Την τελική μάχη των εκλογών έδωσαν χτες οι πολιτικοί αντίπαλοι Έντι Ράμα και Λουλζίμ Μπάσα, με το κυβερνών Σοσιαλιστικό Κόμμα να βρίσκεται «μπροστά» μέχρι στιγμής στην καταμέτρηση των ψήφων και να δίνει μάχη για την αυτοδυναμία.
Μπορεί ο πρωθυπουργός να τάζει στους πολίτες πως θα μετατρέψει την Αλβανία σε παράδειγμα χώρας όσον αφορά τον τουρισμό και την ενέργεια, ωστόσο οι Αλβανοί μετρούν ακόμα τις πληγές τους από την φονική πανδημία και το χτύπημα του «Εγκέλαδου» το 2019.
Ο Μπάσα έχει από καιρό κατηγορήσει τον πολιτικό του αντίπαλο για διαφθορά, ενώ αρκετοί από τους βουλευτές του Ράμα αναγκάστηκαν να αποχωρήσουν από τι Κοινοβούλιο το 2019 μετά από καταγγελίες για νοθεία.
Οι διαδηλώσεις τις αντιπολίτευσης συχνά ξεπερνούσαν τα όρια, μέχρι που έφτασαν σε σημείο να επιχειρήσουν να εισβάλουν το γραφείο του πρωθυπουργού.
Ωστόσο παρά τον σκληρό προεκλογικό αγώνα του Μπάσα, ο Έντι Ράμα φαίνεται πως θα ξανακερδίσει τις εκλογές για τρίτη συνεχόμενη χρονιά, με τα τελικά αποτελέσματα να ανακοινώνονται την Τρίτη.
Αλλά αν υπάρχει ένα πράγμα για το οποίο συμφωνούν οι δύο πολιτικοί αντίπαλοι είναι η Ευρώπη και οι διαπραγματεύσεις -που προχωρούν με ρυθμούς χελώνας – για ένταξη στο ευρωπαϊκό μπλοκ.
Το ευρωπαϊκό μέλλον της Αλβανίας υπήρξε βασικό εκλογικό ζήτημα το 2021, όπως ήταν σε κάθε άλλη εθνική δημοσκόπηση τα τελευταία χρόνια.
Στην πιο πρόσφατη μάλιστα δημοσκόπηση το 97% των Αλβανών τάχθηκε υπέρ της ένταξης της χώρας στην ΕΕ.
Αλλά όπως και αλλού στα Δυτικά Βαλκάνια, ο δρόμος της Αλβανίας προς την Ευρώπη ήταν μακρύς και γεμάτος… λακκούβες.
Προχωρώντας οδυνηρά αργά, έχει αποκαρδιώσει τόσο τους αλβανούς πολίτες αλλά ακόμα και τις ίδιες τις Βρυξέλλες.
Μονόδρομος η ένταξη;
Το να κάνει πίσω η ΕΕ στο θέμα ένταξης της Αλβανίας στο ευρωπαϊκό μπλοκ και τη διεύρυνση στα δυτικά Βαλκάνια δεν αποτελεί λύση.
Παρά τις «πόρτες» και τη χρονοβόρα διαδικασία η πορεία προς την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση ήταν συχνά η μόνη κινητήρια δύναμη πίσω από τις μεταρρυθμίσεις στα Δυτικά Βαλκάνια.
Χωρίς το «καρότο» της ΕΕ, οι πολιτικές ελίτ και οι αυταρχικές δυνάμεις μονάχα θα ενθαρρύνονταν.
Πράγματι, πολιτικά η τρέχουσα δυσφορία στις Βρυξέλλες έχει ήδη ωφελήσει τις πολιτικές ελίτ, επιτρέποντάς τους να κατηγορήσουν την Ευρώπη για τα προβλήματα της Αλβανίας παρά την αποτυχία διαδοχικών κυβερνήσεων στα Τίρανα να περάσουν επαρκείς μεταρρυθμίσεις για την αντιμετώπιση της διαφθοράς, του εγκλήματος και του κράτους δικαίου.
Ο Ράμα, μιλώντας στην Euronews Albania αυτήν την εβδομάδα, ότι η χώρα είχε εκπληρώσει το καθήκον της όσον αφορά την ετοιμότητα για ένταξη στην Ευρωπαϊκή Ένωση και κατηγόρησε το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο και την Ευρωπαϊκή Επιτροπή για το γεγονός ότι δεν έχει επιτευχθεί κατά τη διάρκεια των οκτώ ετών της εξουσίας του.
Από την άλλη, οι αλβανοί πολίτες μπορεί να επιθυμούν η κατάσταση να παραμείνει ως έχει.
Η έναρξη των διαπραγματεύσεων περιλαμβάνει άλλωστε λεπτομερή, δημόσια επιθεώρηση κάθε πτυχής της οικονομίας, της κυβέρνησης και των θεσμών της Αλβανίας και θα μπορούσε να αποκαλύψει μυστικά που πολλοί θα προτιμούσαν να παραμείνουν κρυμμένοι.
Η μεγάλη απόχη στις εκλογές της Κυριακής ήταν παρ’ όλα αυτά κάτι το αναμενόμενο: Ο Ράμα ασχολείται με την πολιτική από το 1998, ο Μπάσα από το 2005 και κανένας δεν θεωρείται ικανός να φέρει την αλλαγή που οι ψηφοφόροι θέλουν να δουν.
Φταίει που είμαστε μουσουλμάνοι;
Εν τω μεταξύ, οι Αλβανοί κοιτάζουν τους γείτονές τους και βλέπουν ταχύτερη πρόοδο προς την ένταξη σε χώρες όπως η Σερβία, ενώ οι προοπτικές του Κοσσυφοπεδίου, της Βοσνίας και της Αλβανίας παραμένουν σε αδιέξοδο.
Αυτό λοιπόν κάνει τους Αλβανούς να αναρωτιούνται αν τίθεται εδώ το ζήτημα της θρησκείας τους.
Οι ακροδεξιές δυνάμεις άλλωστε σε χώρες όπως η Γαλλία, οι Κάτω Χώρες και η Γερμανία έχουν συνδέσει άμεσα την αντίθεση με την ένταξη της Αλβανίας στην ΕΕ με φόβους για εισροή μουσουλμάνων μεταναστών σε ευρωπαϊκές χώρες, όπως επίσης και η θεωρία πως η Αλβανία, όντας μουσουλμανική χώρα, έχει δεσμούς με την Τουρκία και άλλα μουσουλμανικά κράτη.