Στο «εδώλιο» θα καθίσουν ο ιδρυτής της Folli Follie Δημήτρης Κουτσολιούτσος, ο γιος του Τζώρτζης, η σύζυγος του Καίτη και άλλοι δέκα κατηγορούμενοι.
Κατά περίπτωση οι 13 κατηγορούμενοι δικάζονται για τις κακουργηματικές πράξεις της εγκληματικής οργάνωσης, της πλαστογραφίας από κοινού από κοινού και κατ’ εξακολούθηση με συνολικό όφελος και αντίστοιχη ζημία άνω των 120.000 ευρώ, της απάτης κατά συναυτουργία και κατ’ εξακολούθηση τελεσθείσα κατά φυσικών και νομικών προσώπων, ΝΠΙΔ και ΝΠΔΔ, με προξενηθείσα ζημία άνω των 120.000 ευρώ της χειραγώγησης της αγοράς από κοινού, κατ’ επάγγελμα και κατ’ εξακολούθηση και της νομιμοποίησης εσόδων από εγκληματικές δραστηριότητες κατά συναυτουργία και κατ΄ εξακολούθηση.
Επιπλέον, ο προφυλακισμένος ιδρυτής της Folli Follie Δημήτρης Κουτσολιούτσος αντιμετωπίζει και την κακουργηματική κατηγορία της κατάχρησης προνομιακής πληροφορίας κατ’ εξακολούθηση και κατ’ επάγγελμα.
Τι αναφέρει το βούλευμα
Στο παραπεμπτικό βούλευμα επισημαίνεται πως ο Δημήτριος Κουτσολιούτσος και ο Γεώργιος Κουτσολιούτσος (ως ηθικοί αυτουργοί), μαζί με άλλους συγκατηγορούμενούς τους, έφτιαξαν πλαστά έγραφα τραπεζών (statement), όπου αποτύπωναν, ψευδώς, σε πραγματικούς αριθμούς λογαριασμών, τεράστια χρηματικά ποσά.
Σύμφωνα με το παραπεμπτικό βούλευμα, η συνολική ζημία από τη δράση της εγκληματικής οργάνωσης ανέρχεται στα 413.078.346,17 ευρώ.
Χαρακτηριστικά, όπως αναφέρεται στο βούλευμα, σε έναν τραπεζικό λογαριασμό στον οποίο η εταιρεία είχε μόλις 60 ευρώ, τα μέλη της οργάνωσης εμφάνιζαν υπόλοιπο 70.000.000.
Πως λειτουργούσε η κομπίνα
Τα πλαστά έγγραφα στέλνονταν από τους εμπλεκόμενους σε συνεργούς τους στην Κίνα και εκεί τα χρησιμοποιούσαν είτε για να λαμβάνουν δάνεια είτε για να προσελκύουν επενδυτές.
Επιπλέον, εμφάνιζαν ψευδώς τεράστιο κύκλο εργασιών στη Κίνα, με εικονικές συναλλαγές με ανύπαρκτες εταιρείες ή με εταιρείες που δεν είχαν καμία εμπορική δραστηριότητα, αλλά παρουσιάζονταν ως θυγατρικές.
Ακολούθως, τις παραποιημένες οικονομικές καταστάσεις των «ψευδοεταιρειών», στη Κίνα, ο Δημήτρης Κουτσολιούτσος μαζί με το γιο του, τις έστελναν στην Ελλάδα και ζητούσαν να ενοποιηθούν με τους ισολογισμούς των εταιρειών του άλλου υπό ομίλου που δραστηριοποιούνταν στην Ελλάδα την Ευρώπη και τη Β. Αμερική. Με αυτό τον τρόπο, σύμφωνα με την κρίση του δικαστικού συμβουλίου, κατάφεραν να εξαπατήσουν το επενδυτικό κοινό και τα χρηματιστήρια, όπως επίσης και τα στελέχη των τραπεζών αποσπώντας με τη μορφή δανεισμού τεράστια χρηματικά ποσά.
Πετύχαιναν δε, να χειραγωγήσουν την αγορά και πλήθος φυσικών και νομικών προσώπων, που αγόραζαν στη πραγματικότητα μια μετοχή σε ποσό πολύ μεγαλύτερο από αυτό της πραγματικής της αξίας.
Στο πλαίσιο της δικαστικής έρευνας είχαν απαγγελθεί κατηγορίες σε ακόμα 16 άτομα, όμως το συμβούλιο πλημμελειοδικών αποφάσισε να μην οδηγηθούν σε δίκη και να απαλλαγούν με βούλευμα με το σκεπτικό ότι , αν και ήταν μεν μέλη του Δ.Σ ή υπάλληλοι της εταιρείας ή εξωτερικοί συνεργάτες αυτής, δεν είχαν καμία σχέση με τον υποόμιλο στη Κίνα και με τα εκεί πεπραγμένα, ούτε είχαν τη δυνατότητα είτε την επιστημονική είτε την πραγματική ώστε να ελέγξουν τις πλαστές καταστάσεις της εταιρείας. Για δύο εμπλεκόμενους η δίωξη έπαυσε, διότι έχουν πεθάνει.