Με αυτά τα λόγια, ο κ. Τάκης Βαλώζος περιγράφει την εικόνα που επικρατεί σε ένα μεγάλο κομμάτι στην περιοχή των Εργατικών Κατοικιών Γιάννουλης, στη Λάρισα, 7 μήνες μετά την σαρωτική κακοκαιρία «Daniel».
Στις Εργατικές Κατοικίες Γιάννουλης το δράμα ορισμένων ανθρώπων είναι ανείπωτο, σύμφωνα με ρεπορτάζ του larissanet.gr. Πολλοί από αυτούς είδαν τις οικονομίες και τα ενθύμια μιας ζωής να εξαφανίζονται. Επτά μήνες μετά την καταστροφή κάτοικοι της περιοχή περιγράφουν τις τραγικές στιγμές που συνεχίζουν να βιώνουν. Το μόνο που παρατηρείται σε πολλά από αυτά τα σπίτια είναι τους παραμορφωμένους από την υγρασία τοίχους, τα σκουπίδια, τα τυλιγμένα με νάιλον έπιπλα, ακόμη και τη λάσπη, τόσο καιρό μετά.
Ο κ. Τάκης «φωνάζει» γιατί δεν έχει πάρει ακόμη «δεκάρα τσακιστή». Ούτε καν τα 6.600 για οικοσυσκευές. «Όπως έχω ακούσει κάποιοι πήραν λεφτά και καλά έκαναν, μπορεί και οι περισσότεροι να πήραν, αλλά εγώ τίποτα. Δεν ξέρω γιατί. Έχω πάρει πολλά τηλέφωνα σε Περιφέρεια και σε Δήμο αλλά δεν ιδρώνει το αυτί τους. Έχω πάει μέχρι και σε γραφείο βουλευτή αλλά μου είπαν θα με πάρουν σε λίγες μέρες, φυσικά και δεν πήραν. Είμαι με δανεικό ψυγείο από την Ελασσόνα. Τι ζητάμε; Τουλάχιστον τα 6.000 που είχαν πει αρχικά».
Μαζί με τη σύζυγό του έμειναν για δυο μήνες ως φιλοξενούμενοι στην κόρη τους και εδώ και ένα πεντάμηνο νοικιάζει σπίτι στο κέντρο της Λάρισας, με την «μικρή σύνταξη που παίρνουμε», όπως είπε. Σχετικά με το μέγεθος της ζημιάς του σπιτιού του τόνισε ότι: «Η ζημιά μαζί με τα ηλεκτρικά είναι τουλάχιστον 25.000. Λείπουν πόρτες, ντουλάπια, κουζίνα, μπάνιο, πλακάκια, τα πάντα. Μόνοι μας το καθαρίσαμε. Λιώσαμε από την κούραση μαζί με τα παιδιά μου και τους φίλους τους. Κυβερνητική και πολιτική αλητεία σε όλο της το μεγαλείο. Έτσι ακριβώς να το γράψεις. Πέντε μήνες στο ενοίκιο και δυο μήνες στην κόρη μου, ξύλα κρεμάμενα είμαστε και δεν νοιάζεται κανείς, είναι πάρα πολλοί εκείνοι που παράτησαν εντελώς τα σπίτια τους και δεν ξαναγύρισαν πίσω».
«Χάθηκαν Όλα, Τα Πήραν Τα Νερά»
Η γειτόνισσά του, κα Άννα, δεν μπορεί να κρατήσει τα δάκρυά της. Σε αντίθεση με τον γείτονά της εκείνη πήρε τα χρήματα για τις οικοσυσκευές, αλλά δεν αρκούν. Όπως μας ανέφερε: «Πήραμε αυτά τα χρήματα αλλά το σπίτι δεν μπορεί να κατοικηθεί. Είναι όπως βλέπετε σε πολύ κακή κατάσταση. Μείναμε στην αρχή σε μια συνάδελφο της κόρης μου αλλά πόσο να μείνεις σε ξένο σπίτι;
Αναγκαστήκαμε για μια βδομάδα και φύγαμε για την Καστοριά, στο χωριό του άντρα μου που είχαμε κάποιους συγγενείς. Ο άντρας μου έχει πεθάνει εδώ και λίγα χρόνια». Χαρακτηριστικό παράδειγμα της ατυχίας αυτής της γυναίκας είναι ότι μόλις λίγο καιρό πριν την καταστροφή ανακαίνισε πλήρως το σπίτι της με χρήματα που μάζευε για πολλά χρόνια. «Έδωσα αρκετά χρήματα λίγο πριν τις πλημμύρες και πήγαν όλα χαμένα. Που να ‘ξερα; Το σπίτι εδώ θέλει πολλή δουλειά. Δεν υπάρχουν ούτε τα χρήματα ούτε οι δυνάμεις. Εδώ και μήνες μένω στην αδερφή μου, σε ένα σπίτι 60-70 τετραγωνικά είμαστε εφτά άτομα. Όλοι όσοι μας έφεραν σ’ αυτή την κατάσταση έχουν και τα σπίτια τους και τα αυτοκίνητά τους και τις ζωές τους κανονικά», μας υπογραμμίζει με θυμό και παράπονο για να καταλήξει: «Είχα σ’ αυτό το σπίτι φωτογραφίες και αναμνήσεις μιας ζωής, από τα παιδιά μου μικρά, τα εγγόνια, τον άντρα μου που έχει φύγει από τη ζωή και χάθηκαν όλα. Τα πήραν τα νερά, δεν έμεινε τίποτα».
«Δεν Έχουμε Πάρει Ούτε Ευρώ»
Η κα Αλέκα όταν έγινε η καταστροφή βρισκόταν εκτός Λάρισας και συγκεκριμένα στα Λουτρά της Ικαρίας καθώς αντιμετωπίζει ένα θέμα με τα αρθριτικά της. Μάταια ο κ. Θανάσης, ο σύζυγός της προσπαθούσε μόνος του να «σώσει» την κατάσταση. Μετά από ένα μεγάλο διάστημα που βρέθηκαν εκτός σπιτιού, έχουν επιστρέψει σ’ αυτό ωστόσο χρειάζεται πολλή δουλειά ακόμη. Μάλιστα είναι και αυτό το ζευγάρι από εκείνα που δεν έχουν πάρει καθόλου χρήματα.
«Επειδή μέναμε για καιρό αλλού και τώρα ήρθαμε στο σπίτι μας και μόνο που είμαστε εδώ, μας ηρεμεί», λέει βουρκωμένη. «Είμαστε χαμηλοσυνταξιούχοι και περνάμε δύσκολα όπως οι περισσότεροι εδώ. Τις πρώτες μέρες που επιστρέψαμε στο σπίτι μας ξυπνούσα το πρωί και κάτω στο πάτωμα υπήρχε υγρασία και δεν ανέφερα τίποτα στο σύζυγο γιατί θα έλεγε να σηκωθούμε να φύγουμε αμέσως. Σηκωνόμουν το πρωί και μάζευα τα νερά γιατί ήθελα και θέλω να βρίσκομαι εδώ. Αυτό είναι το σπίτι μου. Δουλέψαμε πολύ σκληρά και φέραμε το σπίτι σε μια κατάσταση που να επιτρέπει τη διαμονή, έστω σε έναν από τους χώρους του. Χρειαζόμαστε άμεσα τα χρήματα γιατί πρέπει να το βάψουμε, να αγοράσουμε κάποιες συσκευές. Δεν έχουμε πάρει ούτε ευρώ».
Η κα Αλέκα είναι καλλιτέχνης. Ζωγραφίζει καταπληκτικά και στο δωμάτιο του σπιτιού που μένει με τον σύζυγό της υπάρχουν παντού πίνακές της. Αν κάτι τη χαροποιεί είναι ότι διασώθηκαν πολλοί από αυτούς τους πίνακες. Άνθρωποι απλοί και ταλαιπωρημένοι είναι μόνοι τους χωρίς καμία κρατική βοήθεια. Μόνοι τους στέκονται στα πόδια τους και προσπαθούν να συνεχίσουν με αξιοπρέπεια τις ζωές τους. «Δεν υπάρχει χειρότερο από το να ξυπνάς ένα πρωί και να συνειδητοποιείς ότι χωρίς να φταις εσύ έχεις χάσει τόσα πολλά», μας λέει κλείνοντας την κουβέντα μας.
Περπατώντας την περιοχή μαζί με τον κ. Τάκη φτάσαμε στην πλατεία. Εκεί τρεις κάτοικοι καθισμένοι σε ένα πλαστικό τραπέζι και καρέκλες που τις έφεραν οι ίδιοι παίζουν χαρτιά για να περάσει η ώρα. «Ούτε καφενείο δεν έχουμε να πάμε, να πιούμε έναν καφέ και να κάνουμε τον χαβαλέ μας», μας λέει ένας κύριος. Εύκολα κάποιος παρατηρεί ότι μέχρι πριν λίγο καιρό εκεί υπήρχε καφενείο, αλλά και ψησταριά. Μέσα στους χώρους που έχουν να ανοίξουν από τον Σεπτέμβριο του 2023, υπάρχει ακόμη λάσπη. Πολλή λάσπη».