Την πρώτη τους τηλεφωνική επικοινωνία από τον Νοέμβριο θα έχουν σήμερα ο πρόεδρος των ΗΠΑ, Τζο Μπάιντεν και ο ομόλογός του της Κίνας, Σι Τζινπίνγκ. Και η επικοινωνία αυτή θα γίνει στη σκιά του πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία.
Και αυτό γιατί, το Πεκίνο καλείται, τρείς εβδομάδες μετά την ρωσική επίθεση επί ουκρανικού εδάφους, να διαλέξει οριστικά στρατόπεδο, επιλέγοντας αμετάκλητα μεταξύ Δύσης ή Μόσχας. Στις ημέρες που προηγήθηκαν από την ρωσική εισβολή στις 24 Φεβρουαρίου, το Πεκίνο ασκήθηκε σε μια «λεπτή ισορροπία», αποφεύγοντας να καταδικάσει ευθέως την επίθεση, αλλά ζητώντας παράλληλα όλες οι μεριές να επιδείξουν «μέγιστη αυτοσυγκράτηση». Στην ίδια κατεύθυνση, ο Πρόεδρος της χώρας, Σι Τζινπίνγκ δεν τοποθετήθηκε για το ζήτημα «εν βρασμώ», αλλά άφησε κάποιες μέρες να κυλήσουν, μέχρις ότου να σχολιάσει δημόσια την κίνηση του συμμάχου του, Βλαντιμίρ Πούτιν να απειλήσει την κυριαρχία της Ουκρανίας, στη διάρκεια τηλεδιάσκεψης με τον Γάλλο Πρόεδρο, Εμανουέλ Μακρόν και το Γερμανό Καγκελάριο, Όλαφ Σόλτς.
Η «άθραυστη φιλία», άλλωστε, μεταξύ των ηγετών της Ρωσίας και της Κίνας σφυρηλατήθηκε μόλις πρόσφατα μέσα από ένα «μανιφέστο» 5.000 λέξεων, το οποίο συνυπέγραψαν τις ημέρες των φετινών Ολυμπιακών Αγώνων στο Πεκίνο, ελάχιστες εβδομάδες πριν οι ρωσικές Ένοπλες Δυνάμεις αρχίσουν να επιχειρούν στην Ουκρανία. Η χρονική αυτή σύμπτωση, σε συνδυασμό με το γεγονός ότι το ταξίδι στο Πεκίνο υπήρξε ένα από τα ελάχιστα ταξίδια του Ρώσου Προέδρου στο εξωτερικό φέτος, ενίσχυσαν τις εικασίες ότι ο Σι Τζινπίνγκ ήταν πλήρως ενήμερος για τα σχέδια του Ρώσου ομολόγου του, όταν μάλιστα οι διμερείς σχέσεις των δύο χωρών βρίσκονται «σε πρωτόγνωρα επίπεδα», όπως αμφότεροι δήλωσαν μετά το πέρας της κοινής τους συνάντησης, στην κινεζική πρωτεύουσα.
Ανοιχτά χαρτιά
Έκτοτε, στην αμφιταλαντευόμενη στάση της Κίνας απέναντι στην ρωσική εισβολή στην Ουκρανία η Δύση κράτησε στάση αναμονής, με το Λευκό Οίκο, ωστόσο, να ωθεί το Πεκίνο σήμερα να ξεκαθαρίσει τη στάση του απέναντι στην ατζέντα του Ρώσου Προέδρου. Αυτό τουλάχιστον υπονοείται από την ανακοίνωση του Λευκού Οίκου για τη σημερινή τηλεφωνική συνδιάλεξη, επισημαίνοντας πως «οι δύο ηγέτες θα συζητήσουν τη διαχείριση του ανταγωνισμού μεταξύ των δύο χωρών μας, καθώς και τον πόλεμο της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και άλλα θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος».
Εντείνοντας την πίεση
Στην πραγματικότητα, η κλιμάκωση που επιχειρεί τις τελευταίες ημέρες η Ουάσιγκτον, τόσο με την επιλογή του Αμερικανού Προέδρου να αποκαλέσει τον Βλαντιμίρ Πούτιν «εγκληματία πολέμου», όσο και με την ανακοίνωση ενός νέου πακέτου -μαμούθ 13,6 δισ. δολαρίων για τη στρατιωτική υποστήριξη της Ουκρανίας, αποβλέπει στο να εξωθήσει την Μόσχα προς μια λύση του προβλήματος που η ίδια δημιούργησε, ασκώντας την ίδια ώρα αφόρητη πίεση στο ρωσικό πληθυσμό, μέσα από τις πρωτόγνωρης έντασης οικονομικές κυρώσεις.
«Συνέπειες» για την Κίνα
Με οικονομικές κυρώσεις απειλείται, όμως, και το ίδιο το Πεκίνο, σε περίπτωση που επιχειρήσει να παράξει στρατιωτική ή οικονομική βοήθεια προς την Μόσχα. Ήδη, τα μεγαλύτερα ειδησεογραφικά δίκτυα των ΗΠΑ μετέδιδαν την περασμένη Κυριακή πως η Ρωσία ζήτησε στρατιωτική συνδρομή από το Πεκίνο, ενώ την επομένη ο Σύμβουλος Εθνικής Ασφαλείας του Λευκού Οίκου Τζέικ Σάλιβαν συναντούσε επί 7 ώρες στη Ρώμη τον Ανώτερο Κινεζικό Σύμβουλο Εξωτερικής Πολιτικής, Yang Jiechi, καθιστώντας του, κατά πληροφορίες, σαφές ότι θα υπάρξουν «συνέπειες» σε περίπτωση που η Κίνα σπεύσει προς βοήθεια της Ρωσίας.
«Μεγάλη ανησυχία»
Το επίπεδο συναγερμού στην άλλη πλευρά του Ατλαντικού απέναντι στις επόμενες κινήσεις της Κίνας είναι, σε κάθε περίπτωση, υψηλό, καθώς ο Λευκός Οίκος δεν έκρυψε χθες την «μεγάλη ανησυχία» του, μπροστά στο ενδεχόμενο πλήρους ευθυγράμμισης Μόσχας – Πεκίνου, με αφετηρία το στρατιωτικό σκέλος της εισβολής στην Ουκρανία. Υπό αυτό το πρίσμα, πηγές προσκείμενες στο Οβάλ γραφείο μεταδίδουν πως ο Πρόεδρος Μπάιντεν θα είναι ευθύς και διατεθειμένος να ασκήσει κριτική στον Κινέζο ομόλογό του σήμερα, ενώ η Εκπρόσωπος του Λευκού Οίκου, Τζεν Ψάκι σχολίασε με νόημα χθες ότι το γεγονός πως η Κίνα δεν έχει καταδικάσει τις ενέργειες της Ρωσίας «λέει πολλά».
«Ανησυχούμε ότι εξετάζουν το ενδεχόμενο να βοηθήσουν άμεσα τη Ρωσία με στρατιωτικό εξοπλισμό που θα χρησιμοποιηθεί στην Ουκρανία», ανέφερε και ο επικεφαλής του Στέιτ Ντιπάρτμεντ, Άντονι Μπλίνκεν κατά τη διάρκεια ενημέρωσης δημοσιογράφων χθες, προσθέτοντας πως ο Αμερικανός Πρόεδρος «θα καταστήσει σαφές ότι η Κίνα θα φέρει την ευθύνη για οποιεσδήποτε ενέργειες κάνει για να υποστηρίξει την επιθετικότητα της Ρωσίας και δεν θα διστάσουμε να επιβάλουμε κόστος», στον Κινέζο Πρόεδρο, κατά τη σημερινή τους συνομιλία.
Οι φόβοι των ΗΠΑ για τυχόν άμεση στρατιωτική συνδρομή της Κίνας προς τη Ρωσία, με δεδομένο και το υψηλό επίπεδο των αμερικανικών υπηρεσιών πληροφοριών (όπως αυτό αποδείχθηκε κατά κόρον στη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία) εδράζονται μάλλον σε στέρεο έδαφος, με δεδομένο ότι η Κίνα υιοθέτησε τη ρωσική επιχειρηματολογία περί ύπαρξης εργαστηρίων βιολογικών όπλων στην Ουκρανία.
Συγκεκριμένα, το επίσημο πρακτορείο ειδήσεων της Κίνας, Xinhua, επικαλούμενο το ρωσικό υπουργείο Άμυνας, μετέδωσε ότι, σύμφωνα με έγγραφα, σε ένα εργαστήριο στο Χάρκοβο, οι Ουκρανοί έκαναν συστηματικές μυστικές έρευνες, προκειμένου να μελετηθούν οι τρόποι μετάδοσης παθογόνων από νυχτερίδες σε ανθρώπους, υπό την άμεση εποπτεία Αμερικανών ειδικών. Επιπλέον, το Πεκίνο φαίνεται να υποστηρίζει και τη ρωσική προπαγάνδα στα ΜΜΕ για την εισβολή στην Ουκρανία, μετά και τα μέτρα που έχουν ληφθεί από τη Δύση απέναντι στον «πόλεμο πληροφοριών» που εξελίσσεται παράλληλα με τη στρατιωτική σύρραξη.
Η προσφορά των ΗΠΑ
Με αυτά τα δεδομένα, ο Λευκός Οίκος αναμένεται να προκαλέσει την Κίνα να αποσαφηνίσει πλήρως τη στάση της απέναντι στη Ρωσία, διαλέγοντας μεταξύ κυρώσεων και Δύσης. Καθώς τα σημάδια πίεσης στη ρωσική οικονομία είναι πλέον ορατά μετά τα «αντίποινα» των ΗΠΑ και των δυτικών συμμάχων τους, σε περίπτωση έμπρακτης στήριξης της Μόσχας από το Πεκίνο, σχεδόν προεξοφλείται ότι η Κίνα να βρεθεί αντιμέτωπη με αντίστοιχες ή και βαρύτερες οικονομικές κυρώσεις από τη Δύση, λόγω και του μεγάλου όγκου της κινεζικής οικονομίας.
Τα πράγματα για το Πεκίνο μπορούν, όμως, δεν αποκλείεται να επιδεινωθούν περισσότερο, σε περίπτωση που αυτό κλείνει την πλάστιγγα προς την Μόσχα, καθώς σε μια τέτοια περίπτωση θα εντεινόταν ο «οικονομικός πόλεμος» που μαίνεται με τις ΗΠΑ, ο οποίος σε επίπεδο δασμών κρατά από την Προεδρία Τραμπ και εξακολουθεί και στην Προεδρία Μπάιντεν, λειτουργώντας ανασταλτικά ως προς την ανάπτυξη της κινεζικής οικονομίας. Αντίθετα, η συμπόρευση του Πεκίνου με τη Δύση θα άνοιγε το δρόμο για τυχόν εξομάλυνση των διμερών σχέσεων ΗΠΑ- Κίνας, τουλάχιστον στο οικονομικό και εμπορικό πεδίο, επιτρέποντας την περαιτέρω διείσδυση της κινεζικής οικονομίας στις διεθνείς αγορές.