Για τις 15 Ιουνίου προσδιορίστηκε για να ξεκινήσει η εκδίκαση του δεύτερου βαθμού της δίκης για την εγκληματική οργάνωση της Χρυσής Αυγής.
Λίγες ημέρες μετά την δημοσίευση του σκεπτικού της καταδικαστικής απόφασης του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας ανακοινώθηκε ότι ο δεύτερος βαθμός θα ξεκινήσει στα μέσα Ιουνίου, όταν οι καταδικασθέντες πρωτοδίκως θα καθίσουν στο εδώλιο του Πενταμελούς Εφετείου Κακουργημάτων προκειμένου να δικαστούν για σειρά αξιόποινων πράξεων, ανάμεσα στις οποίες και η δολοφονία του Παύλου Φύσσα τον Σεπτέμβριο του 2013.
Αν και οι πληροφορίες θέλουν τη δίκη να διεξάγεται στον Κορυδαλλό, προκειμένου να αποφευχθούν οι συχνές μεταγωγές των κρατουμένων, οι δικηγόροι της πολιτικής αγωγής έχουν ήδη υποβάλλει αίτημα η δίκη να πραγματοποιηθεί στην αίθουσα τελετών του Εφετείου Αθηνών λόγω της μεγάλης χωρητικότητά της.
Η πρωτόδικη απόφαση
Περίπου 12.000 σελίδες απαιτήθηκαν για να αποτυπωθεί στην απόφαση του Τριμελούς Εφετείου Κακουργημάτων της Αθήνας ο τρόπος με τον οποίο το κόμμα της Χρυσής Αυγής λειτουργούσε ως εγκληματική οργάνωση.
Σύμφωνα με τους δικαστές, η ναζιστική ιδεολογία της οργάνωσης αποτυπώνεται σε έγγραφα που υπάρχουν από ιδρύσεως της όπως, το κείμενο του υπαρχηγού Χρήστου Παππά με τίτλο «Χρυσή Αυγή Όρκος 30 Ιουνίου 198», άρθρα του αρχηγού της Νίκου Μιχαλολιάκου, η ιδεολογική διακήρυξη - ένα κείμενο αμιγώς εθνικοσοσιαλιστικό, αλλά και μεγάλος αριθμός φωτογραφιών, εγγράφων, βίντεο του Αδόλφου Χίτλερ, των SS με ναζιστικά σύμβολα, ναζιστικές σημαίες, στρατιωτικές στολές των ναζί.
Κατά τους δικαστές, «η ναζιστική αυτή ιδεολογία δεν άλλαξε από το 1992, ούτε υποστηρικτές αυτής απομακρύνθηκαν, όπως αβάσιμα οι κατηγορούμενοι ισχυρίζονται. Τούτο άλλωστε σαφώς προκύπτει από δηλώσεις, έγγραφα, φωτογραφίες, βίντεο, ναζιστικά σύμβολα, ναζιστικό χαιρετισμό, ομιλίες εντός των γραφείων αλλά και δημόσια». Μάλιστα, τα ηγετικά στελέχη καθιστούσαν εμφανή τη ναζιστική ιδεολογία τους και με τατουάζ, όπως ο ναζιστικός αετός του Ιωάννη Λαγού, η σβάστικα του Ηλία Κασιδιάρη, το «Sieg Heil » του Παναγιώτη Ηλιόπουλου, ενώ δεν έλειπε η εκπαίδευση ενηλίκων με το «χάιλ Χίτλερ ».
Βασικό στοιχείο που καθιστά την Χρυσή Αυγή εγκληματική οργάνωση είναι ιεραρχική δομή της, με επικεφαλής τον αρχηγό της Νίκο Μιχαλολιάκο, τους βουλευτές του κόμματος οι οποίοι είχαν οριστεί και περιφερειάρχες σε συνενωμένες μεγάλες εκλογικές περιφέρειες για τον συντονισμό των δράσεων και τέλος τους υπεύθυνους κάθε τοπικής οργάνωσης που αποκαλούνταν πυρηνάρχες. «Η εγκληματική τους δράση που σκοπό είχε την διά της βίας αντιμετώπιση των αλλοδαπών, των ιδεολογικών τους αντιπάλων, των αντιφρονούντων εκδηλωνόταν μέσω των τοπικών οργανώσεων και πάντα υπό την καθοδήγηση ανώτερου στην ιεραρχία στελέχους της» εξηγούν οι δικαστές και συμπληρώνουν ότι «η ιεραρχική δομή ήταν τέτοια ώστε να εξασφαλίζει, όχι μόνο ότι κάθε κατώτερο όργανο θα υπακούει στις εντολές του ανώτερου, αλλά περαιτέρω ότι καμιά κομματική ενέργεια δεν θα υλοποιείται χωρίς την ρητή εκ των προτέρων εντολή του ανώτερου οργάνου».
Στο σκεπτικό της απόφασης γίνεται λόγος για «απαρέγκλιτη, τυφλή και απόλυτη πειθαρχία» των κατώτερων στους ανώτερους, με τους πρώτους να μην έχουν ούτε δικαίωμα απορίας, αλλά και για «απόλυτη, απεριόριστη και αδιαμφισβήτητη εξουσία και πίστη στον αρχηγό, που ανάγεται σε επίπεδο μεταφυσικό». Στην χιλιάδων σελίδων απόφαση περιγράφεται αναλυτικά η επιχειρησιακή δράση της Χρυσής Αυγής έναντι τρίτων, αλλά και η ύπαρξη ομάδων ατόμων που συμμετείχαν σε παραστρατιωτικές εκπαιδεύσεις, έφεραν ομοιόμορφη στρατιωτική ενδυμασία, κατείχαν σχεδόν όλοι παράνομα όπλα, μαχαίρια, κοντάρια, ξύλα και σίδερα. Οι επιθέσεις ήταν γρήγορες, διάρκειας 10 με 15 λεπτών, ενώ συχνά υπήρχε παράγγελμα τέλους της επίθεσης.
Ειδική μνεία γίνεται στον Ηλία Κασιδιάρη, που του αποδίδεται ρόλος εκπαιδευτή, ενώ αναφέρεται πως τα θύματα «επιλέγοντό ανάμεσα σε κατηγορίες ανθρώπων που είχαν χαρακτηριστεί ως «εχθροί» (πρόσφυγες, μετανάστες, πολιτικοί αντίπαλοι κι άλλα). Η στοχοποίηση εκφραζόταν μέσω της ρητορικής μίσους, που στη συνέχεια γινόταν πράξη μέσα από τις επιθέσεις των ταγμάτων εφόδου».
«Η δημόσια αυτή ρητορική μίσους του αρχηγού, της ηγετικής ομάδας και υψηλόβαθμων στελεχών του κόμματος απέναντι σε όσους σκέφτονται διαφορετικά, απέναντι σε πολιτικούς αντιπάλους, αντιφρονούντες, μετανάστες απέναντι σε κατηγορίες ανθρώπων που ανήκουν στους χαρακτηρισμένους εχθρούς τους, καλλιεργούσαν την ιδέα και πράξη της φυλετικής υπεροχής, διαμόρφωναν σκόπιμα και όχι τυχαία σε ορισμένους οπαδούς στελέχη και μέλη αντίστοιχη συνείδηση, εξουδετέρωναν τους ενδοιασμούς, ηθικούς φραγμούς και αναστολές τους και εξοικειώνουν αυτούς με τη χρήση βίας και με το έγκλημα» υποστηρίζουν οι δικαστές.
Για τη δολοφονία Φύσσα
Στο σκέλος των συμπερασμάτων της απόφασης που αφορά στη δολοφονία του Παύλου Φύσσα, οι δικαστές κάνουν εκτενή αναφορά στην έκθεση νεκροψίας - νεκροτομής, επισημαίνοντας ότι αποδεικνύεται ότι το θύμα δέχτηκε επίθεση και χτυπήματα από τα μέλη της Χρυσής Αυγής, πριν το θανάσιμο τραυματισμό του.
«Ο Παύλος Φύσσας δεν πρόλαβε να αντιδράσει απέναντι στον Ρουπακιά, ο οποίος ενεργώντας βάση σχεδίου κινήθηκε κυκλωτικά, σε σχέση με τους υπόλοιπους επιτιθέμενους Χρυσαυγίτες που με τα αλλεπάλληλα κύματα επιθέσεων σε βάρος του Παύλου Φύσσα, ανέμεναν το Ρουπακιά να έρθει από διαφορετική κατεύθυνση και να αιφνιδιάσει τον Παύλο Φύσσα όπως και έγινε. Ο εν λόγω δράστης δεν είχε οποιαδήποτε προσωπική σχέση, αντιπαλότητα, αντιδικία η αντιπαράθεση με το θύμα, αλλά η εγκληματική του ενέργεια αποτέλεσε εκτέλεση συγκεκριμένου σχεδίου και εντολής. Συνάγεται αβίαστα ότι το σχέδιο επίθεση σε βάρος του ήταν στοχευμένο και οργανωμένο».
Στην απόφαση γίνεται επίκληση των καταθέσεων αυτοπτών μαρτύρων καταλήγοντας ο Γιώργος Ρουπακιάς δεν έδρασε μόνος του και αυτοβούλως, αλλά πως η δολοφονία του Παύλου Φύσσα ήταν αποτέλεσμα της οργανωμένης κινητοποίησης της τοπικής οργάνωσης Νίκαιας της Χρυσής Αυγής, ενώ το κίνητρο ήταν πολιτικό - ιδεολογικό.
Στο σκεπτικό της απόφασης γίνεται λόγος και για επιχείρηση συγκάλυψης της ανθρωποκτονίας του Παύλου Φύσσα από την ηγεσία και επιφανή στελέχη της χρυσής Αυγής επικαλούμενο σχεδιαγράμματα των τηλεφωνικών κλήσεων που έλαβαν χώρα το βράδυ, κάνοντας μνεία μεταξύ άλλων και στη συνομιλία Λαγού - Πατέλη. Τέλος, επισημαίνεται πως η χρυσή Αυγή έκλεισε τυπικά τα γραφεία της στη Νίκαια αφού όπως προκύπτει από τις τηλεφωνικές συνομιλίες των μελών της συγκεντρωνόταν πλέον στα γραφεία της τοπικής του Πειραιά ενώ προέκυψε ότι ο Λαγός στην προσπάθεια συγκάλυψης που γινόταν έδινε εντολές «να καθαρίσουν τα σπίτια» δηλαδή να απαλλαγούν από όπλα και τυχόν άλλο υλικό ενοχοποιητικό για τη Χρυσή Αυγή, όσοι δε κατηγορούμενοι γνώριζαν ότι παρακολουθούνται τα τηλέφωνα, ενίοτε προσπαθούσαν να περάσουν την γραμμή ότι δεν είχαν ιδέα τι είχε συμβεί ενώ κάποιοι από αυτούς πέταξαν τα τηλέφωνά τους και τα αντικατέστησαν με καινούργια.