Η πλατεία ήταν γεμάτη με άνδρες, γυναίκες και παιδιά. Άνθρωποι προοδευτικοί, δημοκρατικοί, ορισμένοι από αυτούς και αριστεροί, αλλά η πλειονότητα των παρόντων ήταν πολίτες της Τουρκίας κουρδικής καταγωγής. Η συγκέντρωση ήταν προεκλογική, υπό την αιγίδα του κουρδικού διπλωματικού κόμματος HDP. Οι πολίτες χειροκροτούσαν, ορισμένοι χόρευαν κι άλλοι συζητούσαν τις πολιτικές εξελίξεις.
Ξαφνικά δύο εκρήξεις. Ήταν η πλέον θανατηφόρα τρομοκρατική επίθεση στην Τουρκία. Στο έδαφος κείτονταν 109 νεκροί. Οι τραυματίες ξεπερνούσαν τους 500. Ήταν το 2015. Οι μυστικές υπηρεσίες της Τουρκίας ανακάλυψαν τα πτώματα δύο βομβιστών αυτοκτονίας. Αμέσως μίλησαν για ενεργό πυρήνα τζιχαντιστών του ISIS. Όντως, το Ισλαμικό Κράτος κρυβόταν πίσω από αυτήν τη βαρβαρότητα.
Τρία χρόνια μετά, ημέρα με την ημέρα, η ηλεκτρονική εφημερίδα «Ahval» αποκαλύπτει το σκοτεινό παρασκήνιο αυτού του φονικού. Οι δύο βομβιστές ήταν όντως τζιχαντιστές του ISIS. Πίσω όμως από την ενέργεια κρυβόταν ο σκοτεινός ιστός του κυβερνώντος κόμματος AKP του Ταγίπ Ερντογάν. Το βαθύ κράτος του Ερντογανικού ισλαμισμού έδωσε την εντολή και κάλυψε τη βάρβαρη δραστηριότητα του ISIS.
Ο Ερντογάν έπρεπε να φοβίσει τον κόσμο και να συσπειρώσει τους οπαδούς του γύρω από το θέμα της εσωτερικής ασφάλειας. Κλασική μέθοδος. Χρησιμοποιήθηκε και χρησιμοποιείται παντού, όταν οι μηχανισμοί κάθε βαθέος κράτους πρέπει να τρομοκρατήσουν τον πληθυσμό με στόχο πολιτικές σκοπιμότητες.
Η αποκάλυψη της «Ahval»
Σύμφωνα με έρευνα της υπηρεσίας πληροφοριών της Ευρωπαϊκής Ένωσης «EUINTCEN», αντίγραφο της οποίας εξασφάλισε η «Ahval», πίσω από την πολύνεκρη επίθεση αυτοκτονίας που σημειώθηκε στην Άγκυρα στις 10 Οκτωβρίου 2015, με αποτέλεσμα τον θάνατο 109 ανθρώπων και τον τραυματισμό περισσοτέρων από 500, είναι το κόμμα της Δικαιοσύνης και της Ανάπτυξης (AKP) του Ερντογάν!
Η βομβιστική επίθεση, η πιο αιματηρή στη σύγχρονη ιστορία της Τουρκίας, στόχευε τους διαδηλωτές της «Πορείας Ειρήνης», στην οποία συμμετείχαν αριστερές οργανώσεις καθώς και υποστηρικτές των Κούρδων. Η ευθύνη αποδόθηκε στο Ισλαμικό Κράτος.
Η συγκεκριμένη επίθεση ερχόταν σε συνέχεια των βομβιστικών επιθέσεων που σημειώθηκαν στο Ντιγιάρμπακιρ στις 5 Ιουλίου του ίδιου έτους, σε μια συγκέντρωση του κόμματος των Κούρδων (με πέντε νεκρούς και περισσότερους από 100 τραυματίες), και αυτής της 20ής Ιουλίου στην πόλη Suruc, εναντίον ομάδας αριστερών που σχεδίαζαν ταξίδι αλληλεγγύης προς τους Κούρδους που μάχονταν στο Κομπανί εναντίον των τζιχαντιστών (33 νεκροί και 104 τραυματίες).
«Το modus operandi της επίθεσης παραπέμπει στο Ισλαμικό Κράτος» αναφέρει η ευρωπαϊκή έκθεση, ωστόσο καταλήγει:
«Δεδομένων των συνθηκών (δεν υπήρχε σωματικός έλεγχος στους διαδηλωτές, ούτε στα πούλμαν που τους μετέφεραν, ενώ η αστυνομία ήταν σχεδόν απούσα), υπάρχουν λόγοι να θεωρούμε ότι σε αυτήν την περίπτωση παράγοντες του AKP ανέθεσαν την επίθεση σε τζιχαντιστές του Ισλαμικού Κράτους».
Η μελέτη, επίσης, περιγράφει την πολιτική κατάσταση της εποχής, κατά την οποία το Κουρδικό Κόμμα (HDP) επιζητούσε την «ηρεμία και τον κατευνασμό της βίας» που είχε ξεσπάσει τότε στα νοτιοανατολικά της Τουρκίας, προκειμένου να διατηρήσει τις θέσεις του στο τουρκικό κοινοβούλιο, πριν από τις εκλογές που πραγματοποιήθηκαν την 1η Νοεμβρίου του 2015, οπότε και το κόμμα έλαβε το 10% των ψήφων.
Από την άλλη πλευρά, το AKP έχασε την πλειοψηφία στις εκλογές της 7ης Ιουνίου και «το τελευταίο πράγμα που θα ήθελε εκείνη τη στιγμή ο Ερντογάν θα ήταν μια ειρήνη με τους Κούρδους».
Τι αναφέρθηκε στο δικαστήριο για το μακελειό
Στο δικαστήριο για την επίθεση στο Suruc, που συνεχίζεται αυτές τις μέρες, ακούστηκε ότι η αστυνομία είχε σταματήσει να παρακολουθεί τον βομβιστή του Ισλαμικού Κράτους Yunus Emre Alagöz, 11 ημέρες προτού ο αδελφός του Yusuf Alagöz αιματοκυλήσει την πόλη και τρεις μήνες πριν ο ίδιος υπάρξει ο ένας από τους δύο βομβιστές που πραγματοποίησαν το «χτύπημα» στον σταθμό του τρένου της Άγκυρας.
«Η αστυνομία είχε σταματήσει την παρακολούθηση του Alagöz, καθώς είχε συγκεντρώσει ήδη αρκετά στοιχεία για αυτόν. Εάν η παρακολούθηση είχε συνεχιστεί, τότε πιθανόν να μην είχαν σημειωθεί οι βομβιστικές επιθέσεις στο Suruc και στην Άγκυρα»Ο δικηγόρος Doğukan Tonguç Cankurt ανέφερε ότι «η αστυνομία είχε σταματήσει την παρακολούθηση του Alagöz, καθώς είχε συγκεντρώσει ήδη αρκετά στοιχεία για αυτόν. Εάν η παρακολούθηση είχε συνεχιστεί, τότε πιθανόν να μην είχαν σημειωθεί οι βομβιστικές επιθέσεις στο Suruc και στην Άγκυρα», τόνισε. Πρόσθεσε ακόμα ότι οι Αρχές ήξεραν τι έκανε το Ισλαμικό Κράτος, «αλλά έκαναν τη στρουθοκάμηλο».
Μια άλλη δικηγόρος, η Ziynet Çelik, ανέφερε επίσης πως «το γεγονός ότι χρειάστηκαν 44 λεπτά για να καταφθάσουν τα ασθενοφόρα αποδεικνύει ότι υπήρξε παράβαση καθήκοντος». Συγκεκριμένα, υπήρχαν τρία ασθενοφόρα σε κοντινή απόσταση από τον σταθμό του τρένου όταν σημειώθηκε η επίθεση, αλλά, σύμφωνα με τον καταγραφέα της διαδρομής τους, το ένα αποχώρησε από το σημείο χωρίς να παραλάβει κανέναν τραυματία και μόλις 16 από τους 500 τραυματίες μεταφέρθηκαν στο νοσοκομείο μέσα στην πρώτη μισή ώρα από την έκρηξη.
Αντιθέτως, συνεχίζει η δικηγόρος, οι δυνάμεις καταστολής (σ.σ: τα ΜΑΤ) μαζί με υδροβόλα οχήματα κατά του πλήθους κατέφθασαν στο σημείο μόλις 14 λεπτά μετά την έκρηξη. Ενδεικτικά, σε μια φιλο-κυβερνητική διαδήλωση που πραγματοποιήθηκε τον ίδιο χρόνο, στον χώρο υπήρχαν εκ των προτέρων 141 γιατροί, 24 ασθενοφόρα, ενώ δημιουργήθηκε επί τόπου ένα κέντρο διαχείρισης κρίσεων.
«Υπήρχαν τρία ασθενοφόρα σε κοντινή απόσταση από τον σταθμό του τρένου όταν σημειώθηκε η επίθεση, αλλά, σύμφωνα με τον καταγραφέα της διαδρομής τους, το ένα αποχώρησε από το σημείο χωρίς να παραλάβει κανέναν τραυματία»
Ένας από τους κατηγορουμένους στο δικαστήριο, ο Suphi Alpfidan, ισχυρίστηκε ότι πολλοί αστυνομικοί του Γκαζιάντεπ γνώριζαν εκ των προτέρων για τις βομβιστικές επιθέσεις, όπως επίσης γνώριζαν προσωπικά τους «πυρήνες» της τζιχαντιστικής ομάδας που πραγματοποίησε τα χτυπήματα. Αξιωματικοί της αστυνομίας, πάντως, κατέθεσαν ότι δεν γνώριζαν κανέναν από τους υπόπτους της υπόθεσης.
Το δικαστήριο συνεχίζεται στις 12-13 Ιουνίου.
Σε μία πρόσφατη συνέντευξη Τύπου της οργάνωσης «Δικηγορική Επιτροπή της 10ης Οκτωβρίου» (που έχει μέλη δικηγόρους και θύματα του συγκεκριμένου χτυπήματος) αναφέρθηκε ότι η υπόθεση επίτηδες «σέρνεται μέχρι να σαπίσει» στα δικαστήρια κι ότι υπάρχει συγκάλυψη των αξιωματούχων των αρχών ασφαλείας, για τις παραλείψεις τους στο θέμα της παρακολούθησης των τζιχαντιστών που διεξήγαγαν τις επιθέσεις.
Ο βασικός ύποπτος για τον σχεδιασμό της επίθεσης στην Άγκυρα, ο Yunus Durmaz, παρακολουθούνταν από την αστυνομία, ενώ είχε εκδοθεί και ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Ωστόσο, η αστυνομία δεν τον συνέλαβε ποτέΚατηγορούν, συγκεκριμένα, την αστυνομία για το γεγονός ότι δεν συνέλαβε εγκαίρως τους υπόπτους, παρά το γεγονός ότι παρακολουθούσαν τις συνομιλίες τους, «επιτρέποντάς τους» έτσι να πραγματοποιήσουν το μακελειό. Σημειώνουν ότι ο βασικός ύποπτος για τον σχεδιασμό της επίθεσης στην Άγκυρα, ο Yunus Durmaz, παρακολουθούνταν από την αστυνομία, ενώ είχε εκδοθεί και ένταλμα σύλληψης εναντίον του. Ωστόσο, η αστυνομία δεν τον συνέλαβε ποτέ.
Ο συγκεκριμένος τζιχαντιστής θεωρούνταν «υψηλόβαθμος» του Ισλαμικού Κράτους στο Γκαζιάντεπ και υπεύθυνος για τις επιθέσεις στην Άγκυρα και στο Suruc. Ο ίδιος αυτοκτόνησε όταν η αστυνομία εισέβαλε στο σπίτι του στο Γκαζιάντεπ, στις 19 Μαΐου του 2016.
ΠΗΓΗ: Ahval/zougla.gr