Ο πρόεδρος της Γαλλίας Εμανουέλ Μακρόν και η καγκελάριος της Γερμανίας Άνγκελα Μέρκελ κάλεσαν σήμερα τις ΗΠΑ και τη Δανία να δώσουν εξηγήσεις για τις καταγγελίες ότι παρακολουθούσαν πολλούς Ευρωπαίους αξιωματούχους, μεταξύ των οποίων ήταν και η Γερμανίδα καγκελάριος.
«Δεν είναι αποδεκτό, μεταξύ συμμάχων και, ακόμη περισσότερο, μεταξύ συμμάχων και Ευρωπαίων εταίρων», τόνισε ο Μακρόν μετά την ολοκλήρωση της γαλλογερμανικής συνόδου, που έγινε μέσω τηλεδιάσκεψης. Αμέσως μετά, η Μέρκελ επιδοκίμασε τις δηλώσεις του Γάλλου προέδρου.
Η Γαλλία και η Γερμανία ζητούν να ξεκαθαριστεί πλήρως το τι συνέβη, πρόσθεσε ο Μακρόν. Χθες, η δημόσια τηλεόραση της Δανίας (DR) ανέφερε ότι η αμερικανική Υπηρεσία Εθνικής Ασφάλειας (NSA) κατασκόπευε Ευρωπαίους ηγέτες από το 2012 μέχρι το 2014, χάρη στη βοήθεια των υπηρεσιών πληροφοριών της Δανίας. Μεταξύ άλλων παρακολουθούσε και υψηλόβαθμους αξιωματούχους στη Γερμανία, τη Σουηδία, τη Νορβηγία και τη Γαλλία.
Για να το κάνει η NSA επωφελήθηκε από τη συνεργασία της με τη δανική στρατιωτική υπηρεσία πληροφοριών FE.
Το DR αποκάλυψε τις πληροφορίες αυτές έπειτα από έρευνα που έκανε από κοινού με τη σουηδική δημόσια τηλεόραση SVT, τη νορβηγική δημόσια τηλεόραση NRK, τα γερμανικά τηλεοπτικά δίκτυα NDR και WDR, τη γερμανική εφημερίδα Süddeutsche Zeitung και τη γαλλική εφημερίδα Le Monde.
Η υπουργός Άμυνας της Δανίας Τρίνε Μπράμσεν, η οποία ανέλαβε το αξίωμα τον Ιούνιο του 2019, ενημερώθηκε για την ιστορία αυτή τον Αύγουστο του 2020, σύμφωνα με το DR.
Η Άνγκελα Μέρκελ, ο τότε υπουργός Εξωτερικών Φρανκ-Βάλτερ Στάινμαϊερ και ο τότε αρχηγός της αντιπολίτευσης Πέερ Στάινμπρουκ ήταν ανάμεσα στα πρόσωπα που κατασκόπευε η NSA, διευκρίνισε το DR.
Η NSA είχε πρόσβαση στα μηνύματα, στις τηλεφωνικές κλήσεις, καθώς και στο ιστορικό της χρήσης του Διαδικτύου που έκαναν, συμπεριλαμβανομένων των αναζητήσεων, των ανταλλαγών μηνυμάτων σε εφαρμογές chat ή ανταλλαγής μηνυμάτων και σε ιστότοπους κοινωνικής δικτύωσης.