Στην- από δεκαετιών- απειλή της Τουρκίας για εγκατάλειψη του ΝΑΤΟ και συνεργασία με αντιπάλους των ΗΠΑ στη περίπτωση αναγνώρισης της γενοκτονίας των Αρμενίων απο την Ουάσινγκτον αναφέρεται άρθρο της Jerusalem Post η οποία υποστηρίζει ότι το πρόβλημα είναι μεγαλύτερο για την Άγκυρα παρά για τη Δύση.
H απόφαση των ΗΠΑ να αναγνωρίσουν τελικά τη γενοκτονία των Αρμενίων έρχεται μετά από δεκαετίες κατά τις οποίες η Τουρκία και οι εκπρόσωποί της στην Ουάσινγκτον απειλούσαν ανοικτά απέναντι σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο. Βάση του αφηγήματος τους, αν οι ΗΠΑ χρησιμοποιούσαν τον όρο «γενοκτονία» - για ένα έγκλημα που διαπράχθηκε πριν από 106 χρόνια, τότε η Άγκυρα θα κινείτο προς τη συγκρότηση συμμαχίων με χώρες όπως η Ρωσία, η Κίνα και το Ιράν.
Αυτή η παράξενη απειλή όμως η οποία προσομοιάζει στη μαφία, είναι ανάλογη με αυτή που χρησιμοποιούσε το Ιράν για να επιτύχει τη Συμφωνία για το πυρηνικό του πρόγραμμα. Είναι ανάλογη (απειλή) με αυτή του Πακιστάν το οποίο απειλεί τον πρέσβη της Γαλλίας επειδή ακροδεξιοί θρησκευτικοί εξτρεμιστές ισχυρίζονται ότι προσβάλλονται από κινούμενα σχέδια που δημοσιεύθηκαν πριν από χρόνια σε ένα γαλλικό περιοδικό.
Η προσπάθεια της Άγκυρας να κρατήσει χώρες «ομήρους» σχετικά με τη γενοκτονία των Αρμενίων λειτούργησε καλά για πολλά χρόνια. Εμπόδισε πολλές χώρες, συμπεριλαμβανομένου του Ισραήλ, να «προσβάλουν» την Άγκυρα αναφέροντας τη γενοκτονία. Δεν είναι σαφές όμως, αν ο ίδιος εκβιασμός θα λειτουργούσε αν η Γερμανία έλεγε το 1946 σε χώρες οτι δεν θα μπορούσαν να αναφέρονται στον όρο Ολοκαύτωμα, διότι θα μπορούσε να προσβληθεί.
Κατά τη διάρκεια του Ψυχρού Πολέμου, η Τουρκία χρησιμοποιούσε ως επιχείρημα το γεγονός ότι αποτελούσε προγεφύρωμα απέναντι στη Σοβιετική Ένωση. Μετά τη πτώση του κομμουνισμού το 1989, η Τουρκία άλλαξε το αφήγημα, υποστηρίζοντας ότι ήθελε να γίνει μέλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και «γέφυρα» μεταξύ της Δύσης και της Ασίας.
Η Τουρκία, η οποία αγκαλιάζει τη Ρωσία και το Ιράν είναι η ίδια που εξακολουθεί να συντηρεί τον μύθο περί ένταξης στην Ευρωπαική Ένωση. Δεν είναι σαφές αν η Τουρκία, ένα αυταρχικό καθεστώς, όπου δεν επίτρεπεται η αντίθετη άποψη και όπου φυλακίζονται δημοσιογράφοι θα μπορούσε να γίνει μέλος της ΕΕ.
Το ΝΑΤΟ επίσης το οποίο θα έπρεπε να προωθεί τις αξίες και τη δημοκρατία, έχει επιτρέψει στην Άγκυρα να γίνει πιο αυταρχική, δίνοντας εμμεσώς πλην σαφώς το «πράσινο φως» για την εκκαθάριση των Κούρδων στο Αφρίν το 2018.
Τώρα, οι απειλές επέστρεψαν. Εκείνοι που αντιτάχθηκαν στην αναγνώριση γενοκτονίας έλεγαν ότι η Τουρκία θα απομακρυνόταν από το ΝΑΤΟ, κάτι που ήδη γίνενται. Παράλληλα, έλεγαν ότι η Τουρκία θα συνεργαζόταν με τη Ρωσία, κάτι που κάνει ήδη, έχοντας αγοράσει το αντιπυραυλικό σύστημα S-400.
Το επιχείρημα πολλών ότι δεν έπρεπε να αναγνωριστεί η γενοκτονία για να μειωθεί ο στρατηγικός ρόλος της Τουρκίας ως μέλους της Δύσης, έρχεται την ώρα που απειλούνται ανοικτά χώρες του ΝΑΤΟ όπως η Ελλάδα και η Γαλλία.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν «είδε τη μπλόφα» της Τουρκίας. Το επιχείρημα ότι η αναγνώριση μιας γενοκτονίας που έγινε πριν από 106 χρόνια θα οδηγούσε την Τουρκία να κλείσει τις βάσεις των ΗΠΑ και να συνεργαστεί γρήγορα με τη Ρωσία, το Ιράν και την Κίνα φαίνεται περίεργη, λαμβάνοντας υπόψη το γεγονός ότι η Άγκυρα πρέπει να σκέφτεται επίσης «γεωπολιτικά».
Ένα άλλο επιχείρημα ήταν πάντα ότι «η Δύση χρειάζεται την Τουρκία περισσότερο από ότι χρειάζεται η Τουρκία τις ΗΠΑ και τη Δύση» και ότι άν ακουγόταν η λέξη «γενοκτονία» η Άγκυρα θα έφευγε από το ΝΑΤΟ. Ποτέ στην ιστορία δεν άφησε μια χώρα μια μαζική στρατιωτική συμμαχία αξίας δισεκατομμυρίων δολαρίων επειδή κάποιος χρησιμοποίησε μια λέξη για να αναφερθεί σε κάτι που συνέβη 106 χρόνια πριν. Μόνο η Τουρκία χρησιμοποίησε αυτόν τον εκβιασμό για να αποτρέψει οποιαδήποτε αναφορά στο γεγονός ότι η σύγχρονη χώρα είναι σε μεγάλο βαθμό χτισμένη σε εκατοντάδες χιλιάδες σπίτια Ελλήνων και Αρμενίων και άλλων μειονοτήτων που εκδιώχθηκαν και δολοφονήθηκαν.
Η πολιτική της Τουρκίας ήταν να προσποιείται ότι είναι υπεράνω της ιστορίας, χωρίς να πρέπει να θεωρηθεί υπεύθυνη για τίποτα. Πολλοί αμερικανοί διπλωμάτες μάλιστα για χρόνια εμφανίζοταν μεγαλύτεροι υπέρμαχοι των τουρκικών συμφερόντων από ότι έκαναν οι ίδιοι οι τούρκοι ομόλογοι τους.
Την ίδια ώρα η ικανότητα της Τουρκίας να διαδίδει απειλές έχει μεγαλώσει. Πέρυσι δημιούργησε μια κρίση με τη Γαλλία σε σχέση με κινούμενα σχέδια που δημοσιεύθηκαν πριν από χρόνια και η ρητορική της οδήγησε πιθανώς σε τουλάχιστον μία τρομοκρατική επίθεση εντός της συγκεκριμένης χώρας. Η Τουρκία θα συνεχίσει να προσπαθεί να ωθήσει τον ισλαμικό εξτρεμισμό στην Ευρώπη από μόνη της. Έχει ήδη απειλήσει πολλές φορές να χρησιμοποιήσει πρόσφυγες εναντίον της Ευρώπης, εκτός και εάν η ΕΕ δώσει περισσότερα χρήματα.
Αν ενδιαφέρεται για τη «γεωπολιτική», όπως ισχυρίζονται οι δυτικοί αναλυτές, τότε η Τουρκία θα έχει να χάσει πολλά από αυτή την αντιπαράθεση με τη Δύση. Το γεγονός ότι η διοίκηση Μπάιντεν ύψωσε τελικά ανάστημα, είναι ένα πρόβλημα το οποίο θα πρέπει να σταθμίσει η ίδια η Άγκυρα η οποία υποστηρίζει ότι επιθυμεί σύσφιξη σχέσων και συμφιλίωση με χώρες τις οποίες μέχρι πρόσφατα απειλούσε.