Καθώς πλησιάζει η κρίσιμη Σύνοδος Κορυφής της ΕΕ, όπου θα συζητηθούν κυρώσεις για την στάση της Τουρκίας στην Ανατολική Μεσόγειο, η Άγκυρα χορεύει σε τεντωμένο σχοινί. Με εκκρεμότητες σε όλα τα μέτωπα που άνοιξαν τον τελευταίο καιρό υπό τον πρόεδρο Ερντογάν: Συρία, Ιράκ, Λιβύη, Ναγκόρνο Καραμπάχ Κύπρος, Αν. Μεσόγειος, προσφυγικό, τζιχαντιστές.
Ο τουρκικός στρατός πολεμά μέσα στην Συρία, όπου οι ισορροπίες των διαδοχικών συμφωνιών με την Ρωσία φαντάζουν και πάλι εύθραυστες. Η δράση της Τουρκίας στη Βόρεια Συρία, που συμβάλει και στον έλεγχο του προσφυγικού στην ευρύτερη περιοχή, όπως και στον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών εντός της χώρας, βαραίνει στη συνείδηση ορισμένων χωρών της ΕΕ κι έχει μεγάλο κόστος. Και όχι μόνο οικονομικό. Η ρήξη στις σχέσεις της Άγκυρας με την Ουάσιγκτον είναι πλέον ξεκάθαρη. Οι δύο χώρες διαφωνούν κάθετα και στο Κουρδικό ζήτημα στη Συρία. Τούρκοι αξιωματούχοι δεν κατηγορούν τυχαία τις ΗΠΑ για στήριξη τρομοκρατών. Αλλά ούτε και με την Ρωσία υπάρχει ταύτιση απόψεων κι ας γίνονται κατά καιρούς κοινές περιπολίες.
Οι S-400 και οι σχέσεις με το Κατάρ
Οι S-400 αποτελούν το κερασάκι στην τούρτα. Νέο χτύπημα, ίσως αναμενόμενο, το νομοσχέδιο για τον αμυντικό προϋπολογισμό των ΗΠΑ για το 2021, το οποίο αποφαίνεται ότι η απόκτηση των S-400 συνιστά «σημαντική συναλλαγή» και ζητά την επιβολή τουλάχιστον πέντε κυρώσεων από αυτές που προβλέπονται, μέσα σε 30 μέρες από την υπογραφή του.
Στο μεταξύ σάλο προκαλεί στην Τουρκία το τσουχτερό πρόστιμο και η απαγόρευση πέντε εκπομπών που επέβαλε το ραδιοτηλεοπτικό συμβούλιο στο κανάλι Χαμπέρ Τουρκ με διαδικασίες εξπρές. Αιτία η άκομψη επίθεση βουλευτή της αξιωματικής αντιπολίτευσης κατά της κυβέρνησης, σε πολιτική εκπομπή, η οποία ανέφερε ότι ο τουρκικός στρατός έχει πωληθεί στο Κατάρ. Η υπόθεση πυροδότησε μεγάλη αντιπαράθεση στην βουλή και σε όλα τα ΜΜΕ όχι μόνο για την επιεικώς άδικη επιβολή απαγόρευσης, αλλά και για την ουσία της δήλωσης του βουλευτή, για τον οποίο διετάχθη έρευνα από την εισαγγελία.
Η συζήτηση για τις επενδύσεις του Κατάρ στην Τουρκία επί Ερντογάν ήταν πάντα και παραμένει στην ατζέντα του Ρεπουμπλικανικού κόμματος. Κορυφώθηκε όμως με την εξαγορά του 10% του χρηματιστηρίου της Κωνσταντινούπολης από τον επενδυτικό φορέα του Κατάρ. Στο Κατάρ είχε πωληθεί παλαιότερα, μετά από έντονες συζητήσεις, και μεγάλο ποσοστό του εργοστασίου ερπυστριών του τουρκικού στρατού. Μάλιστα προβλεπόταν το εν λόγω εργοστάσιο να αναβαθμιστεί για να παράγει τα πρώτα τουρκικής κατασκευής άρματα μάχης Αλτάι. Η συμφωνία προέβλεπε την παράδοση του πρώτου άρματος την άνοιξη του 2020. Κάτι που δεν επετεύχθη ακόμη.
Ο ρόλος των εξοπλισμών
Η αντιπαράθεση που προέκυψε κατέστησε ευρέως γνωστό ότι η καθυστέρηση οφείλεται -όπως αναφέρει η DW- στο ότι η Γερμανία αρνήθηκε να δώσει στην Τουρκία τους κινητήρες που είχαν σχεδιαστεί γι αυτό το άρμα. Για όσους δεν παρακολουθούν τα εξοπλιστικά πρόκειται για αποκάλυψη μιας πτυχής, η οποία σημαίνει ένα άτυπο εμπάργκο προς την Τουρκία από τη Γερμανία -την οποία η Τουρκία θεωρεί καθ’ ομολογία του υπουργού Εξωτερικών Τσαβούσογλου τον μόνο αξιόπιστο διαμεσολαβητή στην Ευρωπαϊκή Ένωση.
Πρέπει να σημειωθεί ότι η Τουρκία τα τελευταία χρόνια, όπως άλλωστε δηλώνει και ο πρόεδρος Ερντογάν, έχει κάνει άλματα στην αμυντική βιομηχανία γιατί οι εταίροι και σύμμαχοί της στο ΝΑΤΟ δεν την προμήθευαν με τους εξοπλισμούς που επιθυμούσε. Έτσι ανέπτυξε δικά της μη επανδρωμένα αεροσκάφη, τα οποία μάλιστα τώρα εξάγει. Τα έδωσε και στο Αζερμπαϊτζάν κατά της Αρμενίας, όπως και στον Σάρατζ κατά του Χαφτάρ στη Λιβύη. Όμως και εκεί, αυτή τη φορά η καναδική προμηθεύτρια ευαίσθητων οπτικών συστημάτων ακριβείας, απαραίτητων για τα μη επανδρωμένα, σταμάτησε τις εξαγωγές προς την Τουρκία.
Πού ποντάρει τελικά ο Ερντογάν;
Όσο όμως κι αν η Τουρκία αντιμετωπίζει φανερές ή άτυπες κυρώσεις καθώς οδεύει προς τη Σύνοδο Κορυφής της ΕΕ εν μέσω αντιπαραθέσεων για την επιβολή προστίμου και απαγόρευσης σε μεγάλο τηλεοπτικό δίκτυο όπως το Χαμπέρ Τουρκ, ο Ταγίπ Ερντογάν ακόμη και σήμερα, συνεχίζει τις επιθέσεις κατά του Μακρόν. Εμφανίζεται μάλιστα αποφασισμένος να προχωρήσει ακάθεκτος τον σχεδιασμό του, αγνοώντας τις πιθανές συνέπειες στην περίπτωση που και η ΕΕ αποφασίσει να βάλει πάγο στην Άγκυρα.
Τα παίζει όλα για όλα ρισκάροντας την ήδη καταπονημένη οικονομία της χώρας, η οποία δοκιμάζεται υπό το βάρος των συνεπειών του κορονοϊού; Ή ποντάρει στην βεβαιότητα ότι οι μέγιστες αναμενόμενες κυρώσεις που δύναται να προκύψουν από την ΕΕ δεν θα είναι κάτι περισσότερο από αυτές που επιβλήθηκαν για τις γεωτρήσεις νότια της Κύπρου;