Η Διεθνής Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, σε κοινή τους αναφορά τονίζουν την ανάγκη να υπάρξει αμερόληπτη και ανεξάρτητη έρευνα, προκειμένου να αποσαφηνιστούν οι συνθήκες γύρω από το προσφυγικό ναυάγιο της Πύλου.
Μεταξύ άλλων επισημαίνουν ότι όλοι όσοι εμπλέκονται ή έχουν γνώση του περιστατικού, μεταξύ των οποίων το Λιμενικό και η Frontex, θα πρέπει να καταθέσουν όλα όσα πραγματικά έγιναν και να είναι συνεργάσιμοι ως προς την έρευνα.
Αναλυτικά η κοινή τους αναφορά
«Οι έντονα αποκλίνουσες αφηγήσεις των επιζώντων και των ελληνικών αρχών γύρω από τις συνθήκες του θανατηφόρου ναυαγίου της Πύλου, υπογραμμίζουν την επείγουσα ανάγκη για μια αποτελεσματική, ανεξάρτητη και αμερόληπτη έρευνα, αναφέρει σήμερα η Διεθνής Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
Το αλιευτικό σκάφος Adriana μετέφερε περίπου 750 άτομα όταν βυθίστηκε στις 14 Ιουνίου στα ανοικτά των ακτών της Πύλου. Στη συνέχεια, μαρτυρίες από αρκετούς από τους 104 επιζώντες δείχνουν ότι το σκάφος ρυμουλκήθηκε από σκάφος της ελληνικής ακτοφυλακής, προκαλώντας το μοιραίο ναυάγιο. Οι ελληνικές αρχές αρνήθηκαν κατηγορηματικά τους ισχυρισμούς αυτούς.
“Οι διαφορές μεταξύ των αφηγήσεων των επιζώντων για το ναυάγιο της Πύλου και της εκδοχής των αρχών για τα γεγονότα είναι εξαιρετικά ανησυχητικές” δήλωσε η Judith Sunderland, Αναπληρώτρια Διευθύντρια Ευρώπης και Κεντρικής Ασίας στο Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων.
“Οι ελληνικές αρχές, με την υποστήριξη και τον έλεγχο της διεθνούς κοινότητας, θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι θα διεξαχθεί μια διαφανής έρευνα για να απονεμηθεί αλήθεια και δικαιοσύνη στους επιζώντες και τις οικογένειες των θυμάτων και να λογοδοτήσουν οι υπεύθυνοι”.
Αντιπροσωπεία της Διεθνούς Αμνηστίας και του Παρατηρητηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων επισκέφθηκε την Ελλάδα από τις 4 έως τις 13 Ιουλίου 2023 στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης έρευνας για τις συνθήκες του ναυαγίου και τα βήματα προς την κατεύθυνση της απόδοσης ευθυνών. Πήραν συνεντεύξεις από 19 επιζώντες του ναυαγίου, 4 συγγενείς των αγνοουμένων, καθώς και από μη κυβερνητικές οργανώσεις, υπηρεσίες και οργανισμούς του ΟΗΕ και διεθνείς οργανισμούς, καθώς και από εκπροσώπους της Ελληνικής Ακτοφυλακής και της Ελληνικής Αστυνομίας.
Οι αρχικές παρατηρήσεις των οργανώσεων επιβεβαιώνουν τις ανησυχίες που αναφέρθηκαν από πολλές άλλες αξιόπιστες πηγές σχετικά με τη δυναμική του ναυαγίου. Οι επιζώντες που ερωτήθηκαν από τη Διεθνή Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων δήλωσαν ότι το σκάφος του Ελληνικού Λιμενικού Σώματος που στάλθηκε στο σημείο έριξε ένα σχοινί στο Adriana και άρχισε να το ρυμουλκεί, με αποτέλεσμα να ταλαντευτεί και στη συνέχεια να ανατραπεί. Οι επιζώντες δήλωσαν επίσης ότι οι επιβάτες ζήτησαν να διασωθούν και ότι είδαν άλλους στο σκάφος να εκλιπαρούν για διάσωση μέσω δορυφορικού τηλεφώνου τις ώρες πριν από την ανατροπή του σκάφους τους.
Σε συνάντηση με τη Διεθνή Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ανώτεροι αξιωματούχοι του Λιμενικού Σώματος δήλωσαν ότι τα άτομα που βρίσκονταν στο σκάφος περιόρισαν το αίτημά τους για βοήθεια σε τρόφιμα και νερό και εξέφρασαν την πρόθεσή τους να προχωρήσουν προς την Ιταλία. Είπαν ότι το πλήρωμα του σκάφους του Λιμενικού πλησίασε το Adriana και χρησιμοποίησε ένα σχοινί για να πλησιάσει το σκάφος για να εκτιμήσει αν οι επιβάτες ήθελαν βοήθεια, αλλά ότι μετά τις πρώτες “διαπραγματεύσεις”, οι επιβάτες πέταξαν το σχοινί
Οι ελληνικές αρχές έχουν ξεκινήσει δύο ποινικές έρευνες, μία με στόχο τους φερόμενους ως διακινητές και μία άλλη για τις ενέργειες της ακτοφυλακής. Είναι ζωτικής σημασίας οι έρευνες αυτές να συμμορφώνονται με τα διεθνή πρότυπα αμεροληψίας, ανεξαρτησίας και αποτελεσματικότητας για τα ανθρώπινα δικαιώματα.
Για να ενισχυθεί η αξιοπιστία των δικαστικών ερευνών τόσο στην πράξη όσο και στην αντίληψη, θα πρέπει να τελούν υπό την εποπτεία της Εισαγγελίας του Ανωτάτου Δικαστηρίου. Περαιτέρω, οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να διασφαλίσουν ότι το Γραφείο του Έλληνα Διαμεσολαβητή θα λαμβάνει άμεσα τις πληροφορίες και τους πόρους που απαιτούνται για την εκτέλεση των καθηκόντων του ως Εθνικός Μηχανισμός Διερεύνησης Περιστατικών Αυθαιρεσίας, σε σχέση με κάθε πειθαρχική έρευνα.
Αρκετοί επιζώντες δήλωσαν ότι οι αρχές κατάσχεσαν τα τηλέφωνά τους μετά το ναυάγιο, αλλά δεν τους έδωσαν κανένα σχετικό έγγραφο ή δεν τους είπαν πώς να ανακτήσουν την περιουσία τους. Ο Ναμπίλ, ένας επιζών συριακής καταγωγής, δήλωσε στις οργανώσεις: “Δεν είναι μόνο τα στοιχεία του ναυαγίου που μου έχουν αφαιρεθεί, είναι και οι αναμνήσεις των φίλων μου που χάθηκαν, μου έχουν αφαιρέσει τη ζωή μου”.
Η μακροχρόνια αποτυχία των ελληνικών αρχών να διασφαλίσουν την απόδοση ευθυνών για τις βίαιες και παράνομες επαναπροωθήσεις στα σύνορα της χώρας εγείρει ανησυχίες σχετικά με την ικανότητα και την προθυμία τους να διεξάγουν αποτελεσματικές και ανεξάρτητες έρευνες.
Τα διδάγματα θα πρέπει να αντληθούν από την απόφαση του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων 2022 σχετικά με το ναυάγιο του “Φαρμακονησίου” το 2014, στο οποίο οι επιζώντες υποστήριξαν ότι το σκάφος τους είχε ανατραπεί επειδή η Ελληνική Ακτοφυλακή έκανε επικίνδυνους ελιγμούς για να τους ρυμουλκήσει προς τα τουρκικά ύδατα. Το Δικαστήριο καταδίκασε την Ελλάδα για τις αποτυχίες των αρχών στον χειρισμό των επιχειρήσεων διάσωσης και για τις ελλείψεις στη μετέπειτα έρευνα του περιστατικού, συμπεριλαμβανομένου του τρόπου με τον οποίο αντιμετωπίστηκαν οι μαρτυρίες των θυμάτων.
Λόγω της σοβαρότητας και της διεθνούς σημασίας της τραγωδίας της Πύλου, οι ελληνικές αρχές θα πρέπει να αναζητήσουν και να καλωσορίσουν τη διεθνή ή/και ευρωπαϊκή βοήθεια και συνεργασία στη διεξαγωγή των εθνικών ερευνών ως πρόσθετη εγγύηση ανεξαρτησίας, αποτελεσματικότητας και διαφάνειας.
Μια πλήρης και αξιόπιστη έρευνα για το ναυάγιο θα πρέπει να προσπαθήσει να αποσαφηνίσει τυχόν ευθύνες τόσο για τη βύθιση του πλοίου όσο και για καθυστερήσεις ή ελλείψεις στις προσπάθειες διάσωσης που μπορεί να συνέβαλαν στην τρομακτική απώλεια ανθρώπινων ζωών. Η έρευνα θα πρέπει να περιλαμβάνει τη λήψη των μαρτυριών όλων των επιζώντων, υπό συνθήκες που εγγυώνται την εμπιστοσύνη και την ασφάλειά τους.
Όλα τα εγκληματολογικά στοιχεία, όπως ίχνη επικοινωνιών, βίντεο και φωτογραφίες, θα πρέπει να συλλεχθούν, να αξιολογηθούν και να διαφυλαχθούν, ώστε να διευκολυνθούν οι διαδικασίες απόδοσης ευθυνών. Οποιαδήποτε περιουσία, όπως κινητά τηλέφωνα, που έχει αφαιρεθεί από τους επιζώντες για ερευνητικούς σκοπούς θα πρέπει να καταγράφεται κατάλληλα και να επιστρέφεται εντός εύλογου χρονικού διαστήματος.
Όλοι όσοι εμπλέκονται ή έχουν γνώση του περιστατικού, συμπεριλαμβανομένης της Ελληνικής Ακτοφυλακής, του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Συνοριοφυλακής και Ακτοφυλακής (Frontex), των καπετάνιων και των πληρωμάτων των δύο εμπορικών πλοίων και άλλων που συμμετείχαν στην επιχείρηση διάσωσης μετά το ναυάγιο, θα πρέπει να κληθούν ή να υποχρεωθούν να καταθέσουν, ανάλογα με την περίπτωση, και θα πρέπει να συνεργαστούν πλήρως και άμεσα με τις έρευνες.
Παράλληλα με την εθνική έρευνα, ο Διαμεσολαβητής της ΕΕ ανακοίνωσε ότι θα ξεκινήσει έρευνα σχετικά με τον ρόλο του Frontex στις δραστηριότητες έρευνας και διάσωσης (SAR) στη Μεσόγειο, συμπεριλαμβανομένου του ναυαγίου της Adriana. Αυτό θα θέσει σημαντικά ερωτήματα σχετικά με τον ρόλο, τις πρακτικές και τα πρωτόκολλα του οργανισμού στο πλαίσιο των επιχειρήσεων SAR και σχετικά με τις ενέργειες στις οποίες προέβη για να συμμορφωθεί με τις υποχρεώσεις του όσον αφορά τα θεμελιώδη δικαιώματα και τη νομοθεσία της ΕΕ κατά τη διάρκεια αυτού και άλλων ναυαγίων.
Η Διεθνής Αμνηστία και το Παρατηρητήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων συνεχίζουν τη διερεύνηση του ναυαγίου της Πύλου και απαιτούν δικαιοσύνη για όλους όσοι υπέστησαν ζημία.
“Αυτή η αποτρέψιμη τραγωδία καταδεικνύει τη χρεοκοπία των μεταναστευτικών πολιτικών της ΕΕ που βασίζονται στον ρατσιστικό αποκλεισμό των ανθρώπων που μετακινούνται και στη θανατηφόρα αποτροπή”, δήλωσε η Esther Major, Ανώτερη Σύμβουλος Έρευνας της Διεθνούς Αμνηστίας για την Ευρώπη.
“Για να διασφαλιστεί ότι αυτή θα είναι η τελευταία και όχι η πιο πρόσφατη, σε έναν ασυνείδητα μακρύ κατάλογο τραγωδιών στη Μεσόγειο, η ΕΕ θα πρέπει να αναπροσανατολίσει τις συνοριακές πολιτικές της προς τη διάσωση στη θάλασσα και τις ασφαλείς και νόμιμες διαδρομές για τους αιτούντες άσυλο, τους πρόσφυγες και τους μετανάστες”.
Οι κινήσεις των οργανώσεων
Στο πλαίσιο της συνεχιζόμενης έρευνάς τους, οι οργανώσεις έχουν αποστείλει επιστολές με τις οποίες ζητούν πληροφορίες σε διάφορους βασικούς φορείς, μεταξύ των οποίων το Υπουργείο Ναυτιλίας και Νησιωτικής Πολιτικής, οι Εισαγγελείς του Αρείου Πάγου και του Ναυτοδικείου Πειραιά και η Frontex.
Στις 13 Ιουνίου 2023, η Frontex δήλωσε ότι το αεροπλάνο επιτήρησης του εντόπισε το Adriana στις 09:47 UTC (12:47 EEST/στην Αθήνα) και ειδοποίησε τις αρχές στην Ελλάδα και την Ιταλία. Τις επόμενες ώρες, δύο εμπορικά πλοία και αργότερα ένα σκάφος της Ελληνικής Ακτοφυλακής αλληλεπιδράσαν με το Adriana. Μετά την ανατροπή του σκάφους περίπου στις 2 π.μ. ώρα Ελλάδας στις 14 Ιουνίου, διασώθηκαν μόνο 104 επιζώντες, μεταξύ των οποίων και αρκετά παιδιά.