Μπορεί η σύνδεση της Ελλάδας στο διαδίκτυο να δέχεται συχνά (δικαιολογημένες) επικρίσεις, όμως σε σύγκριση με τη Γερμανία, μάλλον θα πρέπει να αισθανόμαστε περήφανοι για τις επιδόσεις του internet μας.
Και αυτό γιατί η μεγαλύτερη ευρωπαϊκή οικονομία, τρέχει με πολύ αργές ταχύτητες στον κυβερνοχώρο – γεγονός που όπως αναφέρει το naftemporiki.gr επικαλούμενο σχετικό ρεπορτάζ της El País, πλήττει και τις εταιρείες που δραστηριοποιούνται στην επικράτειά της.
Το στοίχημα της ψηφιοποίησης
Δεν είναι, λοιπόν, παράξενο που οι υποψήφιοι διάδοχοι της Άνγκελα Μέρκελ στην καγκελαρία στις εκλογές της επόμενης Κυριακής δίνουν μεγάλη έμφαση στην ψηφιοποίηση, παρουσιάζοντας προεκλογικά προγράμματα που προβλέπουν υψηλές επενδύσεις για αυτό το σκοπό.
Πόσο υψηλές; Αρκετά ώστε να αντικατασταθούν – επιτέλους – οι… χάλκινες γραμμές που εξυπηρετούν ακόμη και σήμερα εκατομμύρια χρήστες, καθώς η χώρα βρίσκεται πολύ κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο στην αντικατάστασή τους από οπτικές ίνες.
Είναι χαρακτηριστικό ότι μόλις το 16% των σπιτιών και των επιχειρήσεων συνδέονται στο διαδίκτυο μέσω οπτικών ινών, τη στιγμή που οι Ισπανοί, οι οποίοι μέχρι πρόσφατα αντιμετώπιζαν τη δική τους οικονομική κρίση, έχουν ξεπεράσει το 80%, σύμφωνα με πρόσφατη κατάταξη του Συμβουλίου FTTH Europe.
Μάλιστα, η καθυστέρηση της ψηφιοποίησης είναι και μια από τις κυριότερες μομφές που μπορεί να απευθύνει κανείς στην απερχόμενη Μέρκελ, σύμφωνα με τους ειδικούς, καθώς η παραδοσιακή Χριστιανοδημοκράτισσα προτίμησε να δώσει το βάρος στη βιομηχανία και τις εξαγωγές και όχι στον ψηφιακό εκσυγχρονισμό της χώρας της.
Ο διάδοχός της στην ηγεσία του Συντηρητικού Κόμματος, Άρμιν Λάσετ, έχει δεσμευτεί στη δημιουργία υπουργείου αποκλειστικά αφιερωμένου στην κάλυψη του τεχνολογικού κενού μεταξύ της Γερμανίας και των υπόλοιπων κρατών-μελών.
Φυσική παρουσία ή… φαξ
Και μπορεί ο κοροναϊός να επιτάχυνε τη μετάβαση της Ελλάδας στην ψηφιακή αλληλεπίδραση με το κράτος, όμως η Γερμανία για άλλη μια φορά έμεινε στην… παράδοση. Ελάχιστα έγγραφα μπορούν να αποκτηθούν ή να συμπληρωθούν μέσω διαδικτύου, ενώ στις περισσότερες περιπτώσεις απαιτείται είτε η φυσική παρουσία είτε η ταχυδρομική αποστολή των εγγράφων.
Μάλιστα, βάσει της τελευταίας έκθεσης της Κομισιόν για την πρόοδο της ψηφιακής οικονομίας και κοινωνίας (DESI) η Γερμανία διαγωνίζεται για την… τελευταία θέση, κινούμενη σε ανάλογα επίπεδα με χώρες όπως η Βουλγαρία και η Ουγγαρία σε ό,τι αφορά την ψηφιακή διοίκηση.
Είναι χαρακτηριστικό ότι η χρήση του φαξ παραμένει διαδεδομένη στη χώρα, τη στιγμή που στις περισσότερες ανεπτυγμένες χώρες το μηχάνημα έχει αρχίσει να αποκτά μουσειακή αξία.
Το γερμανικό φαξ γίνεται παγκόσμιο viral
Μόλις τον περασμένο Ιανουάριο, η Bundestag αποφάσισε να σταματήσει να χρησιμοποιεί το φαξ για τις καθημερινές της επικοινωνίες – γεγονός τόσο εντυπωσιακό ώστε να γίνει πρωτοσέλιδο σε όλο τον πλανήτη.
Το καλύτερο όμως, είναι ότι προς το παρόν η απόφαση αυτή δεν έχει τεθεί σε εφαρμογή: Την απόσυρση του φαξ θα αναλάβει η βουλή που θα εκλεγεί μετά τις εκλογές της ερχόμενης Κυριακής.
Και δεν είναι ότι αυτή τη στιγμή το φαξ έχει διακοσμητικό χαρακτήρα. Απαντώντας σε ερώτηση βουλευτή του Φιλελεύθερου Κόμματος (FDP) τον περασμένο Οκτώβριο, η επικεφαλής της κυβέρνησης αναγκάστηκε να παραδεχτεί ότι η ομοσπονδιακή κυβέρνηση χρησιμοποιεί περισσότερες από 900 τέτοιες συσκευές – με τις 200 μάλιστα να βρίσκονται στο Υπουργείο εξωτερικών.
Μάλιστα, δικαιολόγησε το γεγονός επικαλούμενη την ανταλλαγή απόρρητων πληροφοριών.
Στην Καγκελαρία δεν υπάρχει σχεδόν κανένα φαξ, όμως αυτό δε σημαίνει ότι η ίδια η Μέρκελ είναι πιο σύγχρονη. Αντιθέτως, χρησιμοποιεί μια… ακόμη παλιότερη μέθοδο, εκείνη των σωλήνων πεπιεσμένου αέρα. Σύμφωνα με άλλη κοινοβουλευτική απάντηση, το συγκεκριμένο σύστημα είχε χρησιμοποιηθεί 2.400 φορές εντός του 2019.
Πανδημία, ο μεγάλος επιταχυντής
Όπως ήταν αναμενόμενο, ο κοροναϊός ανέδειξε στο έπακρο αυτές τις ελλείψεις. Τα σχολεία, με την αργή τους σύνδεση στο διαδίκτυο, δεν ήταν σε θέση να εξυπηρετήσουν την τηλεκπαίδευση χιλιάδων μαθητών, πλατφόρμες εξ αποστάσεως εκπαίδευσης προφανώς δεν υπήρχαν, ενώ και οι εκπαιδευτικοί δεν διέθεταν τις αναγκαίες γνώσεις για να αντεπεξέρθουν στις νέες προκλήσεις.
Ο πρόεδρος της Γερμανικής Ένωσης Εκπαιδευτικών (DL), Χάιντζ-Πέτερ Μέιντινγκερ, άσκησε κριτική στις περιφερειακές αρχές, κατηγορώντας τες ότι δεν έχουν κάνει αρκετά για τη βελτίωση της κατάστασης.
Άλλο ένα έλλειμμα που ήρθε στο φως μς τον κοροναϊό ήταν και εκείνο που αφορούσε τη διαχείριση δεδομένων στα συστήματα υγείας των ομοσπονδιακών κρατιδίων.
Επί σειρά μηνών, οι τοπικές αρχές ενημέρωναν για τα ημερήσια κρούσματα και θανάτους με την… αλάνθαστη μέθοδο του φαξ, ενώ και τα εργαστήρια δεν ήταν σε θέση να κοινοποιήσουν ηλεκτρονικά τα αποτελέσματα των διαγνωστικών εξετάσεων σε πραγματικό χρόνο.
Προκειμένου να προχωρήσει η ψηφιοποίηση των υπηρεσιών υγείας εντός του 2020, το Υπουργείο Υγείας χρειάστηκε να εγκρίνει επείγον πακέτο ύψους 50 εκατ. ευρώ.
Από την άλλη, ο εκσυγχρονισμός του δημόσιου τομέα καθυστερεί και εξαιτίας του κατακερματισμού των σχετικών εξουσιών στα 16 κρατίδια.
«Εδώ και χρόνια υπάρχει έλλειψη στρατηγικής και πολιτικής βούλησης», λέει στην El País η Γιανέτε Χόφμαν, ερευνήτρια στο Ινστιτούτο για το Διαδίκτυο και την Κοινωνία, Alexander von Humboldt, με έδρα το Βερολίνο. Κατά τη γνώμη της, είναι επείγον να γίνουν έμπρακτα βήματα και πιστεύει ότι θα είναι η βιομηχανία που θα πιέσει τους πολιτικούς να δράσουν.
«Δεν μπορεί να υπάρχουν υπερειδικευμένες εταιρείες που πραγματοποιούν εξαγωγές σε όλο τον κόσμο και να υποφέρουν επειδή δεν μπορούν να επικοινωνήσουν σε πραγματικό χρόνο με τους ξένους πελάτες τους», αναφέρει ως παράδειγμα της απώλειας ανταγωνιστικότητας που προκαλείται από την καθυστέρηση στην ψηφιοποίηση.
Συμφωνεί ότι τα ασύμβατα συστήματα μεταξύ των 16 κρατιδίων εξηγούν μέρος του προβλήματος, αλλά το αποδίδει επίσης στους αυστηρούς νόμους περί προστασίας δεδομένων – που έχουν καταστήσει αδύνατη, για παράδειγμα, τη δημιουργία ψηφιακής κάρτας υγείας ή ενός συστήματος ανταλλαγής δεδομένων μεταξύ των τοπικών αστυνομικών τμημάτων – αλλά και σε ιστορικούς λόγους.
Η Γερμανία έχτισε τις υποδομές της πριν από άλλες χώρες και τώρα είναι πολύ ακριβό να τις αντικαταστήσει. «Δυστυχώς, όσον αφορά την ψηφιοποίηση, δεν είμαστε μια πλούσια χώρα», καταλήγει.