Η Βέρνη βλέπει πιο κριτικά την κατάσταση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα, ανέφεραν ελβετικές εφημερίδες την Κυριακή, όπως μεταδίδει το Reuters.
Η Ελβετία και η Κίνα υπέγραψαν συμφωνία ελεύθερου εμπορίου το 2013, την πρώτη τέτοια συμφωνία του Πεκίνου με οικονομία της ηπειρωτικής Ευρώπης.
Η κίνηση αυτή χαρακτηρίστηκε ως ένα αμοιβαία επωφελές σύμφωνο με στόχο να συμβάλει στην αύξηση του εμπορίου μεταξύ των δύο οικονομιών.
Η Ελβετία προσπαθεί να επικαιροποιήσει τη συμφωνία ώστε να επεκτείνει τις δασμολογικές μειώσεις σε περισσότερα ελβετικά προϊόντα και να επεκτείνει τη συμφωνία ώστε να αποκτήσει χαρακτηριστικά βιωσιμότητας. Ωστόσο, το Πεκίνο δεν δεσμεύεται για μια τέτοια συμφωνία, ανέφεραν οι εφημερίδες.
"Μέχρι στιγμής δεν κατέστη δυνατό να συμφωνήσουμε σε έναν κοινό κατάλογο θεμάτων που θα πρέπει να διερευνηθούν σε μεγαλύτερο βάθος", ανέφερε η Κρατική Γραμματεία Οικονομικών Υποθέσεων της Ελβετίας (SECO) σε δήλωσή της στην εφημερίδα SonntagsBlick.
Η NZZ am Sonntag, υπό τον τίτλο "Το κινεζικό αδιέξοδο", ανέφερε ότι η Ελβετία έχει γίνει πιο επικριτική στο θέμα των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στην Κίνα.
Μια ελβετική κοινοβουλευτική πρωτοβουλία που ψηφίστηκε πρόσφατα από την Επιτροπή Νομικών Υποθέσεων του Εθνικού Συμβουλίου κατήγγειλε την καταναγκαστική εργασία των Ουιγούρων στη βορειοδυτική Κίνα ως "πραγματικό πρόβλημα".
Δυτικά κράτη και ομάδες δικαιωμάτων κατηγορούν τις αρχές της Σιντζιάνγκ ότι κρατούν και βασανίζουν Ουιγούρους και άλλες μειονότητες σε στρατόπεδα. Το Πεκίνο αρνείται τις κατηγορίες και περιγράφει τα στρατόπεδα ως εγκαταστάσεις επαγγελματικής κατάρτισης για την καταπολέμηση του θρησκευτικού εξτρεμισμού.
Ο Jean-Philippe Kohl, επικεφαλής της οικονομικής πολιτικής της βιομηχανικής ένωσης Swissmem, δήλωσε στην NZZ am Sonntag συνέστησε ότι η Ελβετία θα πρέπει να ακολουθήσει σιωπηλή διπλωματία σχετικά με τα ανθρώπινα δικαιώματα της Κίνας.
"Αν εμείς, ως μικρή οικονομία, δείχνουμε συνεχώς με το δάχτυλο την Κίνα, τίποτα δεν θα αλλάξει, εκτός από το ότι οι σχέσεις τελικά θα καταρρεύσουν", δήλωσε στην εφημερίδα.