Εφιαλτικές μνήμες επανέρχονται στην Ουκρανία, καθώς μια φωτιά που ξέσπασε στη ζώνη αποκλεισμού του Τσέρνομπιλ οδήγησε σε εκ νέου αύξηση της ραδιενέργειας στο επίμαχο σημείο, προκαλώντας τρόμο στους κατοίκους της ευρύτερης περιοχής.
Η Ουκρανία ανέφερε σήμερα, Κυριακή 05.04.2020, μια αύξηση της ραδιενέργειας, λόγω μιας δασικής φωτιάς που ξέσπασε πριν λίγες ώρες, στη ζώνη αποκλεισμού που περιβάλλει τον πυρηνικό σταθμό του Τσερνόμπιλ.
Στον πυρηνικό σταθμό Τσερνόμπιλ, να σημειώσουμε πως το 1986 σημειώθηκε το χειρότερο πυρηνικό δυστύχημα στην ιστορία της ανθρωπότητας.
“Υπάρχουν άσχημες ειδήσεις: η ραδιενέργεια είναι υψηλότερη από το κανονικό στο επίκεντρο της φωτιάς”, δήλωσε στο Facebook ο Εγκορ Φιρσόφ, επικεφαλής της υπηρεσίας οικολογικής επιθεώρησης.
Ο Φιρσόφ συνόδευσε το μήνυμά του με βίντεο που δείχνει έναν μετρητή Γκάιγκερ (για την ανίχνευση και μέτρηση της ακτινοβολίας) που εμφανίζει επίπεδο ραδιενέργειας 16 φορές υψηλότερο από το κανονικό.
Οι φλόγες εισέβαλαν σε περισσότερα από 1.000 στρέμματα της δασικής έκτασης που βρίσκεται γύρω από τον κατεστραμμένο πυρηνικό σταθμό, περίπου εκατό χιλιόμετρα βόρεια της πρωτεύουσας, του Κιέβου.
Οι υπηρεσίες εκτάκτων καταστάσεων είχαν διαβεβαιώσει αρχικά σήμερα ότι δεν υπήρχε αύξηση της ραδιενέργειας, αφότου είχαν κάνει λόγο χθες για “δυσκολίες” στις προσπάθειές τους να αντιμετωπίσουν την καταστροφή λόγω μιας αύξησης της ραδιενέργειας σε ορισμένα σημεία.
Οι αρχές δήλωσαν ότι οι γύρω κοινότητες δεν κινδύνευαν. Δύο αεροπλάνα, ένα ελικόπτερο και εκατό πυροσβέστες κινητοποιήθηκαν για την κατάσβεση της φωτιάς.
Ο αντιδραστήρας Νο 4 του πυρηνικού σταθμού του Τσερνόμπιλ εξερράγη στις 26 Απριλίου 1986 μολύνοντας, σύμφωνα με ορισμένες εκτιμήσεις, έως και τα τρία τέταρτα της Ευρώπης. Μετά την καταστροφή αυτή, οι αρχές εκκένωσαν την περιοχή απομακρύνοντας εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους και ένα τεράστιο έδαφος, που κάλυπτε περισσότερα από 2.000 τετραγωνικά χιλιόμετρα, έμεινε εγκαταλειμμένο.
Τρεις ακόμη αντιδραστήρες του πυρηνικού εργοστασίου συνέχισαν να λειτουργούν μετά την τραγωδία. Ο τελευταίος σταμάτησε να λειτουργεί το 2000, σηματοδοτώντας το τέλος κάθε βιομηχανικής δραστηριότητας στο Τσερνόμπιλ.