Κοινωνία

Είναι η εξαήμερη εργασία της Ελλάδας προάγγελος για περισσότερη δουλειά, ή για περισσότερους μετανάστες;

Ένα περίεργο δημοσίευμα που αφορά τη θεσμοθέτηση της εξαήμερης εργασίας στην Ελλάδα εμφανίστηκε στην ιστοσελίδα project-syndicate.org με το άρθρο να έχει τίτλο: «Είναι η εξαήμερη εργασία της Ελλάδας προάγγελος;»

Η ιστοσελίδα της ΜΚΟ (με παλαιότερη χρηματοδότηση και από το ίδρυμα του Τζορτζ Σόρος), δημοσιεύει και εκδίδει σχολιασμούς και αναλύσεις (άρθρα γνώμης) για μια ποικιλία παγκόσμιων θεμάτων.

Συντάκτρια του συγκεκριμένου άρθρου είναι η ελληνικής καταγωγής Pinelopi Koujianou Goldberg, που είναι πρώην επικεφαλής οικονομολόγος του Ομίλου της Παγκόσμιας Τράπεζας και αρχισυντάκτρια του American Economic Review. Είναι καθηγήτρια Οικονομικών στο Πανεπιστήμιο Yale, όπως αναφέρει το newsbreak.gr.

Γράφει λοιπόν στον πρόλογο δίνοντας… στίγμα:

«Η αιφνίδια μετάβαση της Ελλάδας σε μια εξαήμερη εργασία σε ορισμένους τομείς, αντανακλά ένα μείγμα εξελισσόμενης πολιτικής αίσθησης και αμείλικτης αριθμητικής. Για να διατηρήσουν την τρέχουσα ποιότητα ζωής τους, οι πολίτες σε όλες σχεδόν τις χώρες υψηλού εισοδήματος πρέπει είτε να ανοίξουν τα σύνορά τους σε νέους μετανάστες είτε να εργαστούν περισσότερο»!

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Να λοιπόν που εξαρχής η αρθρογράφος φτιάχνει το κλίμα για το τι θα ακολουθήσει…

Στη συνέχεια σχολιάζει ότι εξεπλάγην από την ανακοίνωση της ελληνικής Κυβέρνησης και προσθέτει αναφέροντας και τους λόγους της έκπληξης:

«Αυτή η αλλαγή προκαλεί έκπληξη για πολλούς λόγους.

  • Πρώτα και κύρια, φαίνεται να αναιρεί μια γενική τάση για την προώθηση της ισορροπίας μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής και επιτρέποντας πιο ευέλικτες ρυθμίσεις εργασίας. Αρκετές κυβερνήσεις σε προηγμένες οικονομίες (Βέλγιο, Σιγκαπούρη και Ηνωμένο Βασίλειο) έχουν ανακοινώσει λιγότερες ημέρες εργασίας και άλλες (Γερμανία, Ιαπωνία, Ιρλανδία, Νότια Αφρική και Ισπανία) εξετάζουν παρόμοιες αλλαγές.
  • Δεύτερον, οι Έλληνες είναι γνωστοί ότι εκτιμούν την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής και ήδη εργάζονται περισσότερες ώρες από άλλους Ευρωπαίους. Ο μέσος Έλληνας εργαζόμενος ξοδεύει 39,8 ώρες την εβδομάδα στη δουλειά, σε σύγκριση με τον μέσο όρο μόλις 36,1 ωρών σε όλη την Ευρωπαϊκή Ένωση.
  • Τρίτον, αν και η σημερινή ελληνική κυβέρνηση είναι υπέρ των επιχειρήσεων και της ανάπτυξης, έχει δείξει μια εκτίμηση για τα δικαιώματα και την πρόοδο των γυναικών, μια ομάδα που είναι πιθανό να επηρεαστεί αρνητικά από ένα μεγαλύτερο, λιγότερο ευέλικτο πρόγραμμα εργασίας. Αυτή η ίδια κυβέρνηση έχει επίσης επιδείξει δέσμευση στη χάραξη πολιτικής με βάση τεκμήρια και τα μέχρι σήμερα στοιχεία δείχνουν ότι οι μικρότερες εβδομάδες εργασίας και ένας πιο ισορροπημένος τρόπος ζωής, συμβάλλουν σε υψηλότερη ικανοποίηση των εργαζομένων, καλύτερη υγεία και τελικά μεγαλύτερη παραγωγικότητα».

Οπότε, όπως αναρωτιέται η Pinelopi Koujianou Goldberg, «τι εξηγεί αυτή την απροσδόκητη αλλαγή πολιτικής;»

Και απαντά αμέσως μετά:

«Η ίδια η κυβέρνηση περιγράφει την κίνηση ως ‘έκτακτο μέτρο’, το οποίο όλοι γνωρίζουμε ότι είναι ένας ευφημισμός για την ‘πολιτική έσχατης ανάγκης’. Όπως πολλές χώρες υψηλού εισοδήματος, η Ελλάδα αντιμετωπίζει οξεία έλλειψη εργατικού δυναμικού. Ενώ η κατάστασή της είναι ιδιαίτερα δεινή, λόγω της σημαντικής διαρροής εργατικού δυναμικού μετά την οικονομική κρίση του 2010 (περίπου 500.000 Έλληνες – το 5% του σημερινού πληθυσμού – εκτιμάται ότι έχουν φύγει), δεν είναι ο μόνος λόγος.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣ

Η ρίζα του προβλήματος βρίσκεται στη χαμηλή γονιμότητα και στη γήρανση του πληθυσμού – δημογραφικές συνθήκες που η ελληνική κυβέρνηση δικαίως χαρακτηρίζει ως ‘ωρολογιακή βόμβα’. Σε συνδυασμό με τις βάσιμες απαιτήσεις για υψηλότερη ποιότητα ζωής και καλύτερη ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής καθώς οι άνθρωποι γίνονται πλουσιότεροι, τα λιγότερα άτομα σε ηλικία εργασίας περιορίζουν την προσφορά εργασίας».

Όμως, πώς θα πρέπει οι προηγμένες οικονομίες να αντιμετωπίσουν αυτό το πρόβλημα;

Σύμφωνα με το project-syndicate.org τέσσερις είναι οι πιθανότητες-επιλογές:

  • «Πρώτον, να αγκαλιάσουμε την αυτοματοποίηση, υποθέτοντας ότι οι μηχανές, τα ρομπότ και η τεχνητή νοημοσύνη θα μπορούσαν τελικά να πάρουν τη θέση των χαμένων εργατών. Αλλά δεν μπορεί να εκτελεστεί κάθε εργασία από μια μηχανή ή ένα μεγάλο γλωσσικό μοντέλο. Εξακολουθούμε να χρειαζόμαστε ανθρώπους για να καλύψουν πολλές από τις λιγότερο επιθυμητές θέσεις χαμηλής ειδίκευσης στις κατασκευές ή στις βιομηχανίες τροφίμων και φιλοξενίας.
  • Η δεύτερη επιλογή είναι η αύξηση της αποζημίωσης των εργαζομένων. Τα βασικά οικονομικά μας διδάσκουν ότι όταν η ζήτηση υπερβαίνει την προσφορά, οι τιμές (σε αυτή την περίπτωση, οι μισθοί) ανεβαίνουν. Ωστόσο, οι υψηλότεροι μισθοί οδηγούν τελικά σε υψηλότερες τιμές για τους καταναλωτές, οι οποίες τείνουν να μην είναι δημοφιλείς, ειδικά σε μια εποχή που ο πληθωρισμός είναι πρωταρχική ανησυχία. Και σε μια μικρή ανοιχτή οικονομία όπως η Ελλάδα, οι υψηλότεροι μισθοί και τιμές θα είχαν αρνητικές επιπτώσεις στη διεθνή ανταγωνιστικότητα.
  • Η τρίτη επιλογή είναι να ζητήσουμε από τους εργαζόμενους στις προηγμένες οικονομίες να εργάζονται περισσότερο, όπως έχει κάνει τώρα η Ελλάδα. Αν και αυτή η κίνηση φαίνεται να ανατρέπει τη γενική τάση για λιγότερες ώρες εργασίας την εβδομάδα, στην πραγματικότητα δεν διαφέρει τόσο από την αύξηση της ηλικίας συνταξιοδότησης, όπως πολλές άλλες χώρες (Δανία, Γαλλία, Γερμανία) θεώρησαν απαραίτητο να κάνουν. Και στις δύο περιπτώσεις, οι αλλαγές πολιτικής δεν ήταν ιδιαίτερα δημοφιλείς μεταξύ των εργαζομένων. Και στις δύο περιπτώσεις, οι άνθρωποι έστειλαν ένα σαφές μήνυμα ότι προτιμούν να παραιτηθούν από το υψηλότερο εισόδημα (στην περίπτωση της Ελλάδας, η έκτη εργάσιμη ημέρα έρχεται με ασφάλιστρο μισθού 40%) παρά να εργαστούν περισσότερο από ό,τι έχουν συνηθίσει.
  • Αυτό μας αφήνει με την τέταρτη επιλογή, η οποία είναι να αυξήσουμε την προσφορά εργασίας αξιοποιώντας την ελεγχόμενη, νόμιμη μετανάστευση. Σε περιοχές που μαστίζονται από προσφυγικές κρίσεις και παράνομη μετανάστευση (όπως το μεγαλύτερο μέρος της Ευρώπης και των Ηνωμένων Πολιτειών), οι σωστά σχεδιασμένες πολιτικές μετανάστευσης έχουν τη δυνατότητα να πιάσουν με ένα σμπάρο, δύο τρυγόνια. Ωστόσο, τέτοιες πολιτικές φαίνονται επί του παρόντος εκτός συζήτησης. Ενόψει του γεωπολιτικού κατακερματισμού και των ανησυχιών για την εθνική ασφάλεια, οι χώρες κλείνουν όλο και περισσότερο τα σύνορά τους και στρέφονται προς την εσωστρέφεια».

Αφού παραθέτει τις «επιλογές», το άρθρο στη συνέχεια σχολιάζει υπενθυμίζοντας:

«Σε έναν παγκοσμίως διασυνδεδεμένο κόσμο, η διάκριση μεταξύ ξένου και εγχώριου είναι ισχνή. Τα προβλήματα που προέρχονται από άλλα μέρη του κόσμου έχουν σημαντικές επιπτώσεις στα εσωτερικά ζητήματα και σε αυτήν την περίπτωση στις αγορές εργασίας».

Για να φτάσει έτσι η αρθρογράφος, σε μια «πέμπτη επιλογή», η οποία είναι «οι άνθρωποι στις πλουσιότερες χώρες να περιορίσουν την κατανάλωση και την ανάπτυξή τους και να βασιστούν στους καρπούς της εργασίας που είναι διατεθειμένοι να προσφέρουν. Κάτι τέτοιο θα παρείχε την ισορροπία μεταξύ επαγγελματικής και προσωπικής ζωής που αναζητούν, καθώς και τη διασφάλιση ενός βιώσιμου μέλλοντος. Αλλά για τώρα, λίγοι είναι πρόθυμοι να δεχτούν αυτόν τον συμβιβασμό».

Αφού λοιπόν παρουσιάστηκαν οι «επιλογές» στο άρθρο, το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η Pinelopi Koujianou Goldberg, είναι με άλλα λόγια, πως πρόκειται για μια κατάσταση… lose–lose για τους πολίτες:

«Οι περισσότεροι άνθρωποι θέλουν να έχουν και την πίτα ολόκληρη και τον σκύλο χορτάτο. Αλλά αυτό δεν είναι δυνατό. Για να διατηρήσουν την τρέχουσα ποιότητα ζωής τους, οι πολίτες των χωρών υψηλού εισοδήματος πρέπει είτε να ανοίξουν τα σύνορά τους σε νέους μετανάστες, είτε να εργαστούν περισσότερο. Δεδομένων των σημερινών παγκόσμιων εντάσεων, το εκκρεμές φαίνεται να κινείται προς την κατεύθυνση της περισσότερης εργασίας, είτε πρόκειται για υψηλότερη ηλικία συνταξιοδότησης είτε για περισσότερες μέρες εργασίας.

Η Ελλάδα μπορεί να είναι περισσότερο ένας διαμορφωτής τάσης, παρά ένας θραύστης των τάσεων» (σ.σ. εξού και το «προάγγελος» του τίτλου του άρθρου της).

 

Ακολουθήστε το Πενταπόσταγμα στο Google news Google News

ΔΗΜΟΦΙΛΗ