Η ισοτιμία της λίρας ξεφεύγει από τον έλεγχο των αρχών και «βουλιάζει» σε νέα χαμηλά, παρά το γεγονός ότι «καίγονται» καθημερινά τεράστια ποσά συναλλάγματος για να υποστηριχθεί το εθνικό νόμισμα. Οι δραματικές εξελίξεις στο οικονομικό πεδίο αναδεικνύονται ως αχίλλειος πτέρνα της Τουρκίας, σε μια εποχή που ο Ερντογάν στήνει σκηνικό έντασης στη Μεσόγειο στην προσπάθειά του να εμφανιστεί η Τουρκία ως μια μεγάλη περιφερειακή δύναμη.
Οι εξελίξεις των τελευταίων ημερών επιβεβαιώνουν ότι πλησιάζει σε αδιέξοδο η ανορθόδοξη οικονομική πολιτική του Ερντογάν, ο οποίος έχει υπαγορεύσει στην κεντρική τράπεζα μια πολύ μεγάλη μείωση των επιτοκίων για να «πλημμυρίσει» η αγορά με τραπεζικά δάνεια, ενώ ο ρυθμός της επέκτασης πλησιάζει το 30%.
Ένα «εκρηκτικό κοκτέιλ» απειλεί την οικονομία, με την λίρα να συνεχίζει την ελεύθερη πτώση της, τον τουρισμό να παραπαίει λόγω κορονοϊού και τους ξένους επενδυτές να γυρίζουν την πλάτη τους στην Τουρκία.
Ο Ερντογάν υπό το βάρος των εξελίξεων συγκαλεί έκτακτη σύσκεψη των ανώτερων αξιωματούχων της χώρας γι’ αυτή την εβδομάδα.
Η ισοτιμία της λίρας τη Δευτέρα ξεπέρασε σαφώς το ψυχολογικό φράγμα των 7 λιρών ανά δολάριο (7,4) και των 8,8 λιρών ανά ευρώ. Τον τελευταίο μήνα οι απώλειες αγγίζουν το 20%. Παράλληλα, η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας ανακοίνωσε πως περικόπτει κατά 50% τις χρηματοδοτήσεις των τραπεζών που πραγματοποιούνται κατά τη διάρκεια της νύχτας, δηλαδή ένα σημαντικό πόρο δανεισμού.
«Στο πλαίσιο των αυστηρότερων μέτρων που λαμβάνονται στο πλαίσιο της διαχείρισης της ρευστότητας, τα όρια δανεισμού των τραπεζών για ολονύκτιες συναλλαγές θα μειωθούν στο μισό από τις 19 Αυγούστου 2020», αναφέρεται στην ανακοίνωση.
Η νομισματική «κρίση» του τελευταίου διαστήματος έχει οδηγήσει σε σταδιακή αναδίπλωση τις τουρκικές αρχές μεταξύ αυτών και της κεντρικής τράπεζας, από τα μέτρα ενίσχυσης της ρευστότητας που έχουν ληφθεί προκειμένου να στηριχθεί η τουρκική οικονομία εν μέσω της κρίσης της πανδημίας του κορωνοϊού.
Σοβαρές δυσλειτουργίες
Το πραγματικό επιτόκιο της λίρας, μετά την αφαίρεση του πληθωρισμού, είναι πλέον βαθιά αρνητικό (-4,5%), με αποτέλεσμα να βρίσκεται σε συνεχή πίεση στην αγορά συναλλάγματος και να έχουν «καεί» φέτος, σύμφωνα με υπολογισμούς της Goldman Sachs, συναλλαγματικά αποθέματα 65 δισ. δολ. για τη στήριξη της λίρας, πολύ περισσότερα από όσα δαπανήθηκαν όλο το 2019 (40 δισ. δολ.).
Το τελευταίο δεκαπενθήμερο όλα τα τεχνάσματα των τουρκικών αρχών για να προστατεύσουν τη λίρα απέτυχαν παταγωδώς και η ισοτιμία του νομίσματος συνέχισε να υποχωρεί.
Σύμφωνα με τον Τιμ Ας της BlueBay Asset Management, «ένα τεράστιο τίμημα πληρώνεται για την αποστροφή του Ερντογάν στις αυξήσεις επιτοκίων με τη μορφή της τεράστιας απώλειας συναλλαγματικών διαθεσίμων. Ξοδεύονται οι καταθέσεις συναλλάγματος των πολιτών».
Οι αναλυτές κάνουν πλέον λόγο για σοβαρές δυσλειτουργίες στις αγορές της Τουρκίας, ως αποτέλεσμα των κακών χειρισμών των αρχών, οι οποίες θα αποτρέψουν την χορήγηση δανείων στο Δημόσιο και στον ιδιωτικό τομέα της Τουρκίας από ξένους επενδυτές, τη στιγμή που είναι πιο απαραίτητη από κάθε άλλη φορά η εξωτερική χρηματοδότηση, για να καλυφθεί η εξυπηρέτηση χρέους σε συνάλλαγμα. Μάλιστα, ορισμένοι σχολιαστές αμφισβητούν πλέον αν οι αγορές της Τουρκίας έχουν τα κατάλληλα χαρακτηριστικά για να επιτρέπεται στη χώρα να εκδίδει ευρωομόλογα.
Το συνάλλαγμα τελείωσε
Σε κάθε περίπτωση, είναι σαφές στους εξωτερικούς παρατηρητές ότι η Τουρκία δεν διαθέτει πλέον επαρκή συναλλαγματικά αποθέματα για να διατηρήσει σταθερή τη λίρα και να αποφύγει μια έξαρση του πληθωρισμού και των χρεοκοπιών που θα προκαλούσε μια απότομη πτώση του νομίσματος.
Σύμφωνα με υπολογισμούς των Financial Times, αν αφαιρεθούν από το σύνολο των συναλλαγματικών αποθεμάτων που εμφάνιζε η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας στα τέλη Ιουνίου τα αποθέματα χρυσού και το συνάλλαγμα που έχει δανεισθεί η κεντρική τράπεζα από τις εμπορικές τράπεζες με συμφωνίες ανταλλαγής (swaps), τα καθαρά συναλλαγματικά αποθέματα της Τουρκίας είναι κάτω από το μηδέν, σε -32 δισ. δολ. Δηλαδή, η κεντρική τράπεζα όχι μόνο δεν διαθέτει συνάλλαγμα, αλλά χρωστάει και 32 δισ. δολ. στις εμπορικές κρατικές τράπεζες, που με τη σειρά τους τα οφείλουν στους καταθέτες συναλλάγματος.
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο προειδοποίησε την Τρίτη την Άγκυρα ότι η Τουρκία είναι ευάλωτη σε εξωτερικά σοκ, τονίζοντας τη μεγάλη πτώση των συναλλαγματικών αποθεμάτων. Στο τέλος του 2019 τα συναλλαγματικά αποθέματα επαρκούσαν κατά 85% για να καλύψουν τις εκτιμώμενες από το ΔΝΤ έκτακτες ανάγκες πληρωμών σε συνθήκες αναταραχής, αλλά το ποσοστό έπεσε απότομα τον Μάιο σε 67%, ενώ η κάλυψη του εξωτερικού χρέους από τα διαθέσιμα έπεσε από το 64% στο 46%.
Το Ταμείο συνιστά στην Τουρκία να κάνει ακριβώς το αντίθετο από ό,τι γίνεται ως τώρα: αντί να «καίει» συνάλλαγμα για να υπερασπισθεί τη λίρα, να προσπαθήσει να συγκεντρώσει συναλλαγματικά αποθέματα για να μπορεί να αντιμετωπίσει τις υποχρεώσεις εξωτερικού χρέους και να αντιπαρέλθει την εξάρτησή της από βραχυχρόνιες τοποθετήσεις ξένων κεφαλαίων στη χώρα.
Αυτή η σύσταση οδηγεί και στην ουσία του προβλήματος: θα επιτρέψει ο Ερντογάν στην κεντρική τράπεζα να αυξήσει τα επιτόκια, ή θα επιμείνει στις… ισλαμικές οικονομικές θεωρίες, σύμφωνα με τις οποίες οι αυξήσεις επιτοκίων φέρνουν πληθωρισμό; Μέσα στο τελευταίο 12μηνο, η κεντρική τράπεζα έχει μειώσει περισσότερο από 15% το βασικό της επιτόκιο, για να τροφοδοτήσει την πιστωτική επέκταση, καθώς ο Ερντογάν θεωρεί ότι μπορεί να ξεπερασθεί με δανεικά αυτή η οικονομική κρίση.
Ο Τούρκος πρόεδρος, όμως, δεν έχει δείξει διάθεση αλλαγής πολιτικής, ούτε και συζητάει ενδεχόμενο προσφυγής στο ΔΝΤ. Σε αυτό το πλαίσιο, ο Ερντογάν χρειάζεται κατεπειγόντως κάποιες διεθνείς συμφωνίες δανεισμού, είτε με εκδόσεις τίτλων στις αγορές, είτε με διακρατικές συμφωνίες, όπως αυτή που συνήφθη φέτος με το Κατάρ. Κάποιοι από τους φανατικούς οπαδούς του γράφουν στα social media ότι η κρίση γρήγορα θα τελειώσει, επειδή η Τουρκία θα ανακαλύψει κοιτάσματα υδρογονανθράκων στην Αν. Μεσόγειο ή θα «βάλει χέρι» στα κοιτάσματα της Λιβύης, αλλά τέτοια μεγαλεπήβολα σενάρια μικρή επαφή έχουν με τη (σκληρή) πραγματικότητα μιας Τουρκίας που βυθίζεται σε μια επικίνδυνη οικονομική κρίση…
Ακολουθώντας τις επιταγές του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, η κεντρική τράπεζα υλοποίησε ένα επιθετικό πρόγραμμα χαλάρωσης οδηγώντας τα επιτόκια της στο 8,25% τον Μάιο από το 12% που ήταν στο τέλος του προηγούμενου έτους. Οι αναλυτές της Goldman Sachs περιμένουν πλέον τα επιτόκια να αυξηθούν στο 10% μέχρι το τέλος του έτους και στο 14% μέχρι το τέλος του 2021. Η επόμενη συνεδρίαση νομισματικής πολιτικής της τράπεζας είναι στις 20 Αυγούστου.
Πολλοί αναλυτές προεξοφλούν ότι σύντομα η λίρα θα κάνει μια «βουτιά» που θα θυμίζει τα δραματικά γεγονότα του Αυγούστου 2018, όταν οι αιφνιδιαστικές κυρώσεις Τραμπ για την «ομηρία» του πάστορα Μπράνσον είχαν προκαλέσει μια απότομη υποχώρηση της λίρας κατά 30%, που βύθισε αργότερα στην ύφεση την Τουρκία. Αυτό που βλέπουν οι ξένοι αναλυτές είναι ότι η Τουρκία ουσιαστικά έχει ξεμείνει από συνάλλαγμα. Ως τώρα η Τουρκία δεν έχει καταφέρει να κλείσει συμφωνίες swaps συναλλάγματος με μεγάλες κεντρικές τράπεζες, παρά τις προσδοκίες που είχαν δημιουργηθεί νωρίτερα φέτος από δηλώσεις αξιωματούχων, ενώ η μόνη τέτοια συμφωνία έχει επιτευχθεί με το Κατάρ, που αποτελεί περιφερειακό σύμμαχο της Τουρκίας.
Καμπανάκι από τους αναλυτές
«Η Τουρκία μέχρι στιγμής κατάφερε να αποφύγει τις έκτακτες αυξήσεις των επιτοκίων παρόμοιες με αυτές που παρατηρήθηκαν το 2014 ή το 2018. Αλλά η οικονομία της μπορεί να βρίσκεται μία ανάσα μακριά από μια κρίση», επεσήμανε η Oxford Economics.
Και κατά την Capital Economics, η Τουρκία είναι αντιμέτωπη με τον κίνδυνο μίας νέας νομισματικής κρίσης, όχι μόνο λόγω του σοκ του κορωνοϊού αλλά κυρίως λόγω της επιδείνωσης των σχέσεών της με την Ε.Ε., μετά την απόφαση Ερντογάν για μετατροπή της Αγίας Σοφίας σε τζαμί καθώς και τις ενέργειές της στα ελληνικά και κυπριακά ύδατα. Σύμφωνα με την Capital Economics, είναι εξαιρετικά αμφίβολο ότι η κεντρική τράπεζα θα καταφέρει να ενεργήσει και μάλιστα εγκαίρως, με την οικονομία έτσι να κινδυνεύει με μία νέα νομισματική κρίση, με την υποτίμηση της λίρας στο επίπεδο του 8 με 9 έναντι του δολαρίου να μην μπορεί να αποκλειστεί.
Καμπανάκι χτυπούν και οι οίκοι αξιολόγησης, στέλνοντας προειδοποιητικά μηνύματα προς την Τουρκία. Η Scope Ratings προχώρησε σε υποβάθμιση της αξιολόγησής της σε Β+ από ΒΒ- με σταθερό outlook, ως απόρροια της σημαντικής επιδείνωσης τόσο στο δημοσιονομικό όσο και στο νομισματικό περιβάλλον της χώρας.
Η Τουρκία είναι ευάλωτη μπροστά σε ένα ισχυρό οικονομικό σοκ, προειδοποιεί η Φίνιξ Κάλεν, διευθύντρια αναδυομένων αγορών στη Société Générale. «Οι τουρκικές αρχές ακροβατούν σε τεντωμένο σχοινί, προσπαθώντας να μην πέσουν στο χείλος του γκρεμού», σημειώνει.