Σε μια διαφορετική πλευρά της Audrey Hepburn επικεντρώνεται ένα νέο βιβλίο για τη ζωή της με τίτλο «Warrior»: στη φιλανθρωπική δράση της.
Όταν εγκατέλειψε το Χόλιγουντ, στο απόγειο της καριέρας της, αφοσιώθηκε στην ανατροφή των παιδιών της, Sean και Luca, στο αγρόκτημά της στην Ελβετία, ένα κτίσμα του 18ου αιώνα με τίτλο «La Paisible». Εκεί επίσης αφιέρωσε χρόνο στη σχέση με τον σύντροφό της, τον Ολλανδό ηθοποιό Rob Wolders.
Καθώς όμως πλησίαζε τα 60, μια διαφορετική προοπτική ανοίχτηκε μπροστά της. Στα 58 της χρόνια η UNICEF της πρότεινε να γίνει Πρέσβειρα Καλής Θελήσεως και εκείνη δέχτηκε με μεγάλη χαρά. «Ήξερε ότι επέστρεφε στον πόλεμο, αυτή τη φορά σε έναν πόλεμο για τα παιδιά» σχολιάζει σήμερα ο ιστορικός Robert Matzen στη βιογραφία του, σε συνέντευξη που έδωσε στο «People». Ο συγγραφέας προσθέτει: «Ήταν ακόμα γεμάτη νεότητα και έτοιμη να κάνει κάτι για τη ζωή της. Δεν ήθελε να αποσυρθεί».
Στον πρόλογο του βιβλίου, ο μικρότερος γιος της Audrey Hepburn, Luca, γράφει: «Πολλοί γνωρίζουν τη μητέρα μου για την ομορφιά και την κομψότητά της αλλά η αληθινή ουσία της ήταν η αποφασιστικότητα. Ναι, ήταν γλυκιά και καλή, αλλά ήταν και πολύ αποφασιστική. Σκληρό καρύδι. Δεν δεχόταν αρνητική απάντηση και μπορούσε να γίνει εξαιρετικά πεισματάρα. Με την καλή έννοια, πάντα. Ήξερε πώς να ακουστεί η φωνή της».
«Σκληρό καρύδι»
Είναι χαρακτηριστικό πως όταν οι αντάρτες του Σουδάν αρνήθηκαν να εγγυηθούν την ασφαλή διέλευση των αεροπλάνων των Ηνωμένων Εθνών, η Hepburn «χρησιμοποίησε το όνομά της για να βρει ένα αεροσκάφος του Ερυθρού Σταυρού που θα τους έβγαζε από την Κένυα, από όπου ένα άλλο αεροπλάνο θα τους μετέφερε πίσω στο νότιο Σουδάν, ενάντια στις κυβερνητικές εντολές» αναφέρει ο Matzen και συμπληρώνει, αναφερόμενος στα παιδικά χρόνια της στη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, όταν η Ολλανδία ήταν υπό τη γερμανική κατοχή: «Δεν ήταν ένα εύθραυστο πλάσμα, ήταν ατρόμητη. Έζησε τον πόλεμο και την πείνα, σχεδόν λιμοκτόνησε. Κανένας δεν θα μπορούσε να καταλάβει καλύτερα το έργο της, γιατί εκείνη το είχε ζήσει».
Η αποφασιστικότητα και η επιμονή της αναδεικνύεται και από το γεγονός ότι συνέχισε τη φιλανθρωπική δράση της σχεδόν μέχρι τον θάνατό της. Τον Σεπτέμβριο του 1992 ταξίδεψε στη Σομαλία, για μια επικίνδυνη αποστολή, για να στρέψει την προσοχή του κόσμου εκεί. Μόλις τέσσερις μήνες μετά, στα 63 της, πέθανε από καρκίνο που είχε εξαπλωθεί σε ολόκληρη την κοιλιά της. Ο γιος της λέει, σχετικά: «Δεν φοβόταν ούτε την αρρώστια ούτε τον θάνατο αλλά έτρεμε ότι θα επικρατούσε το κακό στον κόσμο».