαίνει.
«Σχεδόν οι μισές εταιρείες θα κληθούν να τις ανανεώσουν», τονίζει ο Αλρίκ Μαρκ, ιδρυτής start-up που ειδικεύεται στη διαχείριση ενέργειας κτιρίων. «Μερικές από αυτές κινδυνεύουν να βρεθούν αντιμέτωπες με πενταπλάσιες τιμές από τον Ιανουάριο του 2023»…